Αλέξης Πάρνης
Ο άλλος Εμφύλιος,
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Καστανιώτη,
σελ. 696, τιμή 23,43 ευρώ

Με το μυθιστόρημά του Η Οδύσσεια των διδύμων (2009), ο Αλέξης Πάρνης (γεν. 1924) ανέλαβε να εξιστορήσει την αλληλοσφαγή των ελλήνων κομμουνιστών στην Τασκένδη, αποθεώνοντας τον ήδη αποκαθηλωμένο εκείνη την εποχή γραμματέα του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη. Η ερμηνεία, παρ’ όλα αυτά, του κομμουνιστικού παρελθόντος στο βιβλίο του Πάρνη δεν διαθέτει μόνο αγιογραφικά, αλλά και έντονα κριτικά στοιχεία, όπως η ανάδειξη του σταλινικού ζόφου, τόσο στο εσωτερικό της κοινότητας των πολιτικών προσφύγων όσο και στην ηγεσία του ΚΚΣΕ, της οποίας αναπόφευκτα έπεσε εν τέλει θύμα και ο Ζαχαριάδης. Η Οδύσσεια των διδύμων αποτελεί από αυτή την άποψη ένα ιστορικό χωνευτήρι υψηλής ισχύος, που επεξεργάζεται μεθοδικά και αυτοδύναμα το υλικό του, ανεξάρτητα από τον ρόλο του Πάρνη ως ιστορικού μάρτυρα. H δράση της Οδύσσειας των διδύμων λειτουργεί έτσι όπως λειτουργεί και η δράση ενός ιστορικού μυθιστορήματος. Με τον χρόνο αναφοράς του να πηγαίνει τουλάχιστον πενήντα χρόνια πίσω εν σχέσει προς το συγγραφικό παρόν, ο Πάρνης θα θέσει σε κίνηση έναν μηχανισμό ρεαλιστικού και άκρως λεπτομερειακού φωτισμού συμβάντων, τόπων, χαρακτήρων και καθημερινών πρακτικών, με πολυεστιακή αφήγηση και πραγματικά και επώνυμα ή πλαστά και ανώνυμα πρόσωπα (κυρίως, πάντως, πραγματικά και επώνυμα), εντάσσοντας στο κάδρο του γεγονότα τα οποία αποκαλύπτουν μια κοινωνία με καθοριστική επιρροή στη ζωή του ατόμου –ενός ατόμου που έχει σαφή αίσθηση του ανήκειν στην ιστορική του στιγμή.

Με παρόμοια λογική και άρθρωση λειτουργεί και το καινούργιο έργο του Πάρνη υπό τον τίτλο Ο άλλος Εμφύλιος. Πρωταγωνίστρια τώρα είναι η άλλη παράταξη της εμφύλιας σύρραξης: μια οικογένεια από τη Μάνη της οποίας τις τύχες, πρώτα στην Ελλάδα, ύστερα στις ΗΠΑ και κατόπιν πάλι στην Ελλάδα, παρακολουθούμε μέσω της πορείας του νεότερου γόνου της, του εκκολαπτόμενου νομικού Γιάννη Δερβένη. Ηρωας του Εθνικού Στρατού στην αναμέτρησή του με τον ΔΣΕ, ο Δερβένης, που έχει χάσει νωρίτερα την αγαπημένη του από φονική επίθεση της ΟΠΛΑ (ένοπλος βραχίονας του ΚΚΕ), θα ταξιδέψει στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στις ΗΠΑ, προσκεκλημένος από τον θείο του Τομ (πετυχημένο εστιάτορα με κατευθείαν προσβάσεις στην εξουσία), για να δώσει διαλέξεις αφιερωμένες στον αγώνα κατά του κομμουνισμού στην Ελλάδα. Εκείνο όμως που πρωτίστως ενδιαφέρει τον Γιάννη είναι ο κινηματογράφος. Γνωρίζοντας τον Σπύρο Σκούρα της 20th Century Fox, ο φιλόδοξος νεαρός θα υπογράψει συμβόλαιο μαζί του για ταινίες με θέμα την Κατοχή και τον Εμφύλιο (έχει κινηματογραφήσει, μεταξύ άλλων, την ανατίναξη του κτιρίου της φιλοχιτλερικής ΕΣΠΟ από την ΠΕΑΝ) ενώ λίγο αργότερα θα βρεθεί ξανά στη Μάνη με τον αμερικανοτραφή εξάδελφό του για να μπλέξουν από κοινού σε μια σκληρή μετεμφυλιακή ιστορία. Η έρευνα του Γιάννη για το κινηματογραφικό του θέμα δικαιολογεί τη σωρεία των ιστορικοπολιτικών γεγονότων που παρεμβάλλονται στην αφήγηση, ακόμα κι αν δεν συνδέονται ευθέως με την κεντρική δραματουργία. Ο Πάρνης συσχετίζει επίσης ευρηματικά τις εμφυλιακές συγκρούσεις με τη μανιάτικη βεντέτα σε ένα μυθιστόρημα που με τις συνεχείς ανατροπές της πλοκής του θυμίζει πικαρέσκο.
Ο σταλινικός τρόμος της Οδύσσειας των διδύμων θα οδηγήσει τώρα τον Πάρνη σε ένα βιβλίο όπου υπερισχύει η αλήθεια των νικητών, με τους ίδιους να πληρώνουν κάποτε ακριβά τις αντικομμουνιστικές τους πεποιθήσεις. Ο Πάρνης δεν θέλει εν τούτοις να γράψει μια δοξαστική απολογία, αλλά να προχωρήσει σε μια σύνθεση ευθυνών. Οι ήρωές του μετέχουν στον Εθνικό Στρατό και στις εθνικόφρονες οργανώσεις, αλλά νιώθουν φρίκη για τους δωσιλόγους και τα Τάγματα Ασφαλείας, είναι απαρεγκλίτως ταγμένοι στον αντιφασιστικό αγώνα, κοιτάζουν τους Αγγλους με μεγάλη καχυποψία, ξέρουν να αναγνωρίζουν τόσο τον Ζέρβα και τον Ψαρρό όσο και τον Βελουχιώτη, και έχουν πλήρη συνείδηση της βίας η οποία θα ασκηθεί τόσο από το ελληνικό μεταπολεμικό κράτος όσο και από τον μακαρθισμό στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.
Μήπως όμως τέτοιοι ήρωες τείνουν προς την εξιδανίκευση; Μήπως η ανθρωπολογία τους δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα; Μήπως εν κατακλείδι πρόκειται απλώς για τη συγκάλυψη μιας ιδεολογικής στροφής; Δεν θα το έλεγα. Πρώτον, γιατί όλοι τους έχουν αντιφάσεις και αντινομίες ενώ δεν παύουν εκ παραλλήλου να βασανίζονται από εξαιρετικά αντικρουόμενα αισθήματα, χωρίς να είναι ποτέ βέβαιοι για τον εαυτό τους. Δεύτερον, επειδή απέναντί τους είναι τοποθετημένα πρόσωπα που διακατέχονται από ανάλογο σκεπτικισμό: αριστεροί που έχουν την ικανότητα να διαισθανθούν τις βαθύτερες προσδοκίες και τους μύχιους πόθους του άλλου, δίχως να εγκαταλείψουν ούτε κατά διάνοια το δικό τους μετερίζι.
Με το βιβλίο του ο Πάρνης ανοίγει, ακόμα κι αν παραμένει αυτόπτης μάρτυς του καιρού του, διάλογο με το ιστορικό μυθιστόρημα των νεοτέρων για τον Εμφύλιο. Το ζήτημα ύστερα από επτά και πλέον δεκαετίες δεν είναι να επιστρέψουμε στην αντιπαράθεση για το ποιος είχε δίκιο και για το ποιος τελούσε εν αδίκω, αλλά να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του τραύματος, αναζητώντας τρόπους για την αποθεραπεία του. Και για να γίνει αυτό, καμιά πλευρά δεν χρειάζεται να υποστείλει την ιδεολογικοπολιτική της σημαία (αν κρατάει ακόμη κανείς υψωμένες σημαίες), περνώντας σε καθεστώς χρυσής ουδετερότητας. Ο Πάρνης θα το πει και θα το δικαιώσει μυθιστορηματικά απερίφραστα: αρκεί το ένδον σκάπτε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ