Francois Vallejo
Μεταμορφώσεις
Μετάφραση Γιάννης Στρίγκος.
Εκδόσεις Πόλις, 2015,
σελ. 416, τιμή 17,70 ευρώ

Ενας στενός φίλος αποκάλυψε στην ανύποπτη Αλίξ Τεζέ ότι ο μικρότερος, ετεροθαλής αδελφός της «μεταστράφηκε», ότι έγινε μουσουλμάνος. Η πρώτη της αντίδραση ήταν η άρνηση, αδύνατον! Η δεύτερη, σχεδόν ταυτόχρονη, ήταν να παραδεχθεί, αν και συγκλονισμένη, ότι «τίποτα δεν θα του ταίριαζε περισσότερο». Σκούρα τα πράγματα, συγκεχυμένα και μυστηριώδη. Η ίδια πάντως τον είχε μεγαλώσει, θεωρούσε ότι τον ήξερε καλά, δεν τον είχε ικανό για κάτι τέτοιο ή, για να ακριβολογούμε, δεν τον είχε ικανό γι’ αυτό που αρχίζει να φοβάται. Ωστόσο η νέα πραγματικότητα είναι δυσοίωνα διαφορετική. Δοκιμάζει όχι μόνο τα όρια της λογικής της αλλά και την ευρυχωρία της αγάπης της.

Αιφνιδίως, εντός ολίγων μηνών, δεν υπήρχε πλέον ο άθρησκος Αλμπάν Ζοζέφ, ο πολλά υποσχόμενος φοιτητής της μοριακής χημείας που ετοίμαζε τη διατριβή του στο πανεπιστήμιο· υπήρχε μονάχα ο νεοφώτιστος Αμπντελκρίμ Γιουσέφ, ένας φανατικός ισλαμιστής, ένας εκκολαπτόμενος τζιχαντιστής, ένας δυνάμει τρομοκράτης. Πώς συνέβη αυτό; Αυτός είναι ο δραματουργικός πυρήνας του δέκατου μυθιστορήματος του γάλλου συγγραφέα Φρανσουά Βαλεζό (Λε Μαν, 1960) υπό τον τίτλο Μεταμορφώσεις (2012), του πρώτου που μεταφράζεται στην ελληνική γλώσσα.
Πρόκειται για ένα κείμενο συναρπαστικά επίκαιρο, ένα κείμενο που συντονίζεται με την αβέβαιη ταχυπαλμία των καιρών μας και αποτυπώνει την πολιτισμική και αξιακή της ασυμμετρία. Το χαρακτηρίζουμε επίκαιρο όχι για να υπογραμμίσουμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή η λογοτεχνία δεν (μπορεί να) είναι δημοσιογραφία, αλλά γιατί το κείμενο έρχεται να προστεθεί σε υπαρκτούς προβληματισμούς και να τους προσδώσει στοχαστικό βάθος: Γιατί, ας πούμε, στο Ισλαμικό Κράτος έχει συγκροτηθεί σήμερα μια «λεγεώνα των ξένων», αποτελούμενη από πολλούς «δυτικούς» μαχητές εκ των οποίων αρκετοί δεν έχουν καν εθνοφυλετική συνάφεια με τον αραβικό κόσμο; Πώς εξηγείται αυτό; Τι συμβαίνει μέσα στα κεφάλια τους;
Αντιστοίχως, για να επανέλθουμε στη μυθοπλασία, τι είδους ψυχολογικές μετατοπίσεις έχουν συντελεστεί εντός του Αλμπάν Ζοζέφ ο οποίος μετονομάστηκε σε Αμπντελκρίμ Γιουσέφ και ετοιμάζεται (έχοντας αλλάξει ζωή, έχοντας δικτυωθεί με τους νέους του «συντρόφους», έχοντας περάσει απ’ όλα τα στάδια της πνευματικής και σωματικής «μύησης», από μελέτη του Κορανίου ως στρατιωτική εκπαίδευση σ’ ένα άγνωστο οροπέδιο) να συμμετάσχει σε ένα «σημαντικό» και «ανατρεπτικό» γεγονός;
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα σε αυτή την ιστορία είναι αγρίως περίπλοκα. Σταδιακά δε συνειδητοποιεί ότι τα όσα συμβαίνουν αντανακλούν ακριβώς το πόσο ανεπίστρεπτα σύνθετος και συγκρουσιακός είναι ο σύγχρονος κόσμος που μας περιβάλλει. Οι ισορροπίες με τις οποίες καταπιάνεται ο Βαλεζό είναι λεπτές και ακανθώδεις. Το παραληρηματικό ύφος της αφηγήτριας, της θορυβημένης αδελφής που προσπαθεί να καταλάβει γιατί ο αδελφός της θέλησε να αλλάξει ταυτότητα, είναι κυριολεκτικά σαρωτικό, ενίοτε ιλιγγιώδες, η κλονισμένη συνείδησή της δεν μπορεί να ησυχάσει, η ίδια βολοδέρνει μεταξύ αγωνίας και αμφιβολίας, κι εμείς μαζί της.
Τα ερωτήματα (για όλους εμάς που ταυτιζόμαστε με την απορία αλλά και την υπαρξιακή ανασφάλεια της ηρωίδας) ορθώνονται μπροστά μας αμείλικτα. Ο προσήλυτος έχει ελεύθερη βούληση; Είναι αυθεντική η πίστη του; Μπορεί κάποιος να έχει εξτρεμιστικές αντιλήψεις χωρίς να ακολουθήσει, μοιραία από ένα σημείο και μετά, τον ένοπλο αγώνα κατά των «απίστων»; Εχει νόημα κανείς να επιχειρήσει να τον μεταπείσει; Η Αλίξ, διάνοια ασυμβίβαστη και αυτοσαρκαστική, κάτοικος της οδού Μπότσαρη στο Παρίσι, έχοντας εγκαταλείψει την καλλιτεχνική της σταδιοδρομία και ασχολούμενη επαγγελματικά πια με τη συντήρηση αρχαίων ρωμαϊκών τοιχογραφιών στη Βουργουνδία, επιχειρεί αρχικά να προσεγγίσει την κατάσταση με έναν τρόπο μάλλον διαισθητικό.
Ανακαλεί εσπευσμένα εικόνες ενός κοινού παρελθόντος που, ετεροχρονισμένα, θα μπορούσαν να νοηματοδοτήσουν τη «μεταστροφή» του Αλμπάν ως μια πιο εξελιγμένη, την πλέον ριζοσπαστική εκδοχή της προδιάθεσής του για «οριακές εμπειρίες». Η Αλίξ ήταν παρούσα στην «πρώτη μεταμόρφωση της προσωπικότητας» του αδελφού της, σε ένα πάρκο αναψυχής στη Γερμανία, όταν ο μικρός δεν έλεγε να κατέβει με τίποτα από το «τρενάκι του τρόμου». Υστερα από αλλεπάλληλους γύρους κόντεψε να λιποθυμήσει, πλην όμως στο πρόσωπο και στο σώμα του είχαν απομείνει τα ίχνη μιας «αναγέννησης». Μια άλλη φορά, σε μια ακτή της Νορμανδίας, ο Αλμπάν την έβαλε να σκάψει μαζί του μια μεγάλη τρύπα και στη συνέχεια της ζήτησε να τον «θάψει» με την άμμο ούτως ώστε να σφυγμομετρήσει την αντοχή του!
Η Αλίξ, η οποία δεν διστάζει σε μια στιγμή απόγνωσης να ψάξει (σαν κτητική και απατημένη σύντροφος) την γκαρσονιέρα του αδελφού της –όπου πράγματι εντοπίζει «προπαγανδιστικά κείμενα δίχως κριτικό πνεύμα» για τη διεφθαρμένη και παρακμάζουσα καπιταλιστική Δύση -, αρχίζει να αισθάνεται καλύτερα τα φίδια που τη ζώνουν όταν μαθαίνει ότι ο άλλος έχει μεταβεί στην Αφρική, με σκοπό να βρεθεί στη Σομαλία, «στην ωραιότερη ισλαμική χώρα, την πιο αγνή». Πολλαπλώς λειτουργικό το εύρημα του Βαλεζό: ο αδελφός της εκμεταλλεύεται το τουριστικό γραφείο των ανέμελων γονιών του, κοντά στην Οπερα της γαλλικής πρωτεύουσας, και το χρησιμοποιεί ουσιαστικά ως έναν κόμβο, ώστε να διασυνδεθεί με την παγκοσμιότητα και τη συλλογική φαντασίωση του ισλαμικού ριζοσπαστισμού, τον διεσπαρμένο κοινοτισμό του μουσουλμανικού φονταμενταλισμού.
«Οι λέξεις των απίστων», λέει κάπου ο Αμπντελκρίμ απευθυνόμενος στην ετεροθαλή αδελφή του, σε κάποια από τις γεμάτες ένταση αλλά και αμηχανία συναντήσεις τους, «γεμίζουν την έρημο της σκέψης τους, αλλά η άμμος της ερήμου σύντομα θα γεμίσει το στόμα τους», λόγια που προαναγγέλλουν, κατά τα λοιπά, το δικό του άδοξο μα και αμφίσημο τέλος. Προτού όμως φθάσουμε εκεί, ο Βαλεζό καταφέρνει να μας καθηλώσει. Οι προσωπικές καταγραφές της Αλίξ Τεζέ στον ηλεκτρονικό της υπολογιστή –ο μοναδικός τρόπος για την ίδια να διαχειριστεί κάπως την υπόθεση, να μην αποτρελαθεί –μπαίνουν απροσδόκητα στο μικροσκόπιο της Κεντρικής Διεύθυνσης Εσωτερικών Πληροφοριών της Γαλλίας.
Το κάδρο, όπως καταλαβαίνετε, ανοίγει απότομα, το παιχνίδι διευρύνεται και χοντραίνει. «Ημουν σίγουρη, παραποιούν και χρησιμοποιούν αυτά που έγραψα» αποφαίνεται η ίδια, βλέποντας τις σημειώσεις της να χρησιμεύουν τόσο σε αυτούς που θέλουν την καταδίκη όσο και σε αυτούς που εργάζονται για την αθώωση του πολυαγαπημένου της αδελφού, ο οποίος, εν τω μεταξύ, κρατείται στις φυλακές της Φρεν κατηγορούμενος για τρομοκρατία. Ενα μυθιστόρημα που, αν μη τι άλλο, προκαλεί εντύπωση και αξίζει την προσοχή σας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ