Βάσια Τζανακάρη
Η καρέκλα του κυρίου Εκτορα
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2014,
σελ. 186, τιμή 11 ευρώ

Το τρίτο πεζογραφικό βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη δεν εμφορείται από τα τραγούδια του Νικ Κέιβ και το πνεύμα του ροκ της συλλογής διηγημάτων της Εντεκα μικροί φόνοι (2008), ούτε αποτελεί ένα ταξίδι απόδρασης της νέας γενιάς από τα προβλήματα της κρίσης, όπως συμβαίνει με το on the road μυθιστόρημά της Τζόνι και Λούλου (2011). Οχι πως δεν υπάρχει κι εδώ ένα κλίμα παράνοιας και σκοτεινιάς σαν κι αυτό που εμπνέουν οι Εντεκα μικροί φόνοι, ούτε πως οι νέοι τού Τζόνι και Λούλου απουσιάζουν ξαφνικά από τη δράση.

Η σκληρή πραγματικότητα της εποχής μας περικυκλώνει και στη δεύτερη συλλογή διηγημάτων της Τζανακάρη τη ζωή των πρωταγωνιστών. Οσο για το βαθύ και απρόβλεπτο Κακό, το Κακό που δεν ανήκει σε καμία κοινωνική τάξη και δεν υπακούει σε καμία λογική αλληλουχία, θα έρθει για άλλη μία φορά ως αποτέλεσμα της βούλησης μιας πολύ μοχθηρής μοίρας κόβοντας την ανάσα. Τα πρόσωπα, παρ’ όλα αυτά, τα οποία παρελαύνουν τώρα από τις ιστορίες της Τζανακάρη διαθέτουν ένα μεγαλύτερο βεληνεκές, εκφράζουν μέσα από έναν πιο αντιπροσωπευτικό δρόμο την ανθρώπινη συνθήκη: ίσως γιατί έχουν απαλλαγεί από τους θεματικούς περιορισμούς των τραγουδιών του Νικ Κέιβ, ίσως επειδή δεν εξαντλούνται σε μια νεότητα που τρέχει πίσω από το όνειρο της διαφυγής της.
Θα συναντήσουμε γιαγιάδες πεισματάρες και εγωιστικές, κλεισμένες στο κουκούλι του εαυτού τους, παππούδες που θέλουν να βρουν μια πόρτα εξόδου από τους στενούς ορίζοντες του βίου τους, μανάδες που θα πεθάνουν άδοξα ή θα αναγκαστούν να θρηνήσουν τον χαμό των παιδιών τους ενώ όλα τριγύρω τους θα συνεχίσουν να αναπνέουν κανονικά. Και δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτούς αλλά και για τους ποικιλοτρόπως παραμερισμένους και παρεμποδισμένους: κορίτσια που βασανίζονται από μιαν αδικαιολόγητη σωματική ή διανοητική αναπηρία, άντρες που αγωνίζονται έστω και την εσχάτη ώρα να αλλάξουν τον προορισμό τους, γυναίκες που παραλύουν από ερωτική μοναξιά, βλέποντας εκ παραλλήλου τη φθορά να κατακλύζει με ταχύτητα τον οργανισμό τους (φυσικό και ψυχικό). Ας προσθέσουμε εδώ τους ξένους και τους ζητιάνους, που αποζητούν εναγωνίως μια χείρα βοηθείας, αλλά και εκείνους που θα παρακολουθήσουν ανήμποροι το γκρέμισμα της σιωπηρής τους ευτυχίας: από την απώλεια ενός δώρου και την υπόσχεση η οποία θα μπορούσε να ριζώσει στην καρδιά τους έως τον θάνατο ενός ζώου το οποίο είχε καταφέρει να στηρίξει την ισορροπία τους.
Με ένα τέτοιο διευρυμένο πεδίο η νεαρή συγγραφέας κάνει ένα ευδιάκριτο βήμα προς την ωριμότητα, μολονότι ορισμένες φορές δεν αποφεύγει τα γραμμικά σχήματα, όπως στα διηγήματα που καταπιάνονται με τους απόβλητους της κρίσης («Ξένος», «Χρονοζητιάνος»). Κάποιες άλλες πάλι φορές η Τζανακάρη βιάζεται να φορτώσει την κακή τύχη των προσώπων της με υπεράριθμες ζημιές, όπως στην περίπτωση της μικρής με το μαγαζί των δώρων στο «Κουκουρούκου 81». Θα μείνουν όμως από το βιβλίο της διηγήματα όπως τα «Σπυριδούλα revisited», «Το βασίλειο των τάπερ», «Βετέξ (ή Πέντε αισθήσεις λάθος)», «Διάβες» (ένα από τα καλύτερα της συλλογής), «Εξοχικό κέντρο Αηδόνια», «Μύρωνας το μυρμήγκι» και «Πάπιος», όπου το δαιμονικό ή το κοινό, συνηθισμένο ατύχημα θα αποκαλύψει χωρίς ούτε ένα παραπανίσιο μέσο την αθόρυβη περιπέτεια της καθημερινής ύπαρξης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ