Εντσο Τραβέρσο
Οι ρίζες της ναζιστικής βίας.
Μια ευρωπαϊκή γενεαλογία
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου,
σελ. 240 (κυκλοφορεί στις 18 Νοεμβρίου)

Ποια είναι η γενεαλογία της ναζιστικής βίας; Πέρα από την πράξη και την πρακτική, στόχος του ιταλού ιστορικού Εντσο Τραβέρσο, καθηγητή στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κορνέλ, στο βιβλίο του που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά είναι να ανιχνεύσει το ιδεολογικό υπόστρωμα από το οποίο άντλησε ο εθνικοσοσιαλισμός τις έννοιες εκείνες που κατέστησαν δυνατό το Αουσβιτς. Κρίσεις όπως αυτές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ή του 1929 αποδεικνύονται μήτρες ρήξεων, τομών, αναβίωσης ή ανασυνδυασμών πολιτικών και ιδεολογικών στοιχείων, λέει ο Τραβέρσο, και τονίζει στη συζήτησή μας ότι τα πρόσφατα συμπτώματα της ανόδου των άκρων στην Ευρώπη καθιστούν θεμιτή και απαραίτητη τη σύγκριση του σήμερα με τις σκοτεινές δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Γιατί το Ολοκαύτωμα υπενθυμίζει ακριβώς τη σημασία των φαινομένων της βραχείας διάρκειας σε συνδυασμό με εκείνα της μακράς, όπως τονίζετε στην εισαγωγή σας;
«Στη μεταπολεμική εποχή, κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, η ιστοριογραφία βρισκόταν μεθοδολογικά υπό την επικυριαρχία της δομιστικής προσέγγισης όπως αυτή είχε προέλθει από τον Φερνάν Μπροντέλ και τη Σχολή των Annales –μια Ιστορία στη μακρά προοπτική της, αν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι. Ηταν το προϊόν των ιδιοτήτων ενός κόσμου ο οποίος υπό την επιρροή του Ψυχρού Πολέμου έμοιαζε σταθερός και ακίνητος. Μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού οι ιστορικοί ανακάλυψαν ξανά τη σημασία (και την αυτονομία) του γεγονότος ως έννοιας με αμείωτες ιστορικές ιδιότητες».
Γιατί αξίζει να μελετηθούν οι ευρωπαϊκές ρίζες του ναζιστικού φαινομένου;
«Ο εθνικοσοσιαλισμός υπήρξε προϊόν και αποτέλεσμα της γερμανικής ιστορίας. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ιστορικοί και κοινωνικοί επιστήμονες εστίαζαν στις ιδιαιτερότητές του ως παραδείγματος μιας γερμανικής εξαίρεσης –του λεγόμενου «Sonderweg», του «ιδιαίτερου δρόμου» της γερμανικής νεωτερικότητας. Και με αντίστοιχο τρόπο, όπως φαντάζεστε, τον παρουσίαζαν ως κάτι που πήγαζε αποκλειστικά και μόνο από τη Γερμανία. Οφείλουμε όμως να δούμε τον ναζισμό και ως παράγωγο της ευρωπαϊκής ιστορίας στο σύνολό της. Οχι να παραβλέψουμε τις γερμανικές πηγές του, ασφαλώς, αλλά να τον εντάξουμε με διαλεκτικό τρόπο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ιστορίας».
Από ποια «Ευρώπη» λοιπόν άντλησαν οι ναζί;
«Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη γέννηση του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς να λάβουμε υπόψη μας τη μακρά πορεία του ευρωπαϊκού εθνικισμού και του ευρωπαϊκού ρατσισμού. Οι τελευταίες αυτές έννοιες απέκτησαν μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ιδιαίτερα προβληματικές διαστάσεις ακριβώς επειδή η Γερμανία, το ισχυρότερο κράτος της Κεντρικής Ευρώπης στις αρχές του 20ού αιώνα, δεν διέθετε τις υπερπόντιες εδαφικές κτήσεις της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας ή μικρών ευρωπαϊκών χωρών όπως το Βέλγιο. Ως αποτέλεσμα, οι γερμανικές ιμπεριαλιστικές και αποικιοκρατικές διεκδικήσεις προβλήθηκαν μετά το 1918 στην Ανατολική Ευρώπη αντί της Αφρικής ή της Ασίας. Από την άποψη αυτή οι απαρχές του εθνικοσοσιαλισμού είναι ευρωπαϊκές. Αν διαβάσουμε μάλιστα με συστηματικό τρόπο τα έργα της ναζιστικής γραμματείας, θα αντιληφθούμε ότι και οι ίδιοι οι ναζί είχαν συνείδηση μιας τέτοιας ευρωπαϊκής κληρονομιάς».
Επισημαίνετε επίσης ότι το Ολοκαύτωμα ήταν ένα από τα πιθανά μέλλοντα της Ευρώπης του 20ού αιώνα, όχι η απόλυτη άρνησή της.
«Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι σε αυτό το σημείο για να αποφύγουμε οποιεσδήποτε δημαγωγικές ερμηνείες. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όμως ότι ο ευρωπαϊκός μας πολιτισμός είναι ίδιος με εκείνον εντός του οποίου ο ναζισμός διέπραξε το Ολοκαύτωμα στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το Ολοκαύτωμα δεν ήταν η απόλυτη αντίθεση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ήταν μία από τις πολλές πιθανές εκβάσεις του. Και αυτό δεν αποτελεί δική μου ανακάλυψη, αποτελεί τεκμηρίωση πολλών διαφορετικών σχολών σκέψης. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ο ναζισμός και το Αουσβιτς ήταν αναπόφευκτο προϊόν του πολιτισμού μας αλλά ούτε και ότι είμαστε ασφαλείς σήμερα από ένα παρόμοιο μέλλον».
Πώς επιδρά η σημερινή κρίση στο ιδεολογικό υπόβαθρο της Ευρώπης;
«Η κρίση του 1929 συνέβαλε στην έλευση του φασισμού στη Γερμανία. Ετσι ο φασισμός από αποκλειστικά ιταλικό κίνημα και φαινόμενο αποβαίνει ένα από τα μείζονα πολιτικά παραδείγματα της ηπείρου. Παρόμοιες διαλυτικές συνέπειες θα μπορούσε να έχει και η τρέχουσα οικονομική κρίση. Δεν μιλάμε φυσικά για μια μηχανική επανάληψη της Ιστορίας αλλά για μια συγκρίσιμη πολιτική – ανθρωπολογική μεταμόρφωση της κοινωνίας και της δημοκρατίας μας. Αυτός είναι ο υπαρκτός κίνδυνος».
Η πρόσφατη δημοτικότητα στην ευρωπαϊκή σκηνή κινημάτων από αντίθετες πλευρές του πολιτικού φάσματος, όπως του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία, της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία και της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα, δείχνει ότι η κρίση έχει γίνει ήδη καταλύτης ιδεολογικών μεταλλάξεων;
«Τα πολιτικά κινήματα που αναφέρετε θα έλεγα ότι αποτελούν συμπτώματα της εμβάθυνσης της κρίσης. Για να αποφύγουμε τις γενικεύσεις εξαρχής, πρέπει να τονίσουμε ότι η Μαρίν Λεπέν, ο Μπέπε Γκρίλο και η Χρυσή Αυγή ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες. Το φαινόμενο του Μπέπε Γκρίλο άπτεται ξενοφοβικών τάσεων, δεν ανήκει όμως στον νεοφασισμό και αποτελεί περισσότερο συνέπεια μιας πολιτικής κρίσης. Δεν γνωρίζω την ελληνική κατάσταση τόσο καλά ώστε να μπορώ να την αναλύσω με απόλυτη ακρίβεια. Η Χρυσή Αυγή ωστόσο μοιάζει μια μείξη δυτικοευρωπαϊκής Ακροδεξιάς (της οποίας η Λεπέν αποτελεί εμβληματική φιγούρα στην προσπάθειά της να εκσυγχρονίσει τη γλώσσα και τη ρητορική της) και ανατολικοευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, όπως αυτή εμφανίστηκε μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού αναβιώνοντας τον φασισμό του Μεσοπολέμου. Για την ακρίβεια, η Χρυσή Αυγή μοιάζει πιο κοντά σε αυτό το πρότυπο αντί του Εθνικού Μετώπου της Λεπέν, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα ανήκει ως κοινωνία στη Δυτική, όχι στην Ανατολική Ευρώπη. Αν υπάρχει τώρα μια κοινή γραμμή που διασχίζει όλη την Ευρώπη από την Ελλάδα ως τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία, είναι η ξενοφοβία. Ο στόχος σήμερα για την άκρα Δεξιά και τα πάσης φύσεως νεοφασιστικά κινήματα δεν είναι οι εβραίοι αλλά οι μουσουλμάνοι και οι μετανάστες. Αρα, αν θέλουμε να καταπολεμήσουμε τον νέο ρατσισμό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται αλλά μεταβάλλεται. Και αυτό είναι αναπόφευκτο».

Αναλύοντας λεπτές και πολύπλοκες έννοιες όπως αυτές που συζητούμε, ποια οφείλει να είναι η στάση του ιστορικού απέναντι στο ευρύ κοινό;
«Η συμβολή του ιστορικού συνίσταται στη συγκρότηση μιας υπεύθυνης ιστορικής συνείδησης, στην παραγωγή μιας κριτικής ερμηνείας του παρελθόντος. Προσωπικά τάσσομαι υπέρ της πολιτικής ταύτισης του ιστορικού. Δεν πείστηκα ποτέ από την άποψη περί επιστημονικής ουδετερότητας της ιστοριογραφίας, της υποτιθέμενης ουδετερότητας της επιστήμης συνολικά. Τη θεωρώ ψευδαίσθηση. Ο ιστορικός βέβαια οφείλει να συνειδητοποιεί τα στοιχεία που μπορούν να τον επηρεάσουν, να αναγνωρίζει τη θέση υπό την οποία εργάζεται και ομιλεί».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ