Θωμάς Κοροβίνης
Τι πάθος ατέλειωτο και άλλες ιστορίες.
Αφηγήματα
Εκδόσεις Αγρα,
σελ. 168, τιμή 14 ευρώ

Οι ιστορίες που συγκεντρώνει ο Θωμάς Κοροβίνης στο καινούργιο του βιβλίο έχουν μόνο εξωτερικά τη μορφή του διηγήματος (γι’ αυτό και κατά πάσα πιθανότητα ο χαρακτηρισμός «αφηγήματα»). Χωρίς να διαθέτουν πάντοτε αρχή, μέση και τέλος, με μιαν εμφανώς χαλαρή πλοκή, που εξελίσσεται κατά κανόνα με συνειρμικό τρόπο, με πρόσωπα των οποίων τα χαρακτηριστικά συχνά δεν ολοκληρώνονται, παραμένοντας στο επίπεδο του ποιητικού περιγράμματος, αλλά και με μιαν αεικίνητη, μονίμως υπερφορτισμένη γλώσσα που επικαλύπτει τη δράση, τα κείμενα του Κοροβίνη κρατούν από το διήγημα (έστω από το αφήγημα) μόνο δύο στοιχεία: την περιορισμένη έκταση και τη συμπυκνωμένη πλοκή.

Σε τι οφείλεται μια τέτοια ιδιομορφία; Μα στο γεγονός πως ο συγγραφέας δεν θέλει να μιλήσει γενικώς για την κοινωνία και τα ανθρώπινα. Σκοπός του Κοροβίνη, οργανικά συναρτημένος με το σύνολο έργο του (ερευνητικό και λογοτεχνικό), είναι να εξάρει ό,τι ο ίδιος έχει ψάξει σε βάθος και έχει λατρέψει από καρδιάς: το απέραντο ψηφιδωτό των μεγαλουπόλεων τις οποίες είχε την ευκαιρία να ζήσει στο πετσί του, τις άπειρες μεταμορφώσεις και τα πολλαπλά σχήματα μέσα από τα οποία αναπνέει η λαϊκή κουλτούρα, αλλά και τις επινοήσεις, τις περιπέτειες και τις εμπνεύσεις διά μέσου των οποίων περνά η υψηλή τέχνη.
Γράφοντας για τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη (η πρώτη είναι η πατρίδα του, στη δεύτερη έμεινε μια οκταετία) ο Κοροβίνης θα ξετυλίξει κομμάτια της ιστορίας τους και θα μνημονεύσει μεγάλες στιγμές του πολιτισμού τους, αλλά η έγνοια του δεν είναι η έγνοια του ιστορικού, ούτε καν του ιστοριοδίφη. Ιστορία και πολιτισμός θα μετατραπούν στον λόγο του σε ένα ρευστό, ηθελημένα ακαταστάλακτο μείγμα: ένα μείγμα που θα ενεργοποιήσει τη φαντασία και θα της επιτρέψει να συλλάβει την άτακτη εναλλαγή των μητροπολιτικών εικόνων στο βλέμμα του παρατηρητή σαν μια διαρκή γιορτή, σαν ένα αδιάκοπο πανηγύρι των αισθήσεων, όπου η όραση και η ακοή θα γίνουν ένα με την όσφρηση και την αφή αποκτώντας μια πρωτοφανή πολλαπλασιαστική δύναμη όταν θα χρειαστεί να αποδώσουν τον αστικό περίγυρο.
Δεν πρόκειται όμως μόνο για τις πόλεις αλλά και για τα πρόσωπα. Στις ιστορίες του Κοροβίνη θα αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο ο Βαμβακάρης και ο Καζαντζίδης, η Πόλυ Πάνου και η Φλέρυ Νταντωνάκη, ο Μανώλης Ρασούλης και ο Νίκος Παπάζογλου. Και όλοι αυτοί θα συναντηθούν αίφνης με τον Κώστα Ταχτσή, τη Ζυράννα Ζατέλη και τη Νένα Μεντή: από το ρεμπέτικο, το λαϊκό και την μπαλάντα ως το θέατρο και τη λογοτεχνία. Ο Κοροβίνης δεν θα αλλάξει εδώ κατά το παραμικρό τη μέθοδό του: γρήγορα, ελλειπτικά σκιτσαρισμένα πορτρέτα, τα οποία θα ενταχθούν σε έναν ενιαίο αφηγηματικό κορμό (ενόσω η μια ιστορία διαδέχεται την άλλη), καταλήγοντας εκ νέου σε μια γιορτή, που αυτή τη φορά θα τιμήσει (να πω θα αποθεώσει;) την καλλιτεχνική ευαισθησία. Και βέβαια, σε ένα πλαίσιο σαν κι αυτό τίποτε δεν μπορεί να είναι αφηρημένο ή ακαδημαϊκό. Ο αφηγητής θα ζωντανέψει τους ήρωές του με μια σχεδόν σωματική θέρμη: πώς στάθηκαν και πώς κινήθηκαν πάνω στη σκηνή, πώς υπηρέτησαν τη δουλειά τους και πώς υποβλήθηκαν στα μυστικά της, πότε φοβήθηκαν και πότε τρόμαξαν μαζί της, τι κόμισαν από το παρελθόν και πώς προσέβλεψαν στο μέλλον, τι περίμεναν πολύ και δεν τους δόθηκε ούτε κατά διάνοια, πότε άγγιξαν τα όριά τους, καθώς και πώς ή πότε ξεπέρασαν τους άλλους και τον εαυτό τους.
Και οι έρωτες; Εχουν θέση οι έρωτες στις γιορτές του Κοροβίνη; Εχουν και μάλιστα προβεβλημένη. Ερωτες πλάγιοι και ορμητικοί, έρωτες που δεν θα κρύψουν το άγχος και την προσδοκία τους όποτε οι ορίζοντες θα μείνουν άδηλοι ή σκοτεινοί, έρωτες υπόγειοι και ομοφυλοφιλικοί, έρωτες που θα χαρούν την απόκλιση και τη διαφορά τους, έρωτες που θα δεξιωθούν με τρομακτική αφοσίωση τον αγαπημένο σύντροφο στην αγκαλιά τους. Οι καλύτεροι έρωτες του Κοροβίνη είναι, αν μπορώ να το διατυπώσω έτσι, οι καβαφικοί: τόσο με την έννοια της ομοφυλοφιλίας όσο και, πρωτίστως, με την έννοια του ρίσκου αλλά και του ρίγους που προκαλεί η ερωτική αναζήτηση σε δημόσιο χώρο. Εκεί όπου το αντικείμενο του πόθου παραμένει συνεχές ζητούμενο, εκεί όπου τα πάντα εκκινούν από βάση μηδενική, εκεί όπου η λαχτάρα θα προκύψει εν ριπή οφθαλμού. Και για να κλείσω όπως ξεκίνησα, ένας τεράστιος έρωτας μήπως δεν είναι όλα στο βιβλίο του Κοροβίνη; Η μουσική, το θέατρο, οι αχανείς μητροπόλεις και, στην πρώτη γραμμή, το ίδιο το γράψιμο με τις ατέλειωτες ηδονές του.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ