Martin Van Creveld
Η στρατηγική του Χίτλερ 1940-1941:
Το Βαλκανικό ζήτημα
Μετάφραση Βαγγέλης Στεργιόπουλος
Εκδόσεις Γκοβόστη, 2013,
σελ. 383, τιμή 19,80 ευρώ

Με το κλείσιμο του 20ού αιώνα είχαμε διεθνώς ένα εντυπωσιακό εκδοτικό φαινόμενο: τα βιβλία Ιστορίας που εκδίδονται είναι ασυγκρίτως περισσότερα από όσα στο παρελθόν –και το ενδιαφέρον του ευρέος αναγνωστικού κοινού πολύ μεγαλύτερο, ιδιαίτερα για εξειδικευμένα θέματα που άλλοτε θα ενδιέφεραν μόνο τους ειδικούς. Η ιστοριογραφία επηρεάζει αποφασιστικά το ερευνητικό ρεπορτάζ (την καταγραφή της Ιστορίας εν τω γεννάσθαι), ακόμη και το ιστορικό μυθιστόρημα.

Το φαινόμενο παρατηρείται και στην ελληνική εκδοτική παραγωγή της τελευταίας δεκαετίας: ουδέποτε άλλοτε εκδίδονταν στη γλώσσα μας τόσα βιβλία Ιστορίας που να μην είναι εγκυκλοπαιδικού χαρακτήρα αλλά εξειδικευμένες επιστημονικές εργασίες. Το βιβλίο του Μάρτιν φαν Κρέβελντ Η στρατηγική του Χίτλερ 1940-1941: Το Βαλκανικό ζήτημα πρωτοεκδόθηκε στα αγγλικά το 1973, όταν ο συγγραφέας του, καθηγητής σήμερα της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Hebrew του Ισραήλ, ήταν μόλις 27 ετών.
Το γεγονός ότι εκδότης του ήταν το Cambridge University Press και ότι εξακολουθεί να κυκλοφορεί είναι ενδεικτικό της σημασίας και της αξίας του. Οχι μόνο για την πληρότητα της βιβλιογραφίας και των στοιχείων που αξιοποιεί ο Κρέβελντ αλλά –και κυρίως –γιατί τα «καινοφανή», τότε, συμπεράσματά του αποδείχτηκαν εν πολλοίς σωστά. Ο Κρέβελντ σήμερα ανήκει στους σοβαρότερους ιστορικούς αναλυτές του πολέμου και δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξε σύμβουλος σε διάφορα υπουργεία Εθνικής Αμυνας, όπως των ΗΠΑ, του Καναδά και της Σουηδίας.
Ερωτήματα και απαντήσεις


Τρία είναι τα βασικά ερωτήματα στα οποία απαντά ο συγγραφέας παραθέτοντας και συγκρίνοντας τα διαθέσιμα στοιχεία: Πρώτον, η εισβολή του Μουσολίνι στην Ελλάδα ήταν αντίθετη με τις επιθυμίες και τα σχέδια του Χίτλερ; Δεύτερον, τα σχέδια του γερμανού δικτάτορα για τα Βαλκάνια γενικώς ήταν αμυντικού χαρακτήρα; Τρίτον (και σημαντικότερο), κατά πόσον οι επιχειρήσεις της Βέρμαχτ στα Βαλκάνια επηρέασαν την εφαρμογή και την εκτέλεση του σχεδίου Μπαρμπαρόσα, δηλαδή την επίθεση της Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης;
Οι απαντήσεις του Κρέβελντ διατυπώνονται με σαφήνεια χωρίς όμως να είναι αφοριστικές: Ο Χίτλερ είχε μόνο μία επιθυμία, την ολοκληρωτική επικράτηση. Τα υπόλοιπα εντάσσονταν στους στρατηγικούς σχεδιασμούς του, που τους προσάρμοζε στις περιστάσεις. Ο συγγραφέας χωρίζει το βιβλίο σε δύο περιόδους. Στην πρώτη, από τον Απρίλιο ως τον Νοέμβριο του 1940, το ενδιαφέρον του Χίτλερ ήταν επικεντρωμένο στην Αγγλία. Στη δεύτερη, από τον Δεκέμβριο του 1940 ως τον Ιούνιο του 1941, στη Σοβιετική Ενωση.
Από στρατηγικής πλευράς, στην πρώτη τουλάχιστον περίοδο, η Ελλάδα και η Γιουγκοσλαβία δεν αποτελούσαν χώρες υψίστης σημασίας για τον Χίτλερ, ο οποίος μολονότι είχε ατύπως συμφωνήσει με τον Μουσολίνι ότι η Μεσόγειος αποτελεί «ζωτικό χώρο» της Ιταλίας, δεν θεωρούσε την τελευταία σοβαρό κράτος αλλά «κατασκεύασμα», περίπου, της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Η επέμβασή του λοιπόν στα Βαλκάνια οφειλόταν στις συγκυρίες. Ιδίως στην παρουσία βρετανικών δυνάμεων στην Αλβανία, η οποία έθετε σε κίνδυνο τη σχεδιασμένη επίθεσή του εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης.
Για να προστατεύσει τα νώτα της


Στην επέμβαση της Γερμανίας μπορεί να έπαιξαν ρόλο και τυχαία γεγονότα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα Βαλκάνια δεν ήταν σημαντικά, ιδιαίτερα όσον αφορά την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα. Τα πετρέλαια της Ρουμανίας, επί παραδείγματι, ήταν απαραίτητα για την κίνηση των οχημάτων της Βέρμαχτ, ενώ και τα μεταλλεύματα που υπήρχαν στη Χερσόνησο του Αίμου θα συνέβαλλαν αποφασιστικά στην παραγωγή οπλισμού και πυρομαχικών.
Το σημαντικότερο, ωστόσο, ήταν η ανάγκη της Γερμανίας κατά τη διάρκεια της επίθεσης εναντίον της ΕΣΣΔ να προστατεύσει τα νώτα της. Αυτό δεν ήταν ούτε απλό ούτε εύκολο. Απόδειξη ότι ο αναγκαίος συντονισμός ανάμεσα στην επιχείρηση Μπαρμπαρόσα και την αντίστοιχη Μαρίτα στη νοτιανατολική Ευρώπη δεν επετεύχθη εγκαίρως, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει η μετακίνηση γερμανικών μεραρχιών από τα Βαλκάνια στο ρωσικό μέτωπο. Δεν επρόκειτο δηλαδή για λανθασμένη επιλογή όσον αφορά την έναρξη της επίθεσης, αλλά για ζήτημα πολύ πιο περίπλοκο.
Το τελευταίο έχει να κάνει και με τον τρόπο που σκεφτόταν και ενεργούσε ο Χίτλερ, η στρατηγική του οποίου «δεν υπαγορευόταν πάντοτε από τη λογική», γι’ αυτό και άλλοι σημαντικοί ιστορικοί, όπως ο Τζον Λούκατς και ο Ιαν Κέρσοου, λένε ότι ο νους του Χίτλερ ήταν «αδιαπέραστος». Η διαπίστωση είναι, θα λέγαμε, απολογιστική, και αν η Γερμανία είχε επικρατήσει θα αποκτούσε διαφορετική σημασία. Αυτό ήταν άλλωστε και το βασικό επιχείρημα των υποδίκων ναζιστών στη Δίκη της Νυρεμβέργης. Αν όμως οι υπεύθυνοι ενός πολέμου που στοίχισε στην ανθρωπότητα 50 εκατομμύρια νεκρούς δεν δικάζονταν, ποια χειρότερη προσβολή στους νεκρούς και τα θύματα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος; Η λέξη δικαιοσύνη θα έπαυε να έχει οποιοδήποτε περιεχόμενο.

Τα στρατιωτικά αρχεία
Ο συγγραφέας «ξαναζωντανεύει» το θέατρο του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα με παραστατικότητα –και πάντα μέσω των στοιχείων και των απολύτως αξιόπιστων πηγών, κυρίως ενός μεγάλου όγκου γερμανικών και ιταλικών στρατιωτικών αρχείων. Τονίζει επίσης την αναγκαιότητα να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή και να αξιοποιήσουν οι ιστορικοί και οι μελετητές τα κείμενα, τις αναφορές και τις αναλύσεις γερμανών αξιωματικών που έλαβαν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια. Αυτό έκανε και ο ίδιος –και τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά.

«Ολο το σχετικό αρχειακό υλικό που χρησιμοποιήθηκε στο παρόν βιβλίο (απόρρητα έγγραφα των αρχηγείων και των αρχηγών, διαθέσιμα σε μικροφίλμ) προέρχεται από τη Διεύθυνση Επιχειρήσεων των ανωτάτων διοικήσεων που ενεπλάκησαν στη βαλκανική εκστρατεία»
γράφει. Ο Κρέβελντ τονίζει στο τέλος του βιβλίου του πως, ενώ ο Χίτλερ θεωρούσε την Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία χώρες ήσσονος σημασίας, στην αρχή τουλάχιστον, τα προβλήματα που του δημιούργησαν δεν ήταν διόλου λίγα ή ασήμαντα. Αυτό, καταλήγει, «θα έπρεπε να μας διδάξει πως καμία ιστορική μελέτη δεν είναι αρκούντως διεξοδική».
Βιβλία όπως αυτό, ειδικά για τη νεότερη γενιά των Ελλήνων, είναι κάτι περισσότερο από χρήσιμα, ιδιαίτερα στη σημερινή δύσκολη περίοδο που διέρχεται η χώρα μας. Εμμέσως πλην σαφώς μας λένε για ποιες αξίες πολέμησαν εκείνη την εποχή οι παππούδες και οι προπαππούδες μας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ