Τσβετάν Τοντόροφ
Η λογοτεχνία σε κίνδυνο
Μετάφραση Χρύσα Βαγενά, εισαγωγή Νάσος Βαγενάς
Εκδόσεις Πόλις, 2013,
σελ. 108, τιμή 12 ευρώ

Γεννημένος στη Σόφια το 1939, ο Τσβετάν Τοντορόφ μεγάλωσε σε έναν κόσμο ιδεολογικά διχασμένο και σε μια χώρα όπου και η ενασχόληση με τη λογοτεχνία έπρεπε «να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας». Γιος βιβλιοθηκονόμων και βιβλιοφάγος από τα παιδικά του χρόνια, βρήκε στην εφηβεία του έναν τρόπο να μιλάει για τα αγαπημένα του κείμενα παρακάμπτοντας τις συμπληγάδες του ιδεολογικού περιεχομένου τους: ασχολήθηκε όχι με το περιεχόμενο του κειμένου αλλά με τη υλικά από τα οποία ήταν κατασκευασμένο, τη γλώσσα, το ύφος, τις αφηγηματικές μορφές, τη λογοτεχνική τεχνική.

Το ίδιο είχαν κάνει πριν από αυτόν στη Ρωσία οι λεγόμενοι φορμαλιστές. Στη Γαλλία τα θέματα αυτά απασχολούν την ίδια εποχή τον Ρολάν Μπαρτ, καθηγητή στην École des Hautes Etudes, και ενδιαφέρουν τον νεαρό Ζεράρ Ζενέτ, βοηθό στη Σορβόννη. Οταν ο Τοντορόφ φθάνει στο Παρίσι για σπουδές το 1963 γράφεται στα μαθήματα του Μπαρτ και πιάνει φιλία με τον Ζενέτ, ο οποίος τον παροτρύνει να μεταφράσει κείμενα των ρώσων φορμαλιστών στα γαλλικά με τον τίτλο «Θεωρία της λογοτεχνίας» (1965). Μαζί εκδίδουν επί δεκαετία το περιοδικό «Poétique». «Θεωρία της λογοτεχνίας» και «ποιητική» είναι όροι που σύντομα κυριαρχούν στον λόγο των στρουκτουραλιστών, που ενδιαφέρονται για τις κοινές δομές των κειμένων και τα στοιχεία που ενώνουν τις εθνικές λογοτεχνίες, και ο Τοντορόφ ανήκει στους πρωτοπόρους της ομάδας.
Σταδιακά αρχίζει να μεταστρέφεται. Η αποκλειστική ενασχόληση με τη λεκτική ύλη των κειμένων παύει να τον θέλγει, αρχίζει να τον ενδιαφέρει η ανθρωπολογία, η Ιστορία, η ψυχολογία και γίνεται υπερασπιστής των αξιών του Διαφωτισμού με πολλά βιβλία του. Το βιβλίο του Η λογοτεχνία σε κίνδυνο (2007), που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, είναι μια σύντομη αυτοβιογραφία, μια προσωπική μαρτυρία και ταυτόχρονα ένα κείμενο πολεμικής που καταλογίζει στη θεωρητικοκρατούμενη μέση και ανώτερη εκπαίδευση στη Γαλλία ευθύνες για την υποβάθμιση της λογοτεχνίας ως αναγνωστικής απόλαυσης, ως διδακτικού αντικειμένου και ως δημιουργικής δραστηριότητας.
Οι στρουκτουραλιστές επικρατούν στην εκπαίδευση, λέει, όπου η θεωρία έχει γίνει αυτοσκοπός και η μελέτη των μεθόδων έχει αντικαταστήσει τη μελέτη του νοήματος. Πρέπει να επιστρέψουμε στη σύνδεση της λογοτεχνίας με τον κόσμο. Η λογοτεχνία – ακόμη και έργα εμπορικά όπως ο Χάρι Πότερ – μάς επιτρέπει να ανακαλύπτουμε κόσμους συνεχόμενους με τις βιωμένες εμπειρίες μας και μας επιτρέπει να τις κατανοήσουμε καλύτερα. «Διευρύνει τον κόσμο μας, μας παροτρύνει να φανταστούμε άλλους τρόπους για να τον προσλαμβάνουμε και να τον οργανώσουμε» γράφει. «Ανοίγει στο άπειρο τη δυνατότητα αμοιβαίας επικοινωνίας με τους άλλους».
Επιστροφή στην ανθρωπιστική παράδοση ή η εξομολόγηση ενός μετανοημένου θεωρητικού; Στον 21ο αιώνα παρά τη συνύπαρξη διαφορετικών ιδεολογιών και αντιλήψεων για την τέχνη, ο Τοντόροφ βλέπει να επικρατεί στη Γαλλία η τριάδα: φορμαλισμός (έμφαση στη μέθοδο προσέγγισης της λογοτεχνίας και όχι στο περιεχόμενο), μηδενισμός (αρνητικό όραμα για τον κόσμο) και σολιψισμός (μια λογοτεχνία ναρκισσιστική στην οποία ο συγγραφέας αναλώνεται στην περιγραφή της παραμικρής εμπειρίας του, οσοδήποτε ανούσιας ή απωθητικής). «Εκεί βρίσκεται μία από τις εξηγήσεις για το περιορισμένο ενδιαφέρον που προκαλεί σήμερα η γαλλική λογοτεχνία έξω από τα σύνορα της Γαλλίας» επισημαίνει.
Οι παρατηρήσεις του δεν έχουν ισχύ μόνο για τη γαλλική πραγματικότητα. Ούτε εγγράφονται μόνο στη βιβλιογραφία μιας τάσης ενάντια στη θεωρία που εκφράζουν και στον αγγλοσαξονικό χώρο ο γνωστός θεωρητικός κριτικός Τέρι Ιγκλετον με το Μετά τη θεωρία (2003) στη Βρετανία και ο αιρετικός Χάρολντ Μπλουμ με την επίθεση στις πολιτισμικές σπουδές και στις θεωρίες τους στις ΗΠΑ. Οι εκτιμήσεις του Τοντορόφ, γραμμένες με τη στοχαστική σαφήνεια και την εκφραστική καθαρότητα που χαρακτήριζε ακόμη και τον φορμαλιστικό λόγο του, αφορούν κάθε έλληνα εκπαιδευτικό, κριτικό και συγγραφέα γιατί προσφέρουν ερμηνείες και για την πτωχευτική εικόνα της λογοτεχνίας που τόσο πολύ συζητούμε και στα καθ’ ημάς.
Σέξι φιλολογία

Η μεθοδική διδασκαλία της θεωρίας της λογοτεχνίας στα ελληνικά πανεπιστήμια αρχίζει από τη δεκαετία του 1980, ως μάθημα υποχρεωτικό στα πιο προοδευτικά Τμήματα Φιλολογίας, ως μάθημα επιλογής στα πιο συντηρητικά. Η πρώτη φουρνιά πανεπιστημιακών καθηγητών της λογοτεχνικής θεωρίας ήταν φιλόλογοι σπουδασμένοι στη Γαλλία κοντά στους στρουκτουραλιστές. Εφερναν στο ελληνικό ακαδημαϊκό κατεστημένο έναν αέρα ανανέωσης και επιστημοσύνης μακριά από τον παλαιοφιλολογικό σχολαστικισμό, τις ιστορικοβιογραφικές προσεγγίσεις και τις υποκειμενικές και εμπειρικές αναλύσεις. Μια γενιά φοιτητών μυήθηκε στις νέες θεωρίες. Η θεωρία έκανε αίφνης τη φιλολογία σέξι. Οι υποψήφιοι διδάκτορες άρχισαν να χρησιμοποιούν όλο και πιο εξελιγμένα θεωρητικά εργαλεία για να εντυπωσιάσουν τους καθηγητές τους φτάνοντας κάποιες φορές ως τη φετιχοποίηση της θεωρίας.
Μία δεκαετία αργότερα οι «έξι λειτουργίες» του ρώσου γλωσσολόγου και θεωρητικού Ρόμαν Γιάκομπσον και οι «ομοδιηγητικοί» και «ετεροδιηγητικοί» αφηγητές του γάλλου αφηγηματολόγου Ζεράρ Ζενέτ έβρισκαν τη θέση τους στα σχολικά βιβλία της μέσης εκπαίδευσης και στα θέματα των πανελλαδικών εξετάσεων προκαλώντας αμηχανία και πανικό σε μαθητές και διδάσκοντες. «Καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μου τηλεφωνούσαν για να ρωτήσουν αν στην τάδε παράγραφο του εξεταζόμενου διηγήματος του Παπαδιαμάντη «Ονειρο στο κύμα» ο αφηγητής είναι ετεροδιηγητικός ή ομοδιηγητικός» μας λέει η Γεωργία Φαρίνου, καθηγήτρια Νέας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) που έχει ασχοληθεί συστηματικά με την αφηγηματολογία.
Το κενό στην επιμόρφωση ή η ελλιπής επιμόρφωση των διδασκόντων είχε αποτέλεσμα το πέρασμα της θεωρίας στη μέση εκπαίδευση να γίνει με τρόπο μηχανιστικό, η θεωρία να γίνει εκφοβιστική και η λογοτεχνία απωθητική για τον μαθητή. «Δεν έχει νόημα να μάθει ο δεκαπεντάχρονος τι είναι ο εξωδιηγητικός αφηγητής αν δεν τον πείσουμε ότι η γνώση αυτή θα εμβαθύνει την απόλαυση της ανάγνωσης του κειμένου» σχολιάζει ο Δημήτρης Αγγελάτος, καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας και Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Με βιωματικό τρόπο

Τα Τμήματα Φιλολογίας ξεκίνησαν εφέτος μια προσπάθεια θεραπείας αυτών των στρεβλώσεων προσφέροντας το μάθημα της Διδακτικής της Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ και στο ΕΚΠΑ, το οποίο διοργανώνει το φθινόπωρο συνέδριο για να διερευνηθεί σε βάθος «η αξία της λογοτεχνίας ως ανθρωπιστικού αγαθού και η σύνθετη και λεπτή σχέση της με την εκπαιδευτική πράξη». «Δεν έχει νόημα να κάνουμε μικρούς φιλολόγους τους μαθητές του λυκείου αλλά να τους κάνουμε αναγνώστες και να κερδίσουμε τον μαθητή ενθαρρύνοντας την προσέγγιση των κειμένων με βιωματικό τρόπο» αναφέρει η Κατερίνα Τικτοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μία από τις διδάσκουσες του μαθήματος Διδακτική της Νεότερης Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ.
Αυτό επιχειρούν να πετύχουν τα νέα προγράμματα σπουδών που εφαρμόζονται πιλοτικά σε σχολεία της χώρας. Βεβαίως η θεωρία βρίσκεται πίσω από τον σχεδιασμό των νέων εγχειριδίων, στα οποία ο φορμαλισμός υποχωρεί μπροστά στις αναγνωστικές θεωρίες και σε προσεγγίσεις που έρχονται από το πεδίο των πολιτισμικών σπουδών.

«Θεωρία χωρίς Ιστορία είναι υποβρύχιο με πανιά»
«Οι πολιτισμικές σπουδές έφθασαν από άλλον δρόμο στα ίδια συμπεράσματα που έφθασε και ο Τοντορόφ, ότι δηλαδή η διάκριση μεταξύ υψηλής λογοτεχνίας για τους μυημένους και χαμηλής λογοτεχνίας για όλον τον κόσμο ήταν ασύμφορη και οδήγησε σε τέρατα και ότι ο απλός άνθρωπος προσεγγίζει τη λογοτεχνία μέσα από τη ζωή του και τα προβλήματά της και διαβάζει λογοτεχνία αναζητώντας συνδέσεις με όσα τον απασχολούν» υποστηρίζει η Βενετία Αποστολίδου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ και μέλος της συντακτικής επιτροπής των νέων προγραμμάτων σπουδών. «Η θεωρία μπορεί να βρίσκεται πίσω από τα προγράμματα σπουδών» σχολιάζει «αλλά δεν έρχεται μπροστά, δεν μπορεί να αποτελεί σκοπό η διδασκαλία της στους δεκαπεντάχρονους και στους δεκαεπτάχρονους».
Στην άλλη πλευρά, ο καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας και Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο ΕΚΠΑ Δημήτρης Αγγελάτος υπερασπίζεται τη διδασκαλία της λογοτεχνικής θεωρίας, των λογοτεχνικών τρόπων και των ειδών και εκτιμά ότι η θεωρία ως εργαλείο μπορεί να προσφέρει εξαιρετικά σημαντικές υπηρεσίες όχι μόνο στην ανάλυση αλλά και στην αξιολόγηση των κειμένων. «Αν κατέχεις τα εργαλεία της θεωρίας και γνωρίζεις το ιστορικογραμματολογικό στίγμα των κειμένων, μπορείς να διατυπώσεις αξιολογικές κρίσεις που είναι βάσιμες» ισχυρίζεται. «Η «καλή θεωρία», όμως, η «ενίστορη»» διευκρινίζει. Διότι «θεωρία χωρίς Ιστορία είναι υποβρύχιο με πανιά» λέει χρησιμοποιώντας μια φράση του στρουκτουραλιστή Ζενέτ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ