Το βιβλίο «Φτωχοί άνθρωποι» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος και κοστίζει 22 ευρώ

Γουίλιαμ Τ. Βόλμαν. Εχει χαρακτηριστεί ως μοναδική φωνή στα αμερικανικά γράμματα. Το μυθιστόρημά του Κεντρική Ευρώπη κέρδισε το 2005 το εθνικό βραβείο λογοτεχνίας στις ΗΠΑ. Πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησε στα ελληνικά το δοκίμιο-ανθρωπολογική μελέτη Φτωχοί άνθρωποι. Για το βιβλίο αυτό επισκέφθηκε δεκάδες χώρες ρωτώντας τους φτωχούς πολίτες «Γιατί είσαι φτωχός;».

Tο 1982 επισκέφθηκε το Αφγανιστάν όπου βρέθηκε να παρακολουθεί μια μάχη μεταξύ μουτζαχεντίν και σοβιετικών στρατιωτών. Αυτό τον ενέπνευσε να γράψει το πρώτο του βιβλίο, το οποίο όμως εκδόθηκε δεύτερο στη σειρά «An Afghanistan Picture Show». Είναι περιζήτητος και συχνά γράφει άρθρα για περιοδικά όπως το «New Yorker» και το «Esquire». Δεν χρησιμοποιεί e-mail και ο μόνος τρόπος να τον βρεις είναι το τηλέφωνο και η παλιά καλή αλληλογραφία. Εμείς, για να είναι πιο γρήγορη η συνέντευξη, μιλήσαμε στο τηλέφωνο…

Για να γράψετε το «Φτωχοί άνθρωποι» συναντήσατε φτωχούς σε ολόκληρο τον κόσμο. Ποιον θα αποκαλούσατε πραγματικά πλούσιο;
«Τι περίπλοκη ερώτηση! Τι θλίψη φέρνει επίσης. Ανθρωποι με λίγα ή καθόλου χρήματα μπορεί να είναι πλούσιοι αν ζουν σε ένα ευτυχισμένο και βιώσιμο περιβάλλον. Πιθανότατα εσείς κι εγώ είμαστε πλούσιοι, αρκεί να το θεωρήσουμε έτσι. Από την άλλη, το να είναι κάποιος φτωχός δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε πεινάει».
Επομένως ο χαρακτήρας μας παίζει ρόλο στην αντίληψή μας για το αν είμαστε φτωχοί ή όχι.
«Σίγουρα. Θα προσθέσω και την κοινωνία που καθορίζει τη μοίρα μας. Θυμάμαι να συνομιλώ με ηλικιωμένες Ρωσίδες και να μου λένε ότι την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης δεν αισθάνονταν φτωχές γιατί όλοι ζούσαν με τον ίδιο τρόπο».
Ποιο θεωρείτε το πιο κακό παράπλευρο συναίσθημα που προκαλεί η φτώχεια;
«Μία από τις άσχημες καταστάσεις σχετικά με τη φτώχεια είναι όταν οι γονείς ανησυχούν για την ασφάλεια του παιδιού τους. Κάποτε στην Κολομβία, σε μια παραγκούπολη, ένα μικρό κορίτσι γύρισε σπίτι του από το σχολείο, κυνηγημένο από αγόρια, από τα οποία ένα κράταγε μαχαίρι. Η μητέρα με ρωτούσε τι θα μπορούσε να κάνει για να προστατεύσει το παιδί της. Δεν είχα απάντηση. Ενιωσα απαίσια. Εχω μια κόρη στα δεκαέξι και, ευτυχώς, δεν είχα ποτέ τέτοιου είδους ανησυχία για εκείνη. Οταν η φτώχεια κυριεύει έναν άνθρωπο, τα περαιτέρω ατυχήματα γίνονται σχεδόν εξ ορισμού πιο επικίνδυνα και βέβαια πιο πιθανά».
Ο Σοστακόβιτς, ήρωάς σας στην Κεντρική Ευρώπη, έχει πει ότι «δεν υπάρχει μουσική χωρίς κάποια ιδεολογία». Πιστεύετε ότι σε κάθε βιβλίο υπάρχει ιδεολογία;
«Φυσικά. Αν και μπορεί να μην είναι ορατή ούτε στον συγγραφέα ούτε στους αναγνώστες του. Με τα χρόνια, καθώς αλλάζει η κουλτούρα, αν επανέλθεις σε ένα βιβλίο που είναι μέτριο, τότε αποκαλύπτει την ιδεολογία του πιο εύκολα».
Μια και είναι της εποχής, οι «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι» τι ιδεολογία πιστεύετε ότι έχουν;
«Σε εκατό χρόνια από τώρα ο πλανήτης πιθανότατα θα είναι πιο ζεστός, οι πολλοί άνθρωποι φτωχότεροι και μάλλον θα είναι ένας βαθιά χειρότερος κόσμος. Αν κάποιος διαβάσει τότε αυτό το βιβλίο, θα δει ότι η ιδεολογία των ηρώων ήταν ο ναρκισσισμός χωρίς κανένα ενδιαφέρον για τον πλανήτη, και έτσι πέρναγαν τον χρόνο τους. Επίσης θα καταλάβει ότι αυτή η νοοτροπία ήταν η επιτομή στην κορυφή μιας οικονομικής υπερδομής που ήταν απόλυτα ανειλικρινής, εμπορική και αρπακτική».
Ομως και τότε, σε εκατό χρόνια, μάλλον θα υπάρχει κάποια αντίστοιχη κυρίαρχη λογική όπως στις Πενήντα αποχρώσεις…
«Ναι, γιατί το βασικό επίπεδο εξυπνάδας της ανθρωπότητας ήταν και πάντα θα είναι χαμηλό».
Ο Τζέιμς Τζόις έγραψε στον Οδυσσέα: «Φοβάμαι εκείνες τις μεγάλες λέξεις που μας κάνουν τόσο δυστυχισμένους». Στην κουβέντα μας δεν χρησιμοποιείτε μεγάλα λόγια.
«Ισως. Στο γράψιμο όμως τις χρησιμοποιώ. Για μένα ο τρόπος που θα χρησιμοποιήσω μια μεγάλη λέξη παίρνει χρόνο. Θέλω να είμαι σίγουρος ότι τη χρησιμοποιώ σωστά. Στον προφορικό λόγο είναι καλύτερο να χρησιμοποιώ μικρές λέξεις. Ετσι μόνο τα βρίσκω με το μικρό μυαλό μου».
Εχετε γράψει την «τριλογία της πορνείας». Τελικά ποια είναι πραγματική πορνεία;
«Στην κοινωνία των μετρητών βλέπεις τόσο πολλή πορνεία παντού. Στο μεταξύ όμως είμαστε όλοι πόρνοι, αφού κάνουμε πράγματα, ή με τρόπο, που σιχαινόμαστε, απλά για να βγάλουμε χρήματα να ζήσουμε».
Πριν από λίγες ημέρες ο Ομπάμα ζήτησε από το Κογκρέσο την άδεια να πολεμήσει εναντίον του ισλαμικού καθεστώτος. Τι λέτε για αυτό;
«Το ISIS είναι μια πολύ σκληρή και άγρια οντότητα και έχει κάνει απάνθρωπα πράγματα. Αν γνώριζα περισσότερα, θα ήμουν πρόθυμος να πω «ναι, βομβαρδίστε το ISIS, ή όχι, ας διαπραγματευθούμε». Είναι καλύτερο για μένα να δηλώνω άγνοια. Εδώ στις ΗΠΑ ο κόσμος θυμώνει πολύ όταν σκοτώνεται ένας Αμερικανός ή δύο Ιάπωνες με απάνθρωπο τρόπο, αλλά αν ρωτήσεις πόσους αθώους έχουμε σκοτώσει εμείς, απλά δεν πιστεύει ότι είναι αλήθεια».
Νομίζετε ότι ο τρόπος που σκέφτεστε ήταν ο κύριος λόγος που ήσασταν βασικός ύποπτος για την υπόθεση «Unabomber»;
«Στον φάκελό μου, στο FBI, ισχυρίζονται ότι αυτό είχε σχέση κυρίως με τα μυθιστορήματα που έγραφα. Ηταν συναρπαστικό να διαβάζω τις προσπάθειες του FBI να κάνει κριτική. Υπήρχε ένα βιβλίο μου, το Fathers and crows, που είχε θέμα τη διαμάχη ανάμεσα στους γάλλους Ιησουίτες στον Καναδά και στους ινδιάνους Ιροκέζους. Κάποιος θεώρησε ότι έκλινα πιο πολύ υπέρ των Ιροκέζων και άρα ήμουν υπέρ της τρομοκρατίας. Τέτοια ανοησία. Απλώς ήταν συναρπαστικό να διαβάζω τις ιδέες τους».
Πώς πήρατε τον φάκελό σας;
«Μέσα από την κίνηση «Ελευθερία στην Πληροφορία». Προσέλαβα ειδικό δικηγόρο που έκανε μήνυση στο FBI και με αυτόν τον τρόπο ήρθαν στα χέρια μου διακόσιες από τις περίπου επτακόσιες σελίδες του φακέλου. Οι υπόλοιπες είχαν εξαφανιστεί. Ηθελα να μάθω αν ήμουν ύποπτος και για κάτι άλλο, και κυρίως να δω αν είχε πληροφορίες για όσους με κατασκόπευαν. Θα είχε πλάκα να το δω. Η αλληλογραφία μου εξακολουθεί να έρχεται καθυστερημένα και παραβιασμένη. Αν ποτέ μού στείλετε γράμμα, φροντίστε να είναι συστημένο, αλλιώς μπορεί να μη φθάσει στα χέρια μου ποτέ».
Βιώσατε αυτό που έζησε ο πρωταγωνιστής στην ταινία «Η ζωή των άλλων». Πώς νιώσατε όταν διαβάζατε τη ζωή σας σε φάκελο του FBI;
«Στην αρχή γελούσα. Σκεφτόμουν ότι θα μπορώ να λέω στους φίλους μου πως ήμουν ύποπτος για την υπόθεση «Unabomber». Μετά άρχισα να νιώθω θλίψη και σκέφθηκα ότι θα ήθελα να μιλήσω σε αυτούς τους πράκτορες και να τους πω ότι απλά δεν με έχουν καταλάβει και να βγούμε έξω να πιούμε και να ανταλλάξουμε απόψεις. Ενιωσα λύπη για αυτούς και σε ένα-δυο σημεία ένιωσα αηδιασμένος. Ομως σκέφθηκα ότι εγώ ζήτησα να τα διαβάσω, οπότε πρέπει να φερθώ σαν μεγάλο αγόρι».
Με όλα αυτά χρειάστηκε ποτέ να επισκεφθείτε ψυχολόγο;
«Οταν ήμουν νεότερος, είχα πάει πολλές φορές γιατί ήμουν θλιμμένος για τον θάνατο της αδελφής μου από ατύχημα (σ.σ.: η εννιάχρονη αδελφή του πνίγηκε σε λίμνη ενώ ο λίγο μεγαλύτερος τότε Γουίλιαμ είχε αναλάβει να την προσέχει). Με βοήθησε αρκετά και από τότε μου αρέσει να ακούω τους άλλους, γι’ αυτό και τώρα λυπάμαι που μιλάω τόσο πολύ, προτιμώ να ακούω εσάς! Θα ήθελα να σας ρωτήσω κι εγώ κάτι. Ποιο βιβλίο του Καζαντζάκη είναι το αγαπημένο σας;».

Η «Ασκητική». Εσάς;
«Η Οδύσσεια. Το έχω διαβάσει πολλές φορές από όταν ήμουν πολύ μικρός. Με επηρέασε αρκετά. Πηγαίνει πολύ βαθιά. Η γλώσσα είναι υπέροχη, αν και θα προτιμούσα να μπορούσα να το διαβάσω στα ελληνικά. Λέει ότι υπάρχουν πολλά μονοπάτια που οδηγούν στην ολοκλήρωση. Μπορεί να είσαι καλλιτέχνης, πόρνη, στρατιώτης, δεν έχει σημασία. Απλά να ζεις βαθιά. Και αν ζεις με χαρά και ενέργεια, όταν έρθει ο θάνατος δεν θα έχει μείνει τίποτε να πάρει».
Φοβάστε τον θάνατο;
«Δεν τον φοβάμαι, όχι. Τα βασανιστήρια φοβάμαι».
Συνήθως οι συγγραφείς που γράφετε συχνά για τον θάνατο έχετε σκεφθεί και την τελική σκηνή της δικής σας ζωής…
«Ναι, θα ήθελα να πεθάνω στα χέρια μιας γυναίκας που αγαπώ. Πάντως σίγουρα θα πεθάνω χαμογελώντας, γιατί έμεινα όρθιος σε σχέση με τα βιβλία μου».
Αυτό ήταν το «κεφάλαιο» που είχατε να ξοδέψετε σε αυτή τη ζωή;
«Ολοι ζούμε με το δικό μας κεφάλαιο, που είναι ο εαυτός μας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ