Λένε πως ο νεκρός δεδικαίωται. Ο δικός μου, όμως, καλός φίλος, ο συγγραφέας Πέτρος Κουτσιαμπασάκος, δεν δικαιώθηκε. Αντιθέτως αδικήθηκε κατάφωρα στο σύντομο πέρασμά του απ’ τη ζωή. Η ιστορία του Πέτρου, όπως κι όσων δοκιμάζονται σκληρά από την πρώτη σχεδόν μέρα του βίου, υποφέρουν και παλεύουν να ορθοποδήσουν, κι όταν το κάνουν, φεύγουν πρόωρα χτυπημένοι από τον θάνατο, είναι μια αδικία που δεν τη χωράει ούτε ο νους, ούτε την αντέχει η καρδιά του ανθρώπου. Είναι απ’ τις αδικίες που δοκιμάζουν βαθιά τις αντοχές μας, κάνοντας, όσους παλεύουμε με την απιστία ή την πίστη μας, να τα βάλουμε ευθέως με τον Θεό. Αδικία μέσα απ’ την οποία ευλόγως χαλκεύονται σκληροί, μοχθηροί και μνησίκακοι άνθρωποι που συγκρούονται με την κοινωνία γυρεύοντας τη δικαίωσή τους. Ο Πέτρος, αντίθετα, διέθετε εξαιρετικά σπάνια καλοσύνη, μια ειρηνοποιό ηρεμία και μια αθόρυβη τρυφερότητα που γαλήνευε τους ανθρώπους και γλύκαινε τους καημούς τους. Η φιλία του Πέτρου ήταν ένα θείο δώρο που με έκανε καλύτερο άνθρωπο. Καλύτερο με τους ανθρώπους, μετριάζοντας τον οξύθυμο αυθορμητισμό μου, και καλύτερο συγγραφέα. Το κείμενο του Πέτρου αποπνέει αυτήν ακριβώς την πονεμένη ανθρωπιά και την τρυφερότητα. Φανερώνει μια βαθιά αγάπη κι εκείνο το μεράκι για τη γλώσσα που αυγατίζει με τον μόχθο πάνω στο χαρτί. Το πρώτο του βιβλίο, «Η Σκεπή», ήταν μια συλλογή διηγημάτων ώριμου λογοτέχνη. Δεν ξέρω πολλούς που να έχουν γράψει κάτι αντίστοιχο με το ομώνυμο διήγημα. Το μυθιστόρημα «Πόλη παιδιών» ήταν ένας υπαρξιακός άθλος κι ένα λογοτεχνικό επίτευγμα που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο, πικραίνοντας τον συγγραφέα του. Υπαρξιακός άθλος γιατί μετουσίωσε το παιδικό τραύμα σε λογοτεχνία, δηλαδή σε μάθημα ζωής. Η αρτιότητα αυτού του πρώτου ζηλευτού μυθιστορήματος, ξαφνιάζει. Η ολιγωρία όμως των γιατρών που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν το ανεύρυσμα στο κεφάλι του, όχι. Είναι η ολιγωρία της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο έκτακτο, που μας έχει οδηγήσει στον ξεπεσμό.
Ο κ. Σπύρος Γιανναράς είναι συγγραφέας και μεταφραστής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ