Ζίγκφριντ Λεντς
Ενός λεπτού σιγή
Μετάφραση Ιωάννα Μεϊτάνη.
Εκδόσεις Πατάκη, 2014,
σελ. 138, τιμή 10,50 ευρώ

Η διαφορά ηλικίας τούς χωρίζει, το αμοιβαίο ενδιαφέρον τούς ενώνει. Εκείνη μικροδείχνει, εκείνος μεγαλοδείχνει. Εκείνη είναι η καθηγήτρια των αγγλικών, εκείνος ένας από τους μαθητές της. Εκείνη τη συμπαθούν όλοι ως δασκάλα, εκείνος όμως τολμά να τη διεκδικήσει ως γυναίκα. Κάποια στιγμή, με τρόπο αιφνίδιο και για τους δυο, η δεσποινίς Στέλλα Πέτερσεν και ο νεαρός Κρίστιαν (που δεν πέρασε ακριβώς τα βάσανα του αρχετυπικού Βέρθερου) ερωτεύονται. Το ειδύλλιο όμως, τη στιγμή ακριβώς που αρχίζει να ωριμάζει μέσα τους, κυριολεκτικά καραβοτσακίζεται στα ανοιχτά του Χιρτσχάφεν, στις βραχώδεις και κυματοδαρμένες ακτές της Βαλτικής.

Η ατμοσφαιρική νουβέλα«Ενός λεπτού σιγή»(Schweigeminute, 2008) του πολυγραφότατου γερμανού συγγραφέαΖίγκφριντ Λεντςπου πέθανε τον Οκτώβριο του 2014 σε ηλικία 88 ετών είναι η ιστορία ενός αγοριού που αναγκάζεται να δέσει κόμπο την καρδιά του και να μεγαλώσει, που ενηλικιώνεται απότομα όταν η ίδια η ζωή τού στερεί τραγικότατα την πρώτη αγάπη. Η αφήγηση αρχίζει με ένα μνημόσυνο στο Γυμνάσιο Λέσινγκ, με μια μαύρη κορδέλα περασμένη σε μια φωτογραφία, και τελειώνει με μια πλωτή κηδεία στη «μολυβένια θάλασσα», με μια ανοιγμένη τεφροδόχο. Ενδιαμέσως, και εδώ βρίσκεται όλη η ουσία, αναβιώνει μια επαφή πνευματική και σαρκική, βλέμματα θωπευτικά, βόλτες μυστικές, αγγίγματα ανατριχιαστικά, ένα δόσιμο αγνό, μια ευτυχία απρόσμενη και φευγαλέα.
Διαφανής γλώσσα


Η λογοτεχνική γοητεία τούτης της σύντομης μυθοπλασίας του Ζίγκφριντ Λεντς έγκειται σε μια γλώσσα που είναι πυκνή και συγχρόνως διαφανής, μια γλώσσα που δεξιώνεται την απώλεια και τη ματαίωση χωρίς ψυχολογισμούς. «Ετσι παραμυθένια όμορφη που ήσουν, Στέλλα, θα σε ακολουθούσα παντού, ακόμα και στον βυθό της θάλασσας» συλλογίζεται ο Κρίστιαν, ο γιος του Βίλχελμ του «πετροψαρά», ανακαλώντας (και εξιστορώντας μας ταυτοχρόνως) τα περασμένα.
Η αλήθεια πάντως είναι ότι εκείνη, κόρη ενός ασυρματιστή σε βομβαρδιστικό αεροπλάνο που φυλακίστηκε από τους Συμμάχους στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρέμενε κάπως επιφυλακτική με ό,τι συνέβαινε (χωρίς ωστόσο να το εμποδίζει) και πίστευε ότι η σχέση τους είναι «μια συνωμοσία εναντίον του σχολείου». Εκείνος πάλι, έχοντας ενθουσιαστεί, έχοντας παθιαστεί τόσο πολύ μαζί της, καταστρώνει ένα απερίσκεπτο σχέδιο για να ζήσουν μαζί στη φτωχική καλύβα ενός κοντινού νησιού, επειδή «δεν ήθελα να τελειώσει αυτό που είχε αρχίσει τόσο αναπάντεχα και σαν από μόνο του αναζητούσε τη διάρκεια».
Υπάρχει, πέραν της όμορφης και αβίαστης συνεύρεσής τους, και μια σκηνή όπου ο Κρίστιαν βρίσκεται στο σπίτι της Στέλλας, στο δωμάτιό της για την ακρίβεια, και συζητούν για την εργασία του πάνω στην αλληγορική «Φάρμα των ζώων» του Τζορτζ Οργουελ. «Με δυο λόγια, κατονόμασες τα αίτια της επανάστασης, αλλά δεν παρουσίασες καθόλου τους λόγους της αποτυχίας της» αποφαίνεται εκείνη, και τον προβληματίζει ακόμη περισσότερο όταν τον διαβεβαιώνει ότι «η επανάσταση τρώει τα παιδιά της».
Ο διευθυντής του σχολείου, σε ένα άλλο σημείο της αφήγησης, καλεί τον Κρίστιαν στο γραφείο του και, με αφορμή ένα παράξενο περιστατικό, του επισημαίνει: «Τα όσα αποσιωπούμε, έχουν πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις από τα όσα λέμε». Δεν αντιγράφουμε τυχαία τη βαρυσήμαντη αποστροφή του κ. Μπλοκ. Αυτή η φράση θα μπορούσε να συμπυκνώσει σε πολύ μεγάλο βαθμό το έργο του Ζίγκφριντ Λεντς, ενός συγγραφέα ιδιαιτέρως αγαπητού στην πατρίδα του και πολυδιαβασμένου, ο οποίος με τα βιβλία του θέλησε ακριβώς να βοηθήσει τη μεταπολεμική Γερμανία και τους πολίτες της να δουν κατάματα αλλά και να υπερβούν το κληρονομημένο άγος του ναζιστικού παρελθόντος. Ο ίδιος, όπως είχε εξηγήσει σε μια συνέντευξή του, θεωρούσε ότι ήταν απαραίτητη «η προληπτική δράση απέναντι σε οποιονδήποτε κίνδυνο επανεμφάνισης» του τέρατος.
Ο Ζίγκφριντ Λεντς, κορυφαία μορφή της γερμανόφωνης μεταπολεμικής πεζογραφίας και εκπρόσωπος μιας γενιάς διανοουμένων που τείνει να εκλείψει, δεν είναι τόσο γνωστός (αδίκως) στην Ελλάδα όσο οι νομπελίστες Χάινριχ Μπελ και Γκίντερ Γκρας, οι σύντροφοί του στην περίφημη λογοτεχνική «Ομάδα 47» η οποία εργάστηκε συστηματικά για την κριτική και θαρραλέα ανασυγκρότηση της γερμανικής ταυτότητας μετά τον πόλεμο, την ελευθερία της έκφρασης και τη δημοκρατία.
Στο γερμανικό ναυτικό


Ο ίδιος συνδέθηκε, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) της Δυτικής Γερμανίας και υποστήριξε την Ostpolitik του Βίλι Μπραντ, την επαναπροσέγγιση δηλαδή και την ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και το «ανατολικό μπλοκ» ευρύτερα. Ο Ζίγκφριντ Λεντς, τον επικήδειο του οποίου εκφώνησε πριν από λίγους μήνες στο Αμβούργο ο επιστήθιος φίλος του Χέλμουτ Σμιτ, είχε γεννηθεί το 1926 στο Λικ της Ανατολικής Πρωσίας (σημερινή Πολωνία), «σε μια μικρή πόλη ανάμεσα σε δύο λίμνες, στο διαμάντι της Μαζουρίας, όπως λένε οι κάτοικοί της».
Σε μια κρίσιμη καμπή του πολέμου, το 1943, ο Ζίγκφριντ Λεντς επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο γερμανικό ναυτικό. Αργότερα πιάστηκε ως αιχμάλωτος πολέμου στη Δανία και δούλεψε ως μεταφραστής των Βρετανών. Πριν από την έκδοση του πρώτου του μυθιστορήματος το 1951, που σήμανε και την ολοκληρωτική αφοσίωσή του στη λογοτεχνία, είχε σπουδάσει φιλολογία και φιλοσοφία ενώ είχε ασκήσει και τη δημοσιογραφία. Το 2007, δημοσιεύματα βασισμένα σε ευρήματα του γερμανικού ομοσπονδιακού αρχείου, έκαναν λόγο για προσχώρηση του ιδίου και άλλων επιφανών προσωπικοτήτων, όπως ο συγγραφέας Μάρτιν Βάλζερ, στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα (NSDAP) κατά το 1944.
Ο Ζίγκφριντ Λεντς, βραβευμένος από το 1999 με το Μετάλλιο Γκαίτε, απάντησε δημοσίως ότι αυτό συνέβη ερήμην του στο πλαίσιο των «ομαδικών εγγραφών» της ναζιστικής γραφειοκρατίας. Το σημαντικότερο μυθιστόρημα του ιδίου θεωρείται το «Deutschstunde» που εκδόθηκε το 1968 και σημείωσε διεθνή επιτυχία. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε παλαιότερα από τις εκδόσεις Οδυσσέας υπό τον τίτλο «Εκθεση ιδεών». Σε αυτό καταπιάνεται με τα σκοτεινά ζητήματα της χειραγώγησης και της ενοχής κατά την περίοδο της απόλυτης κυριαρχίας του ναζισμού, με πρωταγωνιστή μάλιστα ένα παιδί κλεισμένο σε ένα αναμορφωτήριο, τον Ζίγκι Γιέπσεν που εξαναγκάζεται να εξυμνήσει το «καθήκον» απέναντι στον Φύρερ, το έθνος, την πατρίδα.
Ελάχιστα βιβλία του Ζίγκφριντ Λεντς έχουν μεταφραστεί (διάσπαρτα) στην ελληνική γλώσσα: «Η απώλεια» (από τις εκδόσεις Οδυσσέας, και πάλι), «Το τρένο που δε χαιρετούσε» (παιδικό, από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος), «Η γλυκιά Σουλάικεν» (Εψιλον) και το εκπληκτικό «Γραφείο απολεσθέντων αντικειμένων» (University Studio Press) μόλις το 2010. Παρουσιάζεται, λοιπόν, μια ευκαιρία για τις εκδόσεις Πατάκη να σκύψουν με τρόπο συστηματικό πάνω στο έργο ενός σπουδαίου ευρωπαίου συγγραφέα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ