Γιώργος Σκαμπαρδώνης
Νοέμβριος,
33 διηγήματα
Εκδόσεις Πατάκη,
σελ. 156, τιμή 8,73 ευρώ

Η διηγηματογραφία του Γιώργου Σκαμπαρδώνη αποπνέει, εδώ και πολλά χρόνια, μια παράξενη ομορφιά. Προσηλωμένος στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, ο συγγραφέας καταφέρνει να υπερβεί την κοινή εμπειρία ενόσω μιλάει για πράγματα που πέφτουν σε ολονών το μάτι. Χάρη σε έναν λοξό ρεαλισμό ο οποίος παράγει πλήθος ποιητικές εικόνες και καταστάσεις χωρίς να γλιστράει ποτέ στον ποιητικισμό, ο Σκαμπαρδώνης μυθοποιεί το περιστασιακό και το τετριμμένο επιτρέποντας στην αφήγηση να περιβάλλει τους ελλειπτικούς κατά κανόνα πρωταγωνιστές της με έναν ονειρικό αιθέρα.

Η καινούργια συλλογή διηγημάτων του Σκαμπαρδώνη, υπό τον τίτλο Νοέμβριος, αξιοποιεί στο έπακρο τα προνόμια αυτής της μεθόδου και αναπαράγει με ταχείς ρυθμούς την καθιερωμένη θεματική του: το βάρος της συλλογικής μνήμης, που αποσπά από τα μείζονα γεγονότα λεπτές φέτες καθημερινής διαβίωσης, την αναπόληση της νιότης και των παιδικών χρόνων, που διεκδικούν την περιοχή όπου κινείται η ατομική μνήμη, αλλά και τη συνεχή περιστροφή γύρω από τις κακοτυχίες οι οποίες φωλιάζουν στις πιο αδιόρατες πτυχές της καθημερινότητας.
Οι ήρωες του Σκαμπαρδώνη θα μπουν στον χορό της Ιστορίας, για να ξεκινήσουμε από αυτήν, από έναν εντελώς αναπάντεχο δρόμο: ένα όνειρο θα ανακαλέσει τα πρόσωπα των χαμένων Εβραίων της Θεσσαλονίκης, προκαλώντας ένα σπαρταριστό πατατράκ, μπαρουτοκαπνισμένοι στρατηγοί θα διασκεδάσουν τρελά φτιάχνοντας ένα κέικ σε μορφή σκαντζόχοιρου, δοξασμένοι Μακεδονομάχοι θα φορέσουν τα καλά τους για να στηθούν στο κέντρο μιας πλατείας, ιαματικά λουτρά θα παραπέμψουν στη μάχη του Αλέξανδρου στον Γρανικό, σκληροτράχηλοι αξιωματικοί θα παραδεχτούν πως κράτησαν άδειο πιστόλι στον Εμφύλιο, μυρμήγκια θα σώσουν μιαν ομάδα του Αρη Βελουχιώτη από βέβαιο χαμό, ένα πιάτο με σουπιά θα θυμίσει τα ευρήματα στο πτώμα του Τζον Πολκ, ένας διακοσμητής όπλων θα γλιτώσει τη σφαγή από τους Τούρκους το 1922 εξαιτίας της τέχνης του, τα στεφάνια από έναν εορτασμό της 25ης Μαρτίου θα συνοδέψουν ένα τσιμπούσι με τσίπουρα ενώ κάτω από ένα σύγχρονο γήπεδο θα αποκαλυφθεί ένας χώρος βασανιστηρίων των ναζί. Κι όλα αυτά σε ένα κλίμα που θα αναμείξει σε ισόποσες δόσεις την υπόγεια ειρωνεία με την παρήγορη μνημόνευση.
Ανάλογη γραμμή θα ακολουθήσει και η ατομική μνήμη, συνδυάζοντας τώρα το ευγενικό πείραγμα με την τρυφερότητα: ιστορίες του αφηγητή για το πώς έλεγαν τα κάστανα όταν ήταν στη Δευτέρα Δημοτικού, για μιαν ένδοξη κάποτε βιοτεχνία κόκαλου παπουτσιών ή για τα κλαρίνα με τα οποία τίμησε τη γέννησή του ο πατέρας του. Τα πιο επιτυχημένα, όμως, κομμάτια του Σκαμπαρδώνη είναι τα κομμάτια του για το ανύποπτο καθημερινό σκοτάδι: γουρούνια που σφάζονται όταν κελαηδούν τα αηδόνια, γρύλοι που ασφυκτιούν πίσω από τα σίδερα της φυλακής τους, γυναίκες που θα διαψεύσουν σκληρά τον πόθο για το στήθος τους, σκύλοι που θα αφήσουν τον κύριό τους μόνο με το λουρί τους, νεκρά παιδιά που θα κληροδοτήσουν στους γονείς τους τη μικρή περιουσία τους. Στους αντίποδες (με εξίσου επιτυχημένο τρόπο) βρίσκονται τα διηγήματα της καθημερινής χαράς όπου θα επικρατήσει ένας σαφώς υπερρεαλιστικός τόνος: μια λατέρνα που πρώτα θα εγκλωβιστεί στο ασανσέρ κι ύστερα θα εμπνεύσει ένα μουσικό πανδαιμόνιο επιβιβασμένη σε όχημα της Πυροσβεστικής, ένα χαλάζι με εκστατικές στράκες, ένας τάφος που θα εκδικηθεί την υποχονδρία του ενοίκου του όσο ήταν ζωντανός, μια ουζοποσία με ποτηράκια από ασημόχαρτο αλλά και μια συναυλία δελφινιών κάτω από τη σκιά του Αθω.
Τίποτε δεν μπορεί να μετακινήσει τον Σκαμπαρδώνη από τη θέση την οποία έχει εξασφαλίσει ως διηγηματογράφος στη λογοτεχνία της τελευταίας εικοσιπενταετίας: είναι μια θέση την οποία κέρδισε με το σπαθί τόσο της έμπνευσης όσο και της τεχνικής του. Και η αξία της συμποσούται σε μία λέξη: συμπύκνωση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ