Το 2013, λίγες ημέρες πριν από την «Anzac Day» –Hμέρα Εθνικής Μνήμης στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία προς τιμήν των πεσόντων στρατιωτών όλων των πολέμων –ο υπέργηρος πατέρας κάλεσε τον μεσήλικο γιο και τον ρώτησε «τι γίνεται;» με το βιβλίο που έγραφε. «Τέλειωσα» του απάντησε τότε ο Ρίτσαρντ Φλάναγκαν, ο εφετινός νικητής του βραβείου Booker, της σημαντικότερης λογοτεχνικής διάκρισης στον αγγλόφωνο κόσμο. Ο ίδιος είχε μόλις αποστείλει ηλεκτρονικά το τελικό κείμενο στον εκδότη του. Χρειάστηκε δώδεκα χρόνια για να ολοκληρώσει το έκτο, ιδιοτύπως βιωματικό μυθιστόρημά του υπό τον τίτλο «The Narrow Road to the Deep North» (Ο στενός δρόμος προς τον βαθύ Βορρά, Chatto & Windus, 2014).
Richard Flanagan
Εγχειρίδιο ιχθύων – Μυθιστόρημα σε 12 ψάρια
Μετάφραση Αθηνά Δημητριάδου.
Εκδόσεις Αγρα, 2006,
σελ. 499, τιμή 25,50 ευρώ

Εγραψε πέντε διαφορετικές εκδοχές της συγκλονιστικής ιστορίας που ένιωσε την ανάγκη να αφηγηθεί. Τις έκαψε όμως όλες, το πέρασμα από τη μια εκδοχή στην άλλη ήταν κάθε φορά ένας σωρός από στάχτες. Αργότερα, την ίδια εκείνη ημέρα, ο πατέρας του, ο 98χρονος Αρτσι, επιζήσας του διαβόητου «Σιδηροδρόμου του Θανάτου», άφησε την τελευταία του πνοή. «Σε έναν τοίχο του σπιτιού μας ο ίδιος είχε κρεμάσει μια ταπεινή ξύλινη πλακέτα με τα ονόματα των συντρόφων του που πέθαναν εκεί», στα καταναγκαστικά έργα της γραμμής Ταϊλάνδη – Μπούρμα (σημερινή Μιανμάρ) που κατασκεύασαν (1942 – 1943) αιχμάλωτοι (9.000 και πλέον Αυστραλοί μεταξύ αυτών) υπό τις διαταγές των Ιαπώνων στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. «Τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα εκεί ήταν περισσότερα από ό,τι στη Χιροσίμα. Πιο πολλά ήταν τα πτώματα εκεί από τις λέξεις στο μυθιστόρημά μου» έγραψε πρόσφατα ο αυστραλός συγγραφέας που γεννήθηκε το 1961 σε μια προλεταριακή γωνιά της Τασμανίας. Ο Ρίτσαρντ Φλάναγκαν, το πέμπτο από τα έξι παιδιά της οικογένειας, μετουσίωσε τις εμπειρίες και τις μνήμες του πατέρα του, οικειοποιήθηκε το τραύμα και το έκανε λογοτεχνία.

«Είναι ένα σπουδαίο μυθιστόρημα για τον έρωτα και τον πόλεμο»
είπε το βράδυ της περασμένης Τρίτης ο βρετανός φιλόσοφος Α. Κ. Γκρέιλινγκ, ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής για το βραβείο Booker 2014, ανακοινώνοντας τον νικητή στην επίσημη τελετή που πραγματοποιήθηκε στο εντυπωσιακό Γκίλντχολ του Λονδίνου. Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ο στρατιωτικός γιατρός –χειρουργός συγκεκριμένα –Ντορίγκο Εβανς, «ένας άνδρας αδύναμος που οι προσδοκίες των άλλων τού έδωσαν τη μορφή ενός άνδρα δυνατού», ο οποίος έγινε θρύλος στη μεταπολεμική Αυστραλία χωρίς να το επιδιώξει ακριβώς. Προτού ακόμη καταταγεί, προτού ακόμη συλληφθεί μαζί με άλλους στρατιώτες στην Ιάβα και αιχμαλωτισθεί, ο ίδιος –το αγαπημένο του ποίημα είναι ο «Οδυσσέας» του Τένισον –συνάντησε σε ένα βιβλιοπωλείο της Αδελαΐδας την όμορφη Εϊμι, τη νεαρή γυναίκα του θείου του την οποία και ερωτεύτηκε σφόδρα. Ο άλλος σημαντικός ήρωας του βιβλίου είναι ο Νακαμούρα, ο ιάπωνας διοικητής του «Σιδηροδρόμου του Θανάτου».
Richard Flanagan
Η άγνωστη τρομοκράτισσα
Μετάφραση Παλμύρα Ισμυρίδου.
Εκδόσεις Αγρα, 2011,
σελ. 400, τιμή 21 ευρώ

Ο Ρίτσαρντ Φλάναγκαν μάλιστα, καθώς έγραφε την τελική εκδοχή του βιβλίου, επισκέφθηκε το Τόκιο, αναζήτησε και τελικά εντόπισε τον πραγματικό στρατιωτικό διοικητή που οι αυστραλοί αιχμάλωτοι αποκαλούσαν «Σαύρα». Σαν να μην έφθανε αυτό, ο συγγραφέας ζήτησε από τον γέροντα (που είχε αμνηστευτεί για τα εγκλήματά του) να τον χαστουκίσει όπως ακριβώς χαστούκιζε τους κρατουμένους!

Ο τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από ένα κλασικό έργο της ιαπωνικής λογοτεχνίας, γραμμένο το 1689 από τον διάσημο ποιητή (χαϊκού) Ματσούο Μπασό. Μέσα όμως σε ένα σκηνικό βαρβαρότητας και αποκτήνωσης, «έπρεπε να εφεύρω μια ιστορία ελπίδας και ο έρωτας είναι η ιδανικότερη έκφραση της ελπίδας» είπε ο Ρίτσαρντ Φλάναγκαν σε συνέντευξή του στον βρετανικό «Guardian» την επομένη της απονομής του βραβείου –όταν και αγκάλιασε, ενστικτωδώς, θα έλεγε κανείς, τη δούκισσα της Κορνουάλης Καμίλα (Πάρκερ Μπόουλς). «Δεν έχω πίσω μου λογοτεχνική παράδοση» είπε αποδεχόμενος το βραβείο και ενθυμούμενος τον τόπο καταγωγής του, ένα νησί στην άκρη του κόσμου. Εγινε πάντως ο τρίτος αυστραλός συγγραφέας που τιμήθηκε με Booker μετά τον Τόμας Κένελι (1982), για το μυθιστόρημά του «Η λίστα του Σίντλερ», και τον Πίτερ Κάρεϊ (1988 & 2001) για τα μυθιστορήματά του «Οσκαρ και Λουσίντα» και «Η αληθινή ιστορία της συμμορίας Κέλι» αντιστοίχως. Ο τελευταίος μάλιστα σε συνέντευξή του, μία ημέρα προτού ο συμπατριώτης του αποσπάσει το Booker, επέκρινε τους διοργανωτές για το εφετινό «άνοιγμα» στην αμερικανική λογοτεχνία επί της ουσίας, υποστηρίζοντας ότι απειλείται ο ιδιαίτερος πολιτισμικός χαρακτήρας του βραβείου.
Υπενθυμίζεται ότι δικαίωμα συμμετοχής στον διαγωνισμό ως το 2013 –το βραβείο Booker απονέμεται από το 1969 στο καλύτερο πρωτότυπο μυθιστόρημα γραμμένο στην αγγλική γλώσσα –είχαν οι πολίτες της Κοινοπολιτείας των Εθνών, της Ιρλανδίας και της Ζιμπάμπουε, δηλαδή Βρετανοί και κάτοικοι πρώην βρετανικών αποικιών. Το 2014 ήταν η πρώτη φορά στα 46 χρόνια του θεσμού που κρίθηκαν και έργα αμερικανών λογοτεχνών. Στη βραχεία λίστα ήταν οι Αμερικανοί Κάρεν Τζόι Φάουλερ και Τζόσουα Φέρις, ο Αγγλος Χάουαρντ Τζέικομπσον, η Σκωτσέζα Αλι Σμιθ και ο ινδικής καταγωγής Νιλ Μούκερτζι.
Από τις εκδόσεις Αγρα κυκλοφορούν δύο βιβλία του συγγραφέα και ετοιμάζεται το μυθιστόρημα που απέσπασε το βραβείο Booker 2014.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ