ΓΙΟΧΑΝ ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΦΟΝ ΓΚΑΙΤΕ
Το ταξίδι στην Ιταλία
Εισαγωγή – μετάφραση Γιώργος Δεπάστας,
Εκδόσεις Ολκός, 2014,
σελ. 213, τιμή 18 ευρώ

«Et in Arcadia ego! (Κι εγώ στην Αρκαδία!)». Το μότο, τίτλος δύο πινάκων του Νικολά Πουσέν (1594-1665), προτάσσεται στο Ταξίδι στην Ιταλία του Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, από τα πιο χαρακτηριστικά και προσωπικά έργα του, γραμμένο υπό μορφή ημερολογίου, με έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, όπου περιγράφει τις εμπειρίες του από τα ταξίδια που πραγματοποίησε στην Ιταλία από το 1786 ως το 1788.

Ο Γκαίτε δεν χρησιμοποιεί το μότο στα λατινικά, όπου η Αρκαδία είναι η ιδανική χώρα αλλά το εγώ είναι ο θάνατος. Με άλλα λόγια, ακόμη και στην ιδανική ουτοπία παραμένουμε θνητοί. Ο γίγαντας της Βαϊμάρης χρησιμοποιεί τη γερμανική μετάφραση «Auch ich in Arkadien», που το νόημά της είναι ελαφρώς διαφορετικό, δηλαδή περίπου «(κατάφερα) κι εγώ (να πάω) στην Αρκαδία».
Η μυθική Αρκαδία λοιπόν είναι για τον Γκαίτε η Ιταλία, ο κοσμικός παράδεισος που τον επισκέπτεται ως περιηγητής, ως προσκυνητής αλλά και με τη βαθύτερη επιθυμία να κατανοήσει και να εισχωρήσει στο πνεύμα ενός μεγάλου πολιτισμού ώστε να αποκτήσει άμεση εμπειρία της αρχαιότητας που θα του προσφέρουν κυρίως η Ρώμη και η Σικελία.
Οταν ταξιδεύει στη χώρα του Δάντη είναι 37 ετών αλλά διατηρεί έντονες τις αναμνήσεις από τις αφηγήσεις του πατέρα του ο οποίος είχε επισκεφθεί τη Βενετία και άλλες ιταλικές πόλεις.
Ετσι μέσα στα χρόνια η νοσταλγία των αναμνήσεων μεταβλήθηκε σε ανάγκη και πόθο να ζήσει με τον δικό του τρόπο όσα είχε ζήσει και ο πατέρας του.
Σε όλη τη διάρκεια των ταξιδιών του έστελνε επιστολές σε γνωστούς και φίλους με τις εντυπώσεις του. Αυτές υπήρξαν το πρωτογενές υλικό του Ταξιδιού.
Οι θαυμάσιες παρατηρήσεις του Γκαίτε συνοδεύουν τον ενθουσιασμό του για τον κόσμο στον οποίο βρέθηκε, ένα θαύμα της ζωής και της δημιουργίας, όπως λ.χ. όταν γράφει πως η Βενετία είναι «μια μεγάλη οντότητα που ξεπήδησε από τα σπλάχνα της θάλασσας».
Και δεν είναι διόλου τυχαίο που ο Τόμας Μαν, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του συνεχιστή του Γκαίτε, εκείνον είχε κατά νου όταν διαμόρφωνε τον χαρακτήρα του συγγραφέα Γκούσταβ Ασενμπαχ, πρωταγωνιστή της νουβέλας του Θάνατος στη Βενετία.
Παρατηρητής και μαθητής
Ο Γκαίτε είναι παρατηρητής αλλά και «μαθητής». Γι’ αυτό και γράφει, όταν βρίσκεται στη Ρώμη: «Ηξερα βέβαια ότι εδώ θα μάθω κάτι σημαντικό, αλλά πως θα ‘πρεπε να πάω στο σχολείο από την αρχή, να ξεχάσω πολλά από αυτά που ξέρω για να τα ξαναμάθω διαφορετικά, αυτό δεν το είχα σκεφτεί». Για να αποφανθεί παρακάτω: «Νομίζω ότι και η ηθική μου υφίσταται μαζί με την αισθητική μου μεγάλη ανανέωση».
Αν για τον ίδιο η Ιταλία είναι ένα καλλιτεχνικό σύνολο όπου «ζει κανείς όπως σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες» και «παρά τη θέλησή του βλέπει τον εαυτό του και τους άλλους πάλι και πάλι», αντιλαμβανόμαστε πως τα ταξίδια αυτά δεν είναι απλώς το άνοιγμα σε έναν κόσμο που τον συναρπάζει αλλά και μια μορφή αυτογνωσίας.
Ενας Βόρειος μπαίνει στο εκθαμβωτικό τοπίο του Νότου για να αναπνεύσει την αύρα των εποχών και τα δημιουργήματα μιας ευαισθησίας που σε πρώτο κοίταγμα μοιάζουν να τον ξεπερνούν. Δεν είναι τόσο η ένταση των παραστάσεων που προσλαμβάνει όσο η απαράμιλλη δύναμή τους να μεταμορφώνουν τον εσωτερικό του κόσμο. Γιατί τότε μόνο η εμπειρία αγγίζει το θαύμα.
Το θαύμα όμως δεν βρίσκεται μόνο στα έργα τέχνης: στην αρχιτεκτονική, στη γλυπτική, στους αρχαίους ναούς, στους ανυπέρβλητους πίνακες της Αναγέννησης, όπου ο «μαθητής» Γκαίτε «θα μάθει και θα βρίσκει και σ’ αυτούς τον εαυτό του».
Βρίσκεται και στις σκηνές της καθημερινής ζωής, στη γάτα της νοικοκυράς του στη Ρώμη που «προσεύχεται (η γάτα!) στον Θεό», στις άμαξες, στις γόνδολες, στην κινούμενη εικόνα των κατοίκων στη Νάπολη που δεν είναι μια καθαρή πόλη αλλά ένα μέρος στο οποίο (σε αντίθεση με τη Ρώμη, όπου χαίρεται κανείς να σπουδάσει) θέλει μόνο να ζει κι ας είναι αναγκασμένος, όπως ο Ναπολιτάνος, να ζει «και με τον Θεό και με τον Σατανά».
Αυτά και πλήθος παρόμοια τον συναρπάζουν σε τέτοιον βαθμό ώστε να γράφει πως θα προτιμούσε, αν δεν επέστρεφε στη Γερμανία αλλαγμένος, να μην ξαναγυρνούσε ποτέ.

Καταστατικό έργο της παγκόσμιας ταξιδιογραφίας
Αν το καταστατικό έργο για τη γαλλική ταξιδιογραφία είναι ο Οδοιπόρος του Σατομπριάν, για τη γερμανική αντίστοιχη είναι το Ταξίδι στην Ιταλία του Γκαίτε. Ωστόσο το έργο του Γερμανού όσον αφορά την ταξιδιογραφία που επακολούθησε είναι κατά τη γνώμη μου σημαντικότερο.
Οχι μόνο επειδή μας προϊδεάζει για τα κατοπινά μεγάλα έργα του, αλλά και γιατί η μετουσίωση της εμπειρίας είναι βαθύτερη και ελκυστικότερη.
Το Ταξίδι ενώ είναι έργο εποχής διαβάζεται σαν να αφορά το παρόν, σαν να μεταφέρεται η προγενέστερη εμπειρία σε εικόνες που τις αναγνωρίζει και σήμερα όποιος ταξιδέψει στις ιταλικές πόλεις που επισκέφθηκε ο Γκαίτε.
Η ελληνική έκδοση του Ταξιδιού στην Ιταλία περιλαμβάνει μόνο το πρώτο μέρος. Το δεύτερο δεν θα ενδιέφερε το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, αφού εκεί ο Γκαίτε αναφέρεται κυρίως στην αλληλογραφία του και στην ολοκλήρωση των έργων του Τουρκουάτο Τάσο και Εγκμοντ.
Ο μεταφραστής Γιώργος Δεπάστας ακολούθησε τα ίχνη του Γκαίτε, και στο κείμενο αλλά και στον κόσμο που περνάει από τις σελίδες του, πραγματοποίησε δηλαδή ένα πραγματικό και ένα παράλληλο γλωσσικό οδοιπορικό παραδίδοντάς μας μια εξαιρετική μετάφραση, υποδειγματική από την αρχή ως το τέλος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ