Τζον Μπέργκερ
Από την Αϊντα στον Χαβιέρ
Εκδόσεις Πατάκη, 2013,
σελ. 232, τιμή 12,70 ευρώ

Ενα βιβλίο για τον έρωτα και την πολιτική. Ο αφηγητής Τζον Μπέργκερ υποτίθεται ότι βρίσκει ένα πακέτο γράμματα ενός φυλακισμένου στο κελί μιας φυλακής που αδειάζει επειδή καταργείται. Ο τελευταίος κρατούμενος στο κελί 73, ονόματι Χαβιέρ, εξέτιε ποινή δις ισοβίων ως υπεύθυνος μια τρομοκρατικής οργάνωσης. Τα γράμματα του τα απευθύνει η αγαπημένη του Αϊντα. Μαζεμένα σε τρία πακέτα δεμένα με ένα κορδελάκι, χωρίς χρονολογική σειρά, αποτελούν τη μαρτυρία ενός έρωτα σε καθεστώς πολέμου, έτσι όπως τον αντιλαμβάνονται οι δύο εραστές. Δεν υπάρχουν οι απαντήσεις του Χαβιέρ αλλά από τα γράμματα της αγαπημένης του μαθαίνουμε κάποια πράγματα γι’ αυτόν. Ο ίδιος κάποιες φορές σημειώνει πάνω στα γράμματα απόψεις του, κυρίως πολιτικές, αλλά και κρίσεις για τη φτώχεια, για την αμερικανική αυτοκρατορία, για τους σύγχρονους πόλεμους.

Ο τόπος από τον οποίο κατάγονται οι δύο εραστές είναι συγκεχυμένος. Η Αϊντα επικαλείται περιοχές που θυμίζουν Μαρόκο, Παλαιστίνη αλλά και Λατινική Αμερική ή Αίγυπτο. Χρησιμοποιεί λέξεις ισπανικές και αραβικές, μεταγραφές ενός τούρκου ποιητή ή ένα αιγυπτιακό φαγητό. Κάνει αναφορές στην Ασσυρία, στην Ισπανία, στην Καρχηδόνα και στην Ελλάδα –όταν προσπαθεί να βρει τον ορισμό του χαμαιλέοντα ή την έννοια της λέξης «παλίνδρομο».
Ο Χαβιέρ, ένας φτωχός μηχανικός αυτοκινήτων, που κάποια στιγμή πήρε τα όπλα για την πατρίδα του, επικαλείται τη Βενεζουέλα, το Παρίσι, τη Βολιβία, τη Μόσχα, τη Μιανμάρ. Στα μικρά κείμενά του αναφέρει τον Εντουάρντο Γκαλεάνο, τον αναρχικό Φραντς Φανόν, τον υποδιοικητή Μάρκος, τον Εβο Μοράλες, και όταν θέλει να εκφράσει τον έρωτά του, την τζαζ τραγουδίστρια Κασάντρα Γουίλσον και τον Τζόνι Κας.
Εκτός από τον τόπο, όμως, έχει καταργηθεί και ο χρόνος ανάμεσα στους εραστές. Η συνειδητοποίηση ότι δεν θα βρεθούν ποτέ ξανά, ότι δεν θα υπάρχει άλλη ζωή πέρα από αυτή που ζουν τώρα, αυτός στη φυλακή και αυτή υπάλληλος σε φαρμακείο, τους κάνει να μην ενδιαφέρονται για τον χρόνο. Η εποχή είναι βεβαίως ο 20ός αιώνας, το φόντο οι πόλεμοι οπουδήποτε –στην Παλαιστίνη, στην Αφρική, στο Ιράκ, στη Λατινική Αμερική. Για τους δύο εραστές οι σύγχρονοι στρατιώτες είναι καθάρματα, δεν πολεμούν απέναντι σε έναν άλλον στρατό αλλά απέναντι σε άοπλο πληθυσμό.
Γίνεται μνεία στους στρατιώτες άλλων εποχών, με απόσπασμα από τον Αισχύλο, όταν οι στρατιώτες επέστρεφαν στην πατρίδα μέσα σε τεφροδόχο, αλλά ο κόσμος τους τιμούσε: «Πέθανε ευγενικά, τον θάνατο ζωσμένος». Ο πόλεμος συνεχίζεται με άλλα μέσα. Ο Χαβιέρ θα δώσει το στίγμα του ανθρώπου που δεν υποτάσσεται λέγοντας ότι ανάμεσα στους αγωνιστές και στους ισχυρούς του κόσμου υπάρχουν δύο ζώνες που τους χωρίζουν. «Δεν μπορούν να προβλέψουν ποια θα είναι η επόμενη κίνησή μας, από τη μια είναι η ζώνη η δική τους με τον ορυμαγδό των συκοφαντιών και από την άλλη οι σιωπηρές μας επιδιώξεις, δεν μπορούν να διασχίσουν τη ζώνη της σιωπής μας».

«Η ελπίδα ανήκει στην ψυχή, η προσμονή στο σώμα»


Αυτό που κρατάει στη ζωή τους εραστές είναι η μνήμη. «Το αντίθετο του αιώνιου δεν είναι το εφήμερο αλλά το λησμονημένο». Η ελπίδα για αυτούς αποκτά έναν άλλον χαρακτήρα. «Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην ελπίδα και στην προσμονή. Στην αρχή πίστευα πώς ήταν ζήτημα διάρκειας, η ελπίδα πρόσμενε κάτι πιο μακριά. Τώρα ξέρω, η ελπίδα ανήκει στην ψυχή και η προσμονή στο σώμα».
Θα έλεγες ότι είναι το ημερολόγιο ενός έρωτα μεταξύ δύο ανυπότακτων, φτωχών πολεμιστών, που δίνουν έναν αγώνα για την πατρίδα τους: «Τα κεφάλια μας δεν σκύβουν ποτέ τόσο που να τρώνε τα σκατά τους» θα γράψει η Αϊντα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ακόμη ένα κεφάλαιο στις ιστορίες αγάπης που κοσμούν την ανθρώπινη ιστορία. Μόνο που εδώ τους δύο εραστές δεν χωρίζει η διαμάχη των φεουδαρχικών φατριών, όπως τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, ούτε οι ηλικιακές και κοινωνικές διαφορές, όπως τη Μαντάμ Αρνού και τον Φρεντερίκ Μορό στην Αισθηματική αγωγή του Φλομπέρ. Τους χωρίζει ένας ανελέητος πόλεμος που διεξάγεται παντού, ανάμεσα σε όσους κατέχουν και σε όσους δεν έχουν τίποτε πέρα από τη σιωπηλή οργή τους.
Ο Τζον Μπέργκερ έγραψε αυτό το βιβλίο ως μια σπουδή «στην ελεγχόμενη οργή, σμιλεμένη με τα εργαλεία της τρυφερότητας», θα γράψει η Αρουντάτι Ρόι. Είναι ένα δοκίμιο για την αγάπη σε δύσκολους καιρούς, τότε που αυτή ανθίζει καλύτερα. Είναι όμως και ένα κείμενο για τη σημερινή κατάσταση, ενός πλούσιου κόσμου που πνίγει τα παιδιά του. Για να πούμε άλλη μια φορά την καταληκτική φράση από το σαιξπηρικό έργο: «Ισως δεν υπήρξε ποτέ ιστορία πιο θλιβερή από αυτήν».

Μαχητικός αμφισβητίας
Ο Τζον Μπέργκερ είναι μια ριζοσπαστική προσωπικότητα. Οταν κέρδισε, το 1972, το βραβείο Μπούκερ, έδωσε τα μισά χρήματα στους Μαύρους Πάνθηρες. Το βιβλίο του Η εικόνα και το βλέμμα (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Οδυσσέας) έγινε κλασικό βοήθημα για τους σπουδαστές εικαστικών τεχνών, τηλεοπτική σειρά και παγκόσμιο μπεστ σέλερ. Τα πιο γνωστά μυθιστορήματά του είναι τα G, το ταξίδι (εκδόσεις Κανάκη) και Προς τον γάμο (εκδόσεις Καστανιωτη).
Ο Μπέργκερ παρέμεινε πάντα ένας μαχητικός κριτικός που ενοχλούσε. Ο ίδιος αφηγείται στο τελευταίο βιβλίο του ένα αλληγορικό επεισόδιο. Μεγάλη Παρασκευή είχε πάει να ζωγραφίσει στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου τον «Εσταυρωμένο» του Αντονέλο ντα Μεσίνα, «την πιο μοναχική απεικόνιση που ξέρω». Εβγαλε το σκαμνάκι του, ακούμπησε τον σάκο δίπλα του και άρχισε να ζωγραφίζει. Ο φύλακας του είπε να μετακινήσει τον σάκο. Το έκανε. Ο φύλακας του είπε ότι δεν μπορεί να τον έχει στο δάπεδο. «Σκατά. Και πώς θα ζωγραφίσω;» ρώτησε ο Μπέργκερ. Ο φύλακας κάλεσε τον προϊστάμενό του, οποίος επέπληξε τον ζωγράφο επειδή συμπεριφερόταν αισχρά σε δημόσιο χώρο. «Θεωρώ πως γνωρίζετε τον τρόπο για να βγείτε έξω» του είπε ειρωνικά αυτός. Ηταν ένα συμβολικό στιγμιότυπο για τον χαρακτήρα του Μπέργκερ: μαχητικός, κριτικός, αμφισβητίας της θεσμικής εξουσίας αλλά και εραστής της τέχνης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ