ΕΓΚΟΝ ΦΡΙΝΤΕΛ
Πολιτιστική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας.
Μύθος και πραγματικότητα της προχριστιανικής ψυχής
Μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ.
Εκδόσεις Τόπος, 2013,
σελ. 303, τιμή 16 ευρώ

Αν η αξία ενός βιβλίου Ιστορίας μετρείται με την αντικειμενικότητα του συγγραφέα, τον αγώνα του για τα στοιχεία και τις αποδείξεις που θα τεκμηριώσουν το αλάθητο των γραπτών του, τότε ο Εγκον Φριντέλ βαθμολογείται για το έργο του Πολιτιστική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας… κάτω από τη βάση. Και όμως, στην περίπτωσή του είναι η «υποκειμενικότητα», ο ρεαλισμός ως αντίβαρο της ευφορίας του Μεσοπολέμου αφενός και του επερχόμενου φασισμού αφετέρου, η κριτική αλλά επ’ ουδενί επικριτική θέση του και η αναζήτηση της αλήθειας πέρα από τα στερεότυπα, που το καθιστούν ξεχωριστά ενδιαφέρον 75 χρόνια από τη συγγραφή του. Αλλωστε αυτό το βιβλίο δεν μοιάζει σε τίποτε με τις άλλες «Ιστορίες».

Χάρη στην ιδιαίτερη προσωπικότητά του –διδάκτωρ Λογοτεχνίας και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, διευθυντής καμπαρέ, θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός -, ο πολυτάλαντος αλλά και εκκεντρικός συγγραφέας μιλάει για την αρχαία Ελλάδα και τους Ελληνες με έναν τρόπο διαφορετικό από τους συνήθεις, αναδεικνύοντας τα επιτεύγματά τους δίπλα-δίπλα με τα αρνητικά στοιχεία και τις αδυναμίες τους, όχι για να μειώσει τα πρώτα αλλά, περιέργως, για να τα απογειώσει. Ο πεντακάθαρος και χωρίς μεγαλοστομίες λόγος του Φριντέλ λειτουργεί αποστομωτικά. Εστω και αν μιλάει με αφορισμούς…

«Η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας είναι μια συνεχής αδελφοκτονία», «Ο αρχαίος Ελληνας δεν ανεχόταν κανέναν πάνω από το κεφάλι του, παρά μόνο την κοινότητά του, και θεωρούσε τυραννίδα ακόμη και την προσπάθεια για ευρύτερη κρατική οργάνωση», «Οπου κι αν ψάξουμε στην ελληνική ιστορία θα βρούμε παιδεραστές».
Ιδού ορισμένες από τις «αιρετικές» παρατηρήσεις του Φριντέλ, που θα πρέπει να προκάλεσαν το κοινό αίσθημα της εποχής του.
Πώς δηλαδή; Δεν ήταν οι αρχαίοι Ελληνες ο πιο έξυπνος, εφευρετικός, πνευματικός, δημοκρατικός, ο πιο δίκαιος λαός του κόσμου; Γιατί και σήμερα ακόμη ο Φριντέλ θα μπορούσε άνετα να θεωρηθεί από κάποιους με παρωπίδες ως ανθέλληνας.
Τα χαρίσματα


Για τον Φριντέλ οι αρχαίοι ήταν λιγότερο αθώοι και περισσότερο ομοερωτικοί απ’ όσο πιστεύουμε, εξαιρετικά φυγόπονοι και απίστευτα βάρβαροι απέναντι στους εχθρούς τους. Από την άλλη όμως διέθεταν σπάνια χαρίσματα, τα οποία δεν φείδεται να παραθέτει: «Οι Ελληνες ήταν οι ανυπέρβλητοι μάστορες της καθαρής και δυνατής γραμμής. Αυτή η μαστοριά φαίνεται σε κάθε φράση των λόγων και των γραφτών τους, σε κάθε όψη των ναών και των αγαλμάτων τους, σε κάθε σκέψη της φιλοσοφίας και της μυθολογίας τους» γράφει. Ή ότι «ο ελληνικός πολιτισμός, έστω και μόνο για τον ρυθμό με τον οποίο αναπτύχθηκε, αποτελεί μοναδική περίπτωση στην παγκόσμια ιστορία».
Το βιβλίο, όπως και τα δύο προηγούμενα του συγγραφέα (Πολιτισμική Ιστορία των νεότερων χρόνων και Πολιτισμική Ιστορία της Αιγύπτου και της Πρόσω Ασίας), γράφτηκε σε περίοδο που κυοφορούσε ήδη το τέρας του φασισμού στη Γερμανία, σε ένα περιβάλλον δηλαδή εξαιρετικά δυσμενές για ελεύθερα πνεύματα, όπως ο Φριντέλ. Αυστριακός εβραίος, που απαρνήθηκε τον ιουδαϊσμό για να ασπασθεί τον προτεσταντισμό αλλάζοντας το όνομά του από Φρίντμαν σε Φριντέλ, είχε φίλους τον Χέρμαν Μπροχ, τον Ρόμπερτ Μούζιλ, τον Ράινερ Μαρία Ρίλκε, τον Αρτουρ Σνίτσλερ, όλη την παρέα, εν ολίγοις, που συναντιόταν στο περίφημο Καφέ Σεντράλ της Βιέννης, ενώ συνεργάτης του ήταν ο Μαξ Ράινχαρτ, ο οποίος ανέβαζε τα έργα του Φριντέλ τόσο στη Βιέννη όσο και στο Βερολίνο. Η απόφασή του να αυτοκτονήσει τρεις ημέρες μετά την εισβολή των Γερμανών στην Αυστρία γνωρίζοντας ότι ως μαύρο πρόβατο για τους ναζί θα συλλαμβανόταν άμεσα έβαλε ένα απότομο τέλος σε όλα αυτά.
Το χειρόγραφο


Περιπέτειες είχε και το χειρόγραφο για την Ελλάδα, αφού κατασχέθηκε από την Γκεστάπο. Διασώθηκε όμως από τους κληρονόμους του Φριντέλ, οι οποίοι και το εξέδωσαν στην Ελβετία το 1940. Μόλις το 1984 μεταφράστηκε στην Ελλάδα από τον Δημοσθένη Κούρτοβικ, μια έκδοση εξαντλημένη, που τώρα επανακυκλοφορεί –σε μια εποχή όπου οι ομοιότητες με εκείνη της συγγραφής του έχουν πληθύνει.

«Το ελληνικό τοπίο είναι οπωσδήποτε αξεχώριστο από τον ελληνικό πολιτισμό»
γράφει ο Φριντέλ, αρχίζοντας την Ιστορία του από τα στοιχεία της γεωγραφικής ιδιαιτερότητας της Ελλάδας για να υποστηρίξει τον πολιτισμό που αναπτύχθηκε σε αυτήν χάρη στο ευσύνοπτον του εδάφους της, την καθαρότητα του ουρανού της, το πανταχού υπάρχον υγρό στοιχείο της.
Από τη θέση αυτή εκφράζει και τη μέγιστη αντίθεσή του προς τους κλασικιστές. «Δημιούργησαν μια πλάνη» γράφει. «Ξέπλυναν τα χρώματα όχι μόνο από τα ελληνικά αγάλματα αλλά και από την ίδια την ελληνική ζωή και άφησαν μονάχα ένα άχρωμο και ψεύτικο πρόπλασμα, στημένο πάνω στην έδρα της σκυθρωπής αίθουσας ενός αυστηρού σχολείου».

Απληστοι, μέθυσοι και τεμπέληδες
«Προσέχετε, παρακαλώ!».
Ηταν η ιδιαίτερη προσωπικότητα του Εγκον Φριντέλ ή ο σεβασμός προς τους άλλους αυτή η έκκληση προσοχής, καθώς έπεφτε στο κενό από το ανοιχτό παράθυρο; Αγνωστο. Αλλά μέσα από το έργο του η έμφαση στον άνθρωπο είναι ολοφάνερη.
Στην Ιστορία του, λοιπόν, ήρωες δεν είναι μόνον οι θεοί, οι στρατηγοί, οι φιλόσοφοι και οι ρήτορες. Ηταν και οι ακτήμονες, οι απλοί ψαράδες, οι μισθοφόροι, οι εταίρες, ακόμη και οι αδελφοκτόνοι. Και η ίδια η αθηναϊκή δημοκρατία κάθεται στον πάγκο. Επικαλείται τον Ξενοφώντα για να γράψει ότι η Εκκλησία του Δήμου ήταν «μια κατάσταση όπου όλοι οι μεθυσμένοι φώναζαν ταυτόχρονα». Του φαίνεται αδιανόητο πώς τα δημόσια αξιώματα απονέμονταν με κλήρωση. Κατηγορεί τους Αθηναίους για πλεονεξία, έπαρση, αρχομανία και για μια «απύθμενη απέχθεια για κάθε βιοποριστική ασχολία, αν και ήταν υλιστές, βάζοντας το χρήμα και την ιδιοκτησία πάνω απ’ όλα»!
Από την άλλη όμως αναγνωρίζει ότι «η ελληνική δημοκρατία, όσα κακά κι αν της προσάψει κανείς, ήταν το μόνο υπόστρωμα στο οποίο το ελληνικό πνεύμα μπορούσε να ευδοκιμήσει και να δώσει τόσο εξαίσια άνθη».