Ρικάρντο Πίλια
Νυχτερινός στόχος
Μετάφραση Κώστας Αθανασίου.
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2013,
σελ. 348, τιμή 15,98 ευρώ

Τι είναι το αστυνομικό μυθιστόρημα; Σε ποιους απευθύνεται; Τι πρεσβεύει; Σύμφωνα με μιαν εκδοχή, το αστυνομικό μυθιστόρημα περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα έγκλημα, το οποίο αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ο ήρωάς του, αστυνομικός ή ιδιωτικός ντετέκτιβ, που πράγματι τα καταφέρνει ώστε να αποκατασταθεί η τάξη.

«Τα αστυνομικά μυθιστορήματα» μας λέει ο αργεντινός συγγραφέας Ρικάρντο Πίλια (γεννημένος το 1941 στο Αντρογκέ, κοντά στο Μπουένος Αϊρες, όπου ο Μπόρχες έκανε τις καλοκαιρινές του διακοπές), «διαλευκαίνουν τα εγκλήματα με κομψότητα ή με βαναυσότητα έτσι ώστε στο τέλος να καθησυχαστούν οι αναγνώστες». Συμβαίνει πάντα αυτό; Ασφαλώς, όχι.
Δεν εξιχνιάζονται όλα τα εγκλήματα, ούτε στη ζωή ούτε στη λογοτεχνία. Αυτό το βλέπουμε στο μυθιστόρημά του Νυχτερινός στόχος (πρωτότυπος τίτλος Blanco nocturne, ήτοι Λευκό της νύχτας), του 2010, που γνώρισε τη διεθνή αναγνώριση και κέρδισε τιμητικές διακρίσεις, ανάμεσά τους το πιο σημαντικό βραβείο ισπανόφωνου μυθιστορήματος, το Ρόμουλο Γαγέγος της Βενεζουέλας. Γνωστός από τα προηγούμενα βιβλία του Τεχνητή αναπνοή και Καμένα λεφτά (όλα από τις εκδόσεις Καστανιώτη), εδώ ο Πίλια συνδυάζει αριστοτεχνικά τη φόρμα του αστυνομικού αφηγήματος με τον δοκιμιακό λόγο, επιτυγχάνοντας εντυπωσιακό αποτέλεσμα.
Βρισκόμαστε στην Αργεντινή στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πριν από την επάνοδο στην εξουσία του λαϊκιστή ηγέτη Χουάν Περόν, πριν από τον θάνατό του, την κήρυξη δικτατορίας με τους χιλιάδες νεκρούς και εξαφανισμένους και τον ατυχή πόλεμο στα νησιά Φόκλαντ. Σε μια κωμόπολη της επαρχίας του Μπουένος Αϊρες, στην εύφορη πεδιάδα που λέγεται πάμπα, φτάνει ο Τόνι Ντουράν, ένας πορτορικανός τυχοδιώκτης, με μια τσάντα γεμάτη δολάρια. Η παρουσία του δίνει τροφή στα κουτσομπολιά διότι είναι συνδεδεμένος με τις δίδυμες αδελφές Μπελαντόνα, την Αντα και τη Σοφία, κόρες και εγγονές των ιδρυτών του χωριού. Ισως μαζί αποτελούν ένα ερωτικό τρίγωνο, ένα ménage à trοis, κάτι που σκανδαλίζει τους κατοίκους.
Η οικογένεια Μπελαντόνα, ιταλικής καταγωγής –αποτελείται από άνδρες και γυναίκες που έχουν διαφορετικές μητέρες-, είναι διασπασμένη και το εργοστάσιό της κινδυνεύει να χαθεί από τα χρέη. «Η διαφορά μεταξύ των φύλων είναι το κλειδί των τραγωδιών» σκέφτεται ο γερο-Μπελαντόνα, ο πατριάρχης της (καταραμένης) οικογένειας, όταν είναι μεθυσμένος. Και ξαφνικά, ο Ντουράν βρίσκεται δολοφονημένος. Ποιος τον σκότωσε και –κυρίως –γιατί; Ποιος ωφελείται από το έγκλημα; Την υπόθεση αναλαμβάνει ο αστυνόμος Κρόσε μαζί με τον βοηθό του, τον Σαλδίας, ένα δίδυμο λαγωνικών που θυμίζει τον Σέρλοκ Χολμς και τον Γουάτσον. Οταν ο βοηθός προδίδει τον προϊστάμενό του, αυτός αναθέτει κάποιες δουλειές στον δημοσιογράφο Εμίλιο Ρένσι, ο οποίος είχε εμφανιστεί και στην Τεχνητή αναπνοή (κατά κάποιο τρόπο είναι το alter ego του Πίλια).
Ο υποψιασμένος αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως το αστυνομικό μυθιστόρημα που διαβάζει, γραμμένο με όλους τους κανόνες του είδους, είναι ουσιαστικά πολιτικό και κοινωνικό. Από αυτό απουσιάζουν οι πολιτικοί, εκείνοι που οδήγησαν την Αργεντινή στην κρίση χρέους και τη χρεοκοπία του Δεκεμβρίου του 2001, μα υπάρχουν οι διεφθαρμένοι αστυνομικοί και δικαστικοί, οι επιχειρηματίες που κινούν τα νήματα της οικονομίας (εταιρείες-φαντάσματα, φοροφυγάδες, διακινητές μαύρου χρήματος, επενδυτικά hedge funds), και η μάζα του πληθυσμού της επαρχίας που ανεβάζει τυχάρπαστους ανθρώπους στην εξουσία.
Είναι όμως σαφές πως ο Πίλια προσπαθεί να μιλήσει με τον δικό του τρόπο για το κατάντημα της πατρίδας του (όταν έγινε το κραχ, βρισκόταν στις ΗΠΑ, διδάσκοντας λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία στο Πρίνστον και στο Χάρβαρντ). Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, δίνει στις υποσελίδιες σημειώσεις του, αναπόσπαστα κομμάτια της πλοκής, ένα σωρό πληροφορίες (διαφορετικές σημειώσεις πραγματολογικού περιεχομένου έχει γράψει ο μεταφραστής Κώστας Αθανασίου, γνώστης της ισπανόφωνης λογοτεχνίας και της πολιτικής ιστορίας της Λατινικής Αμερικής), χρήσιμες για τη διαμόρφωση γνώμης σχετικά με το πώς η Αργεντινή, πλούσια και εύφορη, κατέληξε χώρα φτωχών.
Πρέπει ακόμη να σημειώσουμε πως ο Πίλια συνδέει την ιστορία του με την παγκόσμια λογοτεχνία, ιδίως με συγγραφείς που θαυμάζει (Σαίξπηρ, Ιψεν, Ντίκενς, Μπρεχτ, Λούκατς, Κίρκεγκορ, Πόου, Κόναν Ντόιλ, Μέλβιλ, Κάφκα, Φόκνερ, Χέμινγουεϊ, Καρλ Γιουνγκ), ή που τον έχουν επηρεάσει ανομολόγητα, λ.χ. τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, τον Μπόρχες ή τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Και να προσθέσουμε πως στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του εκφράζει μέσω του Ρένσι την κάπως ειρωνική άποψη ότι πρέπει να επινοήσουμε ένα καινούργιο αστυνομικό λογοτεχνικό είδος, την «παρανοϊκή μυθοπλασία», όπου οι πάντες είναι ύποπτοι. Ισως υπονοεί πως η ευθύνη για τα ιστορικά, ή λογοτεχνικά, δρώμενα είναι συλλογική.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ