Αλέξανδρος Αργυρίου
Μνήμης και λήθης σημαντικά και ασήμαντα

Μουσείο Μπενάκη, 2013,
σελ. 156, τιμή 10 ευρώ

Ως κριτικός ο Αλέξανδρος Αργυρίου (1921-2009) αφιέρωσε το σημαντικότερο μέρος του έργου του στην πεζογραφία και την ποίηση της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Μια γενιά που ανδρώθηκε μέσα στη φωτιά της Κατοχής, της Αντίστασης και του Εμφυλίου, μετατρέποντας την πολιτική και την Ιστορία σε ζωντανή, αναντικατάστατη πηγή της λογοτεχνικής της παραγωγής. Τι μπορεί να σκεφτόταν ένας κριτικός σαν τον Αργυρίου για την πολιτική και την ιστορική εμπειρία της γενιάς του λίγο προτού φύγει πλήρης ημερών από τη ζωή; Το κείμενο Μνήμης και λήθης σημαντικά και ασήμαντα, που γράφτηκε κατά τη διετία 2007-2009 και κυκλοφορεί τώρα από το Μουσείο Μπενάκη, όπου ο Αργυρίου δώρισε τη βιβλιοθήκη του, είναι μια μαρτυρία για την εποχή η οποία σημάδεψε την ταυτότητα των πρώτων μεταπολεμικών. H εξιστόρηση ξεκινάει από τα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά, περνάει στην κατοχική περίοδο και καταλήγει στην ήττα του Δημοκρατικού Στρατού και στην αυτοκτονία του Νίκου Ζαχαριάδη στη Σοβιετική Ενωση μετά τον θάνατο του Στάλιν.


Βασισμένο σε έναν πρωθύστερο, ακανόνιστο χρονικά λόγο, που παρακολουθεί τα γεγονότα συνειρμικά, καταργώντας συνειδητά κάθε έννοια διαδοχικής τάξης (βλ. σχετικά και τις παρατηρήσεις της Αγγέλας Καστρινάκη στην εισαγωγή της, όπου και πολλά στοιχεία για άγνωστες πτυχές του προσωπικού και του πολιτικού βίου του Αργυρίου), το κείμενο περιγράφει όλες τις συγκρούσεις οι οποίες οδήγησαν στην εμφύλια σύρραξη (από τη μια μεριά το ΚΚΕ και ο ευρύτερος κόσμος του ΕΑΜ και από την άλλη οι εθνικόφρονες και οι Αγγλοι), με τη διαφορά πως δεν περιορίζεται στην αποδελτίωσή τους. Χωρίς να επιχειρήσει ούτε προς στιγμήν να αυτοβιογραφηθεί (το εγώ για τους ανθρώπους της εποχής του, ό,τι και αν πιστεύουν πολιτικά, αποτελεί μιαν απαγορευμένη επικράτεια), ο Αργυρίου θα εντάξει τον εαυτό του στα δρώμενα προκειμένου να δείξει πως η μνημονική του περιδιάβαση δεν είναι ούτε ουδέτερη ούτε ακαδημαϊκή, αλλά, αντιθέτως, προϊόν μιας άμεσης, εκ του σύνεγγυς εμπλοκής.

Οταν το καλοκαίρι του 1942 οι φοιτητές του Πανεπιστημίου, του Πολυτεχνείου και της Ανωτάτης Εμπορικής (για την ακρίβεια οι φοιτητές τούς οποίους επηρεάζει το ΚΚΕ) θα εισβάλουν στο υπουργείο Οικονομικών, με αφορμή τη φήμη για τα σχέδια της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου να καταργήσει τα δελτία τροφίμων και τα συσσίτια, ο Αργυρίου θα συλληφθεί και θα κρατηθεί μαζί με άλλους έντεκα συμφοιτητές του στην Ασφάλεια. Σύντομα θα εξοριστεί για ένα δίμηνο στη Λιβαδειά, από την οποία και θα επιστρέψει, λόγω του εσκεμμένου υποσιτισμού του, βαριά άρρωστος (δεν ξοδεύει τα λίγα λεφτά που διαθέτει γιατί θέλει να αγοράσει έναν τενεκέ λάδι για το σπίτι του, όπως και έναν μεγάλο αριθμό λογοτεχνικών περιοδικών από το βιβλιοπωλείο της Εστίας). Ο αφηγητής δεν θα δώσει καμιά παραπανίσια διάσταση σε αυτό το επεισόδιο, έχοντας πλήρη επίγνωση του ότι δεν υπερβαίνει τον μικροϊστορικό του κύκλο. Εκείνο ωστόσο που προκύπτει από την αφήγηση είναι η απόσταση η οποία τον χωρίζει ήδη από τα νιάτα του από την κομματική ορθοφροσύνη της Αριστεράς και η κριτική του στάση απέναντι στις περισσότερες από τις εμμονές και τις προκαταλήψεις της.

Ξεδιπλώνοντας τις αναμνήσεις του σε υπερώριμη ηλικία, ο Αργυρίου δεν θα αλλάξει ρότα, προειδοποιώντας τον αναγνώστη ότι το κείμενό του δεν απευθύνεται σε όσους τρέφουν την οποιαδήποτε ιδεολογική ελπίδα και ότι δεν εκπροσωπεί παρά μόνο την ατομική του αλήθεια. Ετσι, η νεανική με την ώριμη εικόνα θα ενωθούν σε μία και κανένας δεν θα μπορέσει να προσάψει στον Αργυρίου πως επικρίνει εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς τα πεπραγμένα του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940: από τη χειραγώγηση των πολιτικών συμμάχων και των φίλα προσκείμενων διανοουμένων μέχρι τη δολοφονία του Κίτσου Μαλτέζου από την ΟΠΛΑ και την αυτοκαταστροφική πολιτική μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Παράλληλα ο Αργυρίου δεν θα αποσιωπήσει ούτε κατ’ ιδέαν τον μετεμφυλιακό όλεθρο της νικήτριας παράταξης και θα προσπαθήσει να ερμηνεύσει ιστορικά το πολιτικό δράμα των ελλήνων κομμουνιστών, που σπατάλησαν σε ένα εκ των προτέρων χαμένο στοίχημα το αγωνιστικό πνεύμα και τη μαχητική τους αφοσίωση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ