Δημήτρης Γκιώνης
Ενας κι ένας…
46+1
άνθρωποι της τέχνης από κοντά
Εκδόσεις Αγκυρα, 2014,
σελ. 240, τιμή 13,50 ευρώ

Αυτά τα βιβλία όπου συσσωματώνονται συνεντεύξεις διαφορετικών προσωπικοτήτων σε διάφορες χρονικές φάσεις μοιάζουν με στοιχήματα. Συμβαίνει το εξής παράδοξο: μπορεί η κάθε μία συνέντευξη ξεχωριστά να μας λέει κάτι αλλά όλες μαζί να μη μας λένε και πολλά πράγματα, να μη δικαιολογούν δηλαδή τη συγκέντρωσή τους έξω από τη «γραφειοκρατική» πολλές φορές λογική που υπαγορεύει τέτοια μαζέματα.

Ελλοχεύουν πολλές φορές σε τέτοιες περιπτώσεις η ασυνέχεια του υλικού και η πλήξη του αναγνώστη. Κάτι που δεν ισχύει με το βιβλίο Ενας κι ένας… 46+1 άνθρωποι της τέχνης από κοντά του πολύπειρου δημοσιογράφου Δημήτρη Γκιώνη (γενν. 1939, Δημητσάνα Αρκαδίας).
Αφοσιωμένος καλλιτεχνικός συντάκτης ο ίδιος και αργότερα υπεύθυνος πολιτιστικών σελίδων στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο –από το 1964 ως σήμερα που συνεργάζεται με την «Εφημερίδα των Συντακτών» -, δεν καταθέτει απλώς ένα δείγμα της επαγγελματικής πορείας του. Επιχειρεί, αντιθέτως, μέσα ακριβώς από τις επιλογές συγκεκριμένων προσώπων της τέχνης (αριστερών ως επί το πλείστον), να σκιαγραφήσει το πνευματικό και πολιτικό τοπίο μιας ολόκληρης εποχής.
Ο Γκιώνης αυτοχαρακτηρίζεται «ενδιάμεσος μεταξύ του έργου ενός δημιουργού και του αποδέκτη, του κοινού» –καλόν είναι να το υπογραμμίσουμε αυτό επειδή έχει παραγίνει εσχάτως το κακό με τους «ενδιάμεσους» που καθίστανται οι ίδιοι αντικείμενα της δημοσιότητας. Δίπλα στον ενημερωτικό χαρακτήρα που ασφαλώς προκρίνει ένας δημοσιογράφος, ευρύτερος στόχος για τον Γκιώνη είναι «η προβολή και υπεράσπιση μιας καλής δουλειάς (και του δημιουργού της, φυσικά), η ψυχαγωγία με την πλήρη σημασία της λέξης, η ουσία από μια κουβέντα, η αποκάλυψη, το «πίσω από τα φαινόμενα», το σχόλιο». Ο ίδιος καταφέρνει να μας μεταδώσει –με την αμεσότητα που επιτυγχάνει –και την ανθρώπινη πλευρά των δημιουργών, ορισμένων «αντιπροσωπευτικών χαρισματικών μονάδων, χάρη στις οποίες κρατιέται αυτός ο τόπος».
Πλην του Μίκη Θεοδωράκη, «που εκτιμώ ως εσαεί ζώντα», όπως γράφει ο Γκιώνης, όλοι οι σημαντικοί Ελληνες –της λογοτεχνίας, της μουσικής, του θεάτρου –που παρελαύνουν από αυτές τις σελίδες δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή –με άλλους είχε τυπικές (αν και όχι πάντοτε ανέφελες) σχέσεις ο Γκιώνης, με άλλους ανέπτυξε μακροχρόνιες φιλίες, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις αναγκάστηκε να κάνει και τον «νεκροθάφτη», όπως σημειώνει.
Οι περισσότερες συνεντεύξεις έγιναν για λογαριασμό της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» και της τηλεοπτικής εκπομπής «Παρασκήνιο», για την οποία εργάστηκε ως ρεπόρτερ από το 1976 ως το 1983. Ξεχωρίζουν οι συνεντεύξεις με τη «γερόντισσά» του Ελλη Αλεξίου (που τον έβαλε στο επάγγελμα) και τη «συβαρίτισσα» Λιλή Ζωγράφου, όπως επίσης το πορτρέτο του αυστηρού πλην αθυρόστομου Κώστα Βάρναλη και το μπλέξιμό του με τον Γιάννη Σκαρίμπα, ο οποίος, όπως μαθαίνουμε, «είχε κλείσει (στην κατάψυξη) βιβλία του Καζαντζάκη και του Λουντέμη επειδή δεν τους χώνευε».
Σαν να μην έφθανε αυτό, ο λογοτεχνικός «δαίμων» της Χαλκίδος κατέθεσε μήνυση εναντίον του Γκιώνη –επειδή τον εξέθεσε ως «ουζόφλυγα»! -, ενώ σε τηλεγράφημα τού μήνυσε «ποιος τη χάρη σου». Η συνέντευξη με τη Μελίνα Μερκούρη είναι «ίσως η καλύτερη που έχω πάρει» γράφει ο Γκιώνης. Πράγματι εισχωρεί εν προκειμένω στα ευαίσθητα βάθη μιας δυναμικής γυναίκας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ