Σπύρος Μπουκάλας-Καρκαγιάννης,
Ιάσων Σχινάς-Παπαδόπουλος
Συνθήματα και τραγούδια
των ελληνικών γηπέδων
Εξώφυλλο και σχέδια:
Τάσος Παυλόπουλος.
Εκδόσεις Αγρα, 2014,
σελ. 152, τιμή 10 ευρώ

Το ακαδημαϊκό έτος 2009-2010 ο Σπύρος Μπουκάλας-Καρκαγιάννης, πρωτοετής φοιτητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρότεινε στον διδάσκοντα καθηγητή του να συντάξει μια εργασία με θέμα τα γηπεδικά συνθήματα. Στο έργο του φαίνεται να τον βοήθησε ο συμφοιτητής του Ιάσονας και ο γενναιόδωρος Σπύρος ζήτησε να κατατεθεί η εργασία με το όνομα και των δύο. Ο Σπύρος δεν είναι πια εδώ. Από τον Αύγουστο του 2011, είκοσι χρόνων τότε, μαρσάρει τη συντριμμένη μοτοσικλέτα του σε έναν ουράνιο «Καραϊσκάκη» με το κασκόλ του «Θρύλου» να ανεμίζει στον λαιμό του. Εμεινε η φοιτητική εργασία των δύο φίλων που κυκλοφορεί σήμερα, με την κατατοπιστική Εισαγωγή τους. Το βιβλίο εμπλουτίζεται με πολλές και ενδιαφέρουσες επεξηγηματικές σημειώσεις του ειδήμονος και περί τα ποδοσφαιρικά Παντελή Μπουκάλα.

Περιεχόμενο του βιβλίου είναι τα συνθήματα και τα άσματα των οπαδών Ολυμπιακού, Παναθηναϊκού, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Αρη και Πανιώνιου. Στην πλειονότητά τους είναι σεξιστικά, αθυρόστομα και άκρως υβριστικά και, μολονότι «ου φωνητά», άδονται στεντορείως εν χορώ σε κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα και όχι μόνο. Τα περισσότερα καλλιεπή στιχουργήματα και συνθήματα τα έχει ο Ολυμπιακός, 62 τον αριθμό. Ακολουθεί ο Παναθηναϊκός με 59 παρόμοια ποιημάτια απείρου, επίσης, κάλλους. Για τον Αρη καταγράφονται 31 άσματα και συνθήματα, 34 είναι αεκτζήδικα, 5 του Πανιώνιου και 55 της Παοκάρας. Οι συντάκτες της μελέτης χωρίζουν τα οπαδικά συνθήματα και τραγούδια σε δύο κατηγορίες:

1. Στους λατρευτικούς ύμνους που οι ευσεβείς οπαδοί απευθύνουν προς την ομάδα τους. Κάποιες φορές οι ύμνοι αυτοί διανθίζονται από κατάρες και ανίερες αποστροφές προς τις αντίπαλες ομάδες.

2. Στα περιπαικτικά και εξόχως υβριστικά για τους αντιπάλους, τους οπαδούς και όλους τους συγγενείς τους. Συνήθως για τα θήλεα μέλη. Στην πρώτη κατηγορία συνθημάτων η αγαπημένη ομάδα προσφωνείται με όρους ακραιφνώς θρησκευτικούς: «Θρύλε Θεέ μου / Ολυμπιακέ μου», «ΠΑΟ θρησκεία / θύρα Δεκατρία», «Ολοι στο ναό / έχουν για θεό / τον αιώνιο / Πανιώνιο», «Αρης θρησκεία / για πάντα Super 3», «ΠΑΟΚ είσαι θρησκεία / είσαι μαγεία…».

Ομως την ίδια στιγμή κατά την οποία η ομάδα είναι η θρησκεία, η πατρίς και η οικογένεια, τα δύο άλλα συστατικά του ελληνικού τρίπτυχου είτε απαξιώνονται είτε και λοιδορούνται. «Το σπίτι μου το άφησα / την γκόμενα παράτησα» ή «Οι γονείς μου μ’ ήθελαν καλό γιατρό / δικηγόρο, μπάτσο ή στρατιωτικό (!) / μα εγώ από μικρός / ήμουν οπαδός / και τρελός / με τον Παναθηναϊκό».

Τα περισσότερα από τα υβριστικά συνθήματα δεν μπορούν να αναπαραχθούν εδώ, αλλά ο αναγνώστης δεν πρόκειται να σοκαριστεί. Αλλωστε το υβρεολόγιο έχει εισέλθει προσφάτως και στον άμωμο χώρο της Βουλής, όπου, όπως υποτίθεται, κυριαρχούν το ευγενικό ήθος, η επιχειρηματολογία και η δημοκρατική συμπεριφορά. Να σημειωθεί επίσης ότι αυτά τα υβριστικά συνθήματα είναι πολλές φορές πιο εφευρηματικά και πιο σπιρτόζικα από όσο τα συνθήματα «θρησκευτικού» περιεχομένου. Εδώ σε αυτή την ευγενή κατηγορία συναντούμε επίσης αναφορές (κυριολεκτικές, μεταφορικές ή υπαινικτικές) σε ναρκωτικά, μαστούρες και παρόμοια ελιξίρια, όπως το παοκτζήδικο: «Είχα δέντρα στα Ζωνιανά, / ήρθαν οι μπάτσοι / και τα πήρανε κι αυτά. / Μα σαν τη δική σου μαστούρα / πουθενά».
Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει και η μουσική επένδυση αυτών των καλλιτεχνημάτων. Απορεί, λ.χ., κανείς ποιος τόνισε πρώτος πάνω στον γνωστό ρυθμό του αντάρτικου «Το ΕΑΜ μας έσωσε απ’ την πείνα / θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά», άσματα όπως «Ηρθαμε απ’ τη Μακεδονία / κι είμαστε του ΠΑΟΚ τα παιδιά» ή «Είμαστε από τη Λεωφόρο / και @@@ Τούμπα, Πειραιά…». Αλλά και ο εθνικός ύμνος έχει πειραχθεί, όπως στο γαύρικο άσμα «Σε γνωρίζω απ’ τη φανέλα / που ‘ναι ερυθρόλευκη / σε γνωρίζω απ’ την τρέλα / που ‘ναι ατέλειωτη» και στο παοκτζήδικο ομόρρυθμο, «Σε γνωρίζω απ’ τη φανέλα / την ασπρόμαυρη στολή / Σ’ αγαπώ με τόση τρέλα / όσο τίποτε στη γη». Τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για να διαλαλήσουν ποδοσφαιρικά αισθήματα. «Αγιος Βασίλης Παοκτζής / αλήτης είναι και μπεκρής». Τέλος, γνωστά σουξέ, όπως «της Αμύνης τα παιδιά» του Σταύρου Ξαρχάκου και ο «Δρόμος» του Μάνου Λοΐζου έχουν χρησιμοποιηθεί για να τονίσουν οπαδικά άσματα, «Μια μέρα θα το γράψει η ιστορία / πως μπήκανε οι Παοκτζήδες στην Τουρκία», ή «ο ΠΑΟ είχε τη δική του ιστορία / κάποιοι τη γράψανε με πράσινη μπογιά»!
Προφανώς όλα τα υβριστικά και σεξιστικά άσματα που καταγράφουν οι δύο φίλοι έχουν να κάνουν με το κοινωνικό, πολιτισμικό αλλά και πολιτικό ποιόν των συνθετών και ως έναν μεγάλο βαθμό εκφράζουν και τους άδοντες, μολονότι η γηπεδική ατμόσφαιρα δημιουργεί –όπως, τηρουμένων των αναλογιών, μια ροκ συναυλία –ένα ιδιόμορφο μαζικό παραλήρημα. Οι δυο συντάκτες υπαινίσσονται πως ένα τουλάχιστον μέρος των «οπαδών» μπορεί, μέσα από τα ακραία συνθήματα, να οδηγηθεί σε ψύχωση, σε μια ολοκληρωτική λογική, που κάποτε φτάνει και τα όρια του φασισμού. Οντως πολλές φορές έχουμε δει τέτοιου είδους συμβάντα. Ομως, και παραταύτα, αυτά τα κακόφωνα και υβριστικά άσματα δεν συστήνουν αυτά καθεαυτά ακραία πολιτική πρακτική. Ούτε ο μεγάλος όγκος των οπαδών, όλων των ομάδων, «εκτονώνεται» πολιτικά μέσα στο γήπεδο. Συχνές είναι οι αναφορές σε γνωστούς ποδοσφαιρικούς παράγοντες, σε απόπειρες δωροδοκίας, σε αλλοίωση αποτελεσμάτων με διαιτητικά σφυρίγματα κ.λπ., ωστόσο κανένα από τα οπαδικά άσματα και συνθήματα δεν φαίνεται πολιτικά χρωματισμένο. Η ομάδα είναι ένας υπερκομματικός οργανισμός, μέσα στον οποίο συνυπάρχουν όλα τα κομματικά γούστα. Οι πρόσφατες δημοτικές εκλογές έδειξαν πως το οπαδικό «κόμμα» είναι ανώτερο από το πολιτικό ιδεολόγημα. Η παλαιά ρομαντική αφήγηση ότι οι Γαύροι είναι παιδιά λαϊκά, ενώ οι Πανάθες είναι αριστοκρατία, έχει ξεπεραστεί προ πολλού από την πραγματικότητα. Αλλωστε οι μεγαλομέτοχοι του ποδοσφαίρου είναι πολιτικά άοσμοι για τους οπαδούς.
Αυτά, λοιπόν, τα άσεμνα άσματα και συνθήματα, που συνέλεξαν και ερμήνευσαν ο Σπύρος και ο Ιάσονας, προφανώς αντανακλούν κοινωνικές παραστάσεις και εμπειρίες, αλλά είναι απλά τραγούδια. Συνθήματα. Δεν συνιστούν πράξεις βίας και χουλιγκανισμού. Ούτε αλλοιώνουν αποτελέσματα, ούτε κλέβουν στο στοίχημα, ούτε στήνουν παράγκες. Συνιστούν μια ακάθαρτη «κουλτούρα» και εκπέμπουν έντονα τη λεκτική βία, αλλά το ελληνικό ποδόσφαιρο, ως θεσμός, ως κοινωνικό γεγονός είναι περισσότερο ακάθαρτο. Διεφθαρμένο και σκοτεινό. Δεν είμαι βέβαιος αν κάποια στιγμή οι οπαδοί θα έπρεπε να εγκαταλείψουν την «υπερκομματική» ομάδα και να κράξουν και τους πολιτικούς, όπως συνέβαινε (στον όποιο βαθμό) με τους Πράσινους και τους Βένετους. Μακάρι αυτή η οπαδική αισχρολογία να λειτουργούσε αποτροπαϊκά όχι μόνο για την ποδοσφαιρική διαφθορά αλλά και για την πολιτική κατάντια. Το πιο χυδαίο τραγούδι του οπαδού είναι ύμνος αγγελικός μπροστά στην παραγοντική και πολιτική ψευδολογία.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ