Μια σημαντική λυρική φωνή της λογοτεχνίας μας, από τις πιο εμβληματικές και σεβαστές φωνές της μεταπολεμικής ποίησης, σίγησε την εβδομάδα που πέρασε. Ο ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός Βύρων Λεοντάρης άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα, από ανακοπή καρδιάς, την Τετάρτη 6 Αυγούστου.
Γεννημένος στη Νιγρίτα Σερρών το 1932, έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στη Σάμο ως το 1939, όταν η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος, κάνοντας ως ποιητής την πρώτη του εμφάνιση με τη συλλογή Γενική αίσθηση (1954).
Η ποιητική του διαδρομή συνεχίστηκε με τις ποιητικές συλλογές Ορθοστασία (1957), Η ομίχλη του μεσημεριού (1959), Ανασύνδεση (1962), Κρύπτη (1968), Ψυχοστασία (1972), Μόνον διά της λύπης… (1976), Εκ περάτων (1986), Εν γη αλμυρά (1996) –η οποία τιμήθηκε το 1997 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το βραβείο ποίησης του περιοδικού Διαβάζω -, Εως… (2003) και τη συγκεντρωτική Ψυχοστασία, Ποιήματα 1949-1976 (1983).
Συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά Μαρτυρίες, Επιθεώρηση Τέχνης, Κριτική, Τομές, Μανδραγόρας και ήταν μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού Σημειώσεις. Επιμελήθηκε έκδοση των ανέκδοτων ποιημάτων του Καβάφη το 1990, εξέδωσε τον δοκιμιακό τόμο για τον Αλεξανδρινό Καβάφης ο έγκλειστος: δοκίμιο υπεράσπισης του ποιητή απέναντι στην ποίηση (1983) και τόμους δοκιμίων για την τέχνη της ποίησης.
Ηταν εκείνος ο οποίος με τρία δοκίμιά του στα περιοδικά Κριτική (1960) και Επιθεώρηση Τέχνης (1963, 1964) εισήγαγε τον όρο «ποίηση της ήττας» ομαδοποιώντας τα χαρακτηριστικά των ποιητών που εμφανίστηκαν στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο (1945-1960) με βάση τη θεματική και την ατμόσφαιρα των ποιημάτων τους, έναν όρο που προκάλεσε πολλές γόνιμες συζητήσεις για τη μεταπολεμική συνείδηση και την έκφρασή της στην τέχνη.
Η ποίησή του, εκφραστικά λιτή, πλούσιου λυρισμού και ελεγειακού τόνου, θρηνεί την ηθική κρίση του μεταπολεμικού ανθρώπου, τη ματαίωση των συλλογικών οραμάτων, την αδιέξοδη αναζήτηση νοήματος, συγκίνησης, χαράς, πάθους σε έναν κόσμο κενό: «Ο κόσμος μετακόμισε στο απάνθρωπο / βολεύτηκε σ’ αυτή την προσφυγιά / πήρε μαζί του για εικονίσματα φωτογραφίες δημίων / όργανα βασανιστηρίων για φυλαχτά / μιλάει μόνο με σήματα / μέσ’ στην οχλαγωγία της ερημιάς / στις φαντασμαγορίες του τίποτε» (Από το ποίημα «Ετσι που τραύλισα», της συλλογής Εν γη αλμυρά).
Αδελφός του δοκιμιογράφου, κριτικού και μεταφραστή Μανόλη Λαμπρίδη και του ποιητή Ανδρέα Λεοντάρη, ήταν σύζυγος της ποιήτριας Ζέφης Δαράκη και πατέρας του κινηματογραφιστή Γιάννη Λεοντάρη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ