Σπάνια ο αναγνώστης απομνημονεύει την αρχή ακόμη και των πιο σημαντικών μυθιστορημάτων. Εκτός από τρεις περιπτώσεις: το «Λέγε με Ισμαήλ» (από τον Μόμπι Ντικ του Χέρμαν Μέλβιλ), το «Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς» (από το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Μαρσέλ Προυστ) και την αρχή της Δίκης του Φραντς Κάφκα: «Κάποιος πρέπει να συκοφάντησε τον Γιόζεφ Κ διότι χωρίς να έχει κάνει τίποτε κακό ένα ωραίο πρωί συνελήφθη».
Είναι αδύνατον σήμερα να αναφερθεί κανείς στον εξπρεσιονισμό χωρίς να σκεφθεί τον Κάφκα, το έργο του οποίου, όπως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους συγγραφείς, ξεπερνά τα όρια οποιουδήποτε κινήματος. Εν τούτοις, ουδείς άλλος έως τώρα περιέγραψε με τη δική του δύναμη το φροϊδικό Angst (άγχος) που χαρακτηρίζει τον εξπρεσιονισμό και γενικότερα την πεζογραφία της Κεντρικής Ευρώπης: από τα έργα του Ρόμπερτ Βάλζερ ως το Βερολίνο Αλεξάντερπλατς του Αλφρεντ Ντέμπλιν. Ακόμη και στο αριστούργημα του Χέρμαν Μπροχ Βιργιλίου θάνατος θα μπορούσαμε την ατμόσφαιρά του να τη χαρακτηρίσουμε καφκική.
Κανείς δεν έθεσε όπως ο Κάφκα ερωτήματα του είδους «ποιος είμαι», «γιατί είμαι», «γιατί μου συμβαίνει αυτό που μου συμβαίνει» και για ποιον λόγο η αιτία των πραγμάτων είναι εφιαλτική, όπως τη φαντάστηκε έναν αιώνα νωρίτερα ο Γκόγια.