Τζέφρυ Τσώσερ
Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ
Μετάφραση Δημοσθένης Κορδοπάτης.
Εκδόσεις Μελάνι, 2014,
σελ. 476, τιμή 18 ευρώ

«Εργο της πολιτισμικής δικαιοσύνης είναι να αποκαταστήσει τον Τσώσερ» γράφει ο Χάρολντ στο τέταρτο κεφάλαιο –και από τα πλέον ερεθιστικά –του Δυτικού κανόνα του ο Χάρολντ Μπλουμ. Στη χώρα μας δεν υπάρχει τέτοιο θέμα. Το μεγαλύτερο μέρος από το έργο αυτού του θεμελιωτή της αγγλικής λογοτεχνίας παραμένει αμετάφραστο. Ακόμη και το αδιαφιλονίκητο αριστούργημά του, Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, δεν είχε μεταφραστεί ως πρόσφατα ολόκληρο. Η επαφή των περισσοτέρων με τον συγγραφέα ήταν μέσω της κινηματογραφικής μεταφοράς του έργου από τον Πιερ Πάολο Παζολίνι το 1971. Αλλά ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε μόνον οκτώ από τις είκοσι τέσσερις ιστορίες –και μάλιστα κάποιες τις άλλαξε ριζικά.

Η έκδοση λοιπόν για πρώτη φορά του συνόλου των Ιστοριών του Καντέρμπερυ μεταφρασμένων από το πρωτότυπο, δηλαδή από τα μεσαιωνικά αγγλικά στα οποία γράφτηκαν, είναι σημαντική προσφορά στο απαιτητικό αναγνωστικό κοινό. Συμπίπτει μάλιστα με τα 450 χρόνια από τη γέννηση του Σαίξπηρ –και αυτό έχει επίσης τη σημασία του, αν σκεφθεί κανείς πόσο μεγάλη υπήρξε η επίδραση του Τσώσερ (1343-1400) στο έργο του Βάρδου. Τη συνοψίζει σε μία πρόταση ο Μπλουμ: «Κανένας συγγραφέας, ούτε ο Οβίδιος ούτε ο «Εγγλέζος Οβίδιος», ο Κρίστοφερ Μάρλοου, δεν επηρέασε τόσο καίρια τον Σαίξπηρ όσο ο Τσώσερ».
Δεν έχει ασφαλώς την ίδια σημασία για εμάς με αυτήν που έχει για τον αγγλόφωνο κόσμο το ότι ο Τσώσερ έγραψε τις Ιστορίες του στη γλώσσα που μιλιόταν στην εποχή του, ότι θεωρείται πατέρας της αγγλικής λογοτεχνίας και ότι αυτός ανέπτυξε ουσιαστικά το αγγλικό ιαμβικό πεντάμετρο. Αλλωστε ο Δημοσθένης Κορδοπάτης τις μετέφρασε σε πρόζα –και σωστά, κατά τη γνώμη μου. Στις περισσότερες η αφήγηση είναι έμμετρη, αλλά υπάρχουν και δύο γραμμένες σε πρόζα. Σε αντίθεση με τη δική μας εποχή, η ποιητική γλώσσα ήταν η γλώσσα της αφήγησης, ενώ η πρόζα χρησιμοποιούνταν στο κήρυγμα και σε κείμενα γενικώς ηθικών παραινέσεων.
Τοιχογραφία εποχής


Αν είναι να συμπεριλάβουμε έναν κλασικό στους σύγχρονους συγγραφείς (για να θυμηθώ ξανά τον Μπλουμ), το κριτήριό μας θα πρέπει να είναι κατά πόσο διαβάζεται όχι ως μνημείο αλλά ως ζωντανή λογοτεχνία. Και η ζωντάνια του Τσώσερ είναι απαράμιλλη, όπως και του Βοκάκιου στο Δεκαήμερο (έργο που επηρέασε τον Τσώσερ), και θα έλεγα ακόμη μεγαλύτερη, αφού συγκριτικά το έργο του Βοκάκιου μοιάζει κάπως στατικό αν το συγκρίνει κανείς με τις Ιστορίες του Καντέρμπερυ.
Διάβασα το βιβλίο με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση και για το περιεχόμενό του αλλά και γιατί ο μεταφραστής Δημοσθένης Κορδοπάτης το μετέφερε σε ωραία ελληνικά. Η ελληνική μετάφραση μεταδίδει την αίσθηση της προφορικότητας που χαρακτηρίζει τις μεσαιωνικές –και όχι μόνο –αφηγήσεις, την ατμοσφαιρικότητα, το χιούμορ, την ειρωνεία (κάποτε και τον σαρκασμό) του Τσώσερ και πάνω από αυτά μάς προσφέρει την τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής, όπου όταν οι άνθρωποι αφηγούνταν μπορούσαν να παρηγορηθούν και να συγχωρέσουν.
Ειρωνεία και θλίψη


Τις ιστορίες αφηγούνται περίπου 30 άνδρες και γυναίκες που ξεκινούν για προσκύνημα στο Καντέρμπερυ, το οποίο απέχει 85 χλμ. από το Λονδίνο. Η απόσταση για τα δεδομένα της εποχής είναι μεγάλη και το ταξίδι μακρύ. Για να περάσουν λοιπόν την ώρα τους, λένε μεταξύ τους ιστορίες. Ο καθένας είναι τύπος αντιπροσωπευτικός και όλοι μαζί μια μικρογραφία της κοινωνίας. Εχουμε τον Ιππότη, τον Δόκτορα της Ιατρικής, τον Υπηρέτη του Πάπα, τον Κλητήρα του Ιεροδικείου, τη Μοναχή, τον Εμπορο και άλλους, με αντιπροσωπευτικότερο όλων ασφαλώς τον Πωλητή Συγχωροχαρτιών, χαρακτήρα μοναδικό, περίπλοκο και αριστοτεχνικά διαμορφωμένο που δεν έχει τον όμοιό του στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Η ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει ο Τσώσερ τα ανθρώπινα, όπως και τη χριστιανική Αγγλία της εποχής, που διέρχεται βαθιά κρίση, καταλήγει σε μιαν αόριστη –και γοητευτική ταυτοχρόνως –θλίψη. Το συναρπαστικότερο όμως σε όλο το βιβλίο δεν είναι οι ιστορίες καθαυτές αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο Τσώσερ αναδεικνύει την προσωπικότητα των αφηγητών τους. Οι ιστορίες λειτουργούν ως προβολές χαρακτήρων, με αποτέλεσμα ένα έργο πολυπρισματικό –και ωστόσο ενιαίο.

Αναπαραστατική δύναμη
Ενώ η αφήγηση είναι γραμμική (η μία ιστορία διαδέχεται την άλλη), ο Τσώσερ δημιουργεί επίπεδα που συσχετίζουν αφενός τις ιστορίες μεταξύ τους και αφετέρου τις προσωπικότητες των αφηγητών. Ετσι, το ένα θέμα παραπέμπει στο άλλο και κάθε ιστορία μοιάζει με προοίμιο της επόμενης. Κι αυτό οφείλεται στη μεγάλη αναπαραστατική δύναμη του Τσώσερ, όπως και στο ότι ενώ τα πρόσωπα που κινεί εκφράζουν την εποχή τους, ταυτοχρόνως αποσπώνται από αυτήν.
Οι ζωντανοί χαρακτήρες στη μεγάλη λογοτεχνία έχουν τη μοναδική ποιότητα να υπερβαίνουν την εποχή τους και ταυτοχρόνως να την εκφράζουν με ασύγκριτη πειστικότητα. Παρουσιάζονται αιώνιοι, ακριβώς επειδή είναι απολύτως αντιπροσωπευτικοί του καιρού τους. Ολα τα μαγικά, τα μυστήρια και κάποτε εξωφρενικά, όπως τουλάχιστον θα μπορούσαν να εκληφθούν από τον σημερινό αναγνώστη, τα οποία περιλαμβάνονται στις Ιστορίες του Καντέρμπερυ, φαίνονται περίπου αναπόφευκτα. Ετσι μας τα παρουσιάζει εκείνος ο πρώτος διδάξας της ειρωνικής γλώσσας στις αφηγήσεις της δυτικής λογοτεχνίας –εξαιρουμένης, φυσικά, της αρχαιότητας.
Το βιβλίο συνοδεύεται από τις αναγκαίες σημειώσεις, ώστε ο αναγνώστης να μαθαίνει ποια είναι τα πραγματικά πρόσωπα στα οποία αναφέρονται σποραδικά οι αφηγητές. Οπως το ίδιο συμβαίνει για τις όποιες αναφορές σε λατίνους συγγραφείς και στη Βίβλο.
Οι Ιστορίες του Καντερμπέρυ κυκλοφόρησαν πριν μπει η Αγγλία στην Αναγέννηση. Δεν υπάρχει, όμως, αμφιβολία ότι κατά κάποιον τρόπο την προετοίμασαν. Οσο για τον σημερινό έλληνα αναγνώστη, θα απολαύσει ένα γοητευτικό κείμενο, θα μπει σε μιαν άλλη εποχή και διαβάζοντας τις ιστορίες θα δει με άλλη, καθαρότερη ματιά και τη δική του εποχή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ