Τον Απρίλιο του 2010 ο αμερικανός ιστορικός του Διαφωτισμού και του βιβλίου Ρόμπερτ Ντάρντον, επί δεκαετίες καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και τώρα διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Χάρβαρντ, σε συνέντευξή του στο «Βήμα» έκανε λόγο για την ίδρυση μιας εθνικής ψηφιακής βιβλιοθήκης στις ΗΠΑ. Η ιδέα ήταν να δίνει ανοιχτή πρόσβαση σε ψηφιοποιημένο υλικό από πολλές αμερικανικές βιβλιοθήκες και ιδρύματα ως αντίβαρο στην εμπορευματική πολιτική ψηφιοποίησης της Google. Μόλις τρία χρόνια μετά, στις 18 Απριλίου 2013, η Digital Public Library of America (DPLA) εμφανίζεται επισήμως στον κυβερνοχώρο στη διεύθυνση http://dp.la με τεκμήρια από βιβλιοθήκες, αρχεία και μουσεία 40 αμερικανικών Πολιτειών, τα οποία μπορεί να αναζητήσει ο επισκέπτης βάσει θέματος, δημιουργού, γλώσσας, χρονολογίας ή βάσει του τόπου όπου απόκεινται, δωρεάν.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία, από το γραφείο του στο Χάρβαρντ της Βοστώνης, ο Ρόμπερτ Ντάρντον μας μίλησε για τη διαδικασία δημιουργίας της DPLA που πρωτοτέθηκε σε συζήτηση τον Οκτώβριο του 2010 σε μια ανεπίσημη συνάντηση διευθυντών βιβλιοθηκών και κοινωφελών ιδρυμάτων στο Χάρβαρντ.

«Παρ’ ότι το έργο ξεκίνησε στο Χάρβαρντ, δεν πρόκειται για μια ακαδημαϊκή βιβλιοθήκη σχεδιασμένη για τους ερευνητές αλλά για εθνικό πρόγραμμα που απευθύνεται στο ευρύ κοινό»
διευκρινίζει. «Γι’ αυτό πραγματοποιήθηκαν πολλές συναντήσεις με υπευθύνους δημόσιων βιβλιοθηκών σε μικρές πόλεις και σε τοπικά παραρτήματα στις γειτονιές των μεγαλουπόλεων, οι οποίοι δεν σχετίζονται με τα πανεπιστήμια αλλά αποστολή τους είναι η προσφορά υπηρεσιών στον κάθε πολίτη». Βεβαίως υπήρξαν και αντιδράσεις: «Κάποιοι θεώρησαν ότι η DPLA θα πλήξει τις δημοτικές βιβλιοθήκες απαξιώνοντας τον ρόλο τους. Τους εξηγήσαμε ότι δεν σκοπεύαμε να διαθέσουμε online μπεστ σέλερ, περιοδικά, βίντεο, το υλικό που συνήθως δανείζονται οι δημότες από τις τοπικές βιβλιοθήκες, αλλά σκοπός μας ήταν να κάνουμε προσβάσιμο στο ευρύ κοινό τον τεράστιο πλούτο της πολιτισμικής κληρονομιάς μας, κείμενα, έγγραφα, οπτικοακουστικά ντοκουμέντα. Μόλις αυτό έγινε κατανοητό, οι τοπικές κοινωνίες υποστήριξαν το έργο συμμετέχοντας ενεργά. Σταδιακά αναπτύχθηκε το αίσθημα μιας κοινότητας». Περισσότερα από 1.200 άτομα συμμετείχαν σε συναντήσεις σε όλη τη χώρα και σε online συζητήσεις προκειμένου να καταγραφούν οι ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και να διασαφηνιστεί η αποστολή της DPLA.
Για την ώρα η DPLA συλλέγει «μεταδεδομένα», με άλλα λόγια βιβλιογραφικές πληροφορίες για το πού μπορεί να αναζητήσει ο χρήστης ήδη ψηφιοποιημένο υλικό, και τον παραπέμπει με σύνδεσμο στον φορέα όπου απόκειται το αρχείο για να το διαβάσει. «Προσφέρουμε πρόσβαση σε δυόμισι εκατομμύρια ψηφιοποιημένα τεκμήρια. Στη συνέχεια σκοπεύουμε αφενός να ψηφιοποιήσουμε σημαντικές συλλογές βιβλίων και οπτικοακουστικών αρχείων από μεγάλες ερευνητικές βιβλιοθήκες όπως η βιβλιοθήκη του Χάρβαρντ, η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης και το Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν, και αφετέρου να κινητοποιήσουμε τις μικρές κοινωνίες και να τις βοηθήσουμε με τεχνογνωσία και εξοπλισμό να ψηφιοποιήσουν τα αρχεία τους και τα δικά τους δεδομένα ώστε να ενταχθούν σταδιακά στην DPLA, πράγμα που θεωρώ ότι είναι η πιο καινοτόμος και ουσιαστική προσφορά του εγχειρήματος».
Ιδιωτική πρωτοβουλία, ευρεία κοινωνική συμμετοχή, συνεργασία και πρόνοια. Η DPLA συνεργάστηκε με την Europeana (http://www.europeana.eu), την ψηφιακή βιβλιοθήκη ευρωπαϊκού πολιτισμού, προκειμένου να υπάρχει συμβατότητα μεταξύ τους για ανταλλαγή δεδομένων. Σχεδίασε έτσι την υποδομή της με βασικό μέλημα την ανάπτυξη λογισμικού με το οποίο θα μπορούν να εναρμονιστούν οι ασυμβατότητες στα μεταδεδομένα βιβλιοθηκών που θα συμμετείχαν στο έργο, με βασικό μέλημα τη διευκόλυνση της επικοινωνίας τους. Η συνεργασία φαίνεται στην πράξη: Εγκαινιάζοντας την ηλεκτρονική πύλη της η DPLA «παρουσιάζει μια από κοινού θεματική έκθεση με την Europeana που αφορά τη μετανάστευση Ευρωπαίων στις ΗΠΑ τον 19ο και τον 20ό αιώνα, με σπάνια τεκμήρια από ευρωπαϊκές και από αμερικανικές βιβλιοθήκες που θα ενδιαφέρουν και τους έλληνες αναγνώστες σας» λέει ο Ρόμπερτ Ντάρντον.
Ελπίζει ότι η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου θα προσφέρει στην DPLA «το θαυμάσιο ψηφιοποιημένο αρχείο εφημερίδων της» και ότι σύντομα θα εγκαθιδρυθούν σχέσεις με ψηφιακές βιβλιοθήκες σε άλλες χώρες, ενώ οραματίζεται σε δέκα χρόνια η DPLA να έχει μετατραπεί σε μια παγκόσμια ψηφιακή βιβλιοθήκη με ανοιχτή πρόσβαση σε όλους: «Η προοπτική είναι συναρπαστική!».
Ποιος πληρώνει για όλα αυτά; «Στις ΗΠΑ δεν στρεφόμαστε στην κυβέρνηση όταν θέλουμε να υλοποιήσουμε ένα έργο. Βασιζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις και στην ενίσχυση από ιδιωτικά ιδρύματα που διαθέτουν σημαντικά ποσά για κοινωφελείς σκοπούς» απαντά. Οι επικεφαλής επτά εύπορων ιδρυμάτων ενθουσιάστηκαν ακούγοντας την ιδέα τον Οκτώβριο του 2010 «αφενός διότι αφορούσε μια προσφορά στο κοινωνικό σύνολο, αφετέρου διότι δεν επρόκειτο για ιδέα ανέφικτη, αλλά υλοποιήσιμη με τα διαθέσιμα τεχνολογικά μέσα». Δημιουργήθηκε έτσι μια τρόπον τινά «κοινοπραξία χορηγίας» που εξασφάλισε την οικονομική υποστήριξη του έργου κατά τη φάση της υλοποίησης και για το προσεχές μέλλον.
Από την Οξφόρδη στους ελληνικούς ιστοτόπους

Στις 12 Απριλίου δύο από τις παλαιότερες και σημαντικότερες βιβλιοθήκες στον κόσμο, η Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού και η Βοδληιανή Βιβλιοθήκη της Οξφόρδης, ανακοίνωσαν επισήμως τη συνεργασία τους για τη δημιουργία μιας κοινής ψηφιακής βιβλιοθήκης που χρηματοδοτεί το Ιδρυμα Πολόνσκι. Ενάμισι εκατομμύριο σελίδες αρχαίων, κυρίως, κειμένων θα ψηφιοποιηθούν και θα είναι ελεύθερα προσβάσιμες στους ερευνητές και στο ευρύ κοινό. Ελληνικά και εβραϊκά χειρόγραφα, αρχέτυπα βιβλία του 15ου αιώνα, ανεκτίμητο ερευνητικό υλικό για την ιστορία του δυτικού πολιτισμού, που βρισκόταν μοιρασμένο εδώ και αιώνες στις δύο βιβλιοθήκες, θα ενωθεί στο Διαδίκτυο.
Χάρη στο πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας» και στα ΕΣΠΑ έχουμε και στην Ελλάδα έναν όχι ευκαταφρόνητο όγκο ψηφιοποιημένου υλικού. Η Εθνική Βιβλιοθήκη ψηφιοποίησε 658 χειρόγραφους κώδικες, επτά ομοιότυπα και τέσσερις εφημερίδες. Η Βιβλιοθήκη της Βουλής έχει ψηφιοποιήσει έναν πολύ μεγάλο αριθμό εφημερίδων ως το 1940. Περιοδικά του 19ου αιώνα ψηφιοποίησαν το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ) και το Πανεπιστήμιο της Πάτρας.
Η Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης έχει ψηφιοποιήσει το αρχείο της, το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών συλλογές των Ινστιτούτων του, οι Δημόσιες Βιβλιοθήκες τεκμήρια από τις δικές τους συλλογές. Μεγάλα πανεπιστήμια και μουσεία και μοναστηριακές βιβλιοθήκες με σπάνιους θησαυρούς, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, το Μουσείο Μπενάκη, η Μονή Λειμώνος Λέσβου, αλλά και πολιτισμικοί φορείς τοπικής εμβέλειας, που κατέχουν κάποιες φορές σπάνια ντοκουμέντα της τοπικής ιστορίας, αναπτύσσουν την τελευταία δεκαετία δράσεις ψηφιοποίησης.
Το ζητούμενο είναι αν αυτό το υλικό μπορεί να το εντοπίσει εύκολα ο μέσος πολίτης, αν υπάρχει ένας ιστότοπος, αντίστοιχος της DPLA, που να συγκεντρώνει πληροφορίες για το ελληνικό ψηφιοποιημένο υλικό και να λειτουργεί ως μηχανή εντοπισμού των τεκμηρίων. Σε έναν πρώτο βαθμό αυτό επιχειρεί το openarchives (http://openarchives.gr), το οποίο πραγματοποιεί ταυτόχρονη αναζήτηση σε 66 ελληνικές ψηφιακές βιβλιοθήκες και ακαδημαϊκά αποθετήρια, μια ατομική πρωτοβουλία του μηχανικού πληροφοριακών συστημάτων Βαγγέλη Μπάνου, που σχεδιάστηκε και τέθηκε σε λειτουργία το 2006.
Από το 2011 την ευθύνη λειτουργίας και ανάπτυξης του openarchives.gr έχει το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) και από τον Σεπτέμβριο, όπως είπε στο «Βήμα» η προϊσταμένη του Τμήματος Στρατηγικής και Ανάπτυξης του ΕΚΤ Εύη Σαχίνη, θα εμπλουτιστεί με νέες πηγές πληροφορίας και αναβαθμισμένα εργαλεία αναζήτησης. Μέχρι στιγμής πάντως οι ελλείψεις στον κατάλογό του είναι σημαντικές: η Βιβλιοθήκη της Βουλής, η Γεννάδειος, το Μπενάκη, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το ΕΛΙΑ δεν συμπεριλαμβάνονται στην αναζήτηση.

Γιατί δεν έχουμε… DPLA στην Ελλάδα
Οι λόγοι για τους οποίους δεν έχουμε ακόμη στην Ελλάδα ένα ψηφιακό ευρετήριο αντίστοιχο του DPLA φαίνεται πως είναι πολλοί και όχι πρωτίστως οικονομικοί. Κάποιες βιβλιοθήκες διστάζουν να επιτρέψουν την ανοιχτή πρόσβαση στο υλικό τους. Υπάρχουν ζητήματα τεχνικά: ασυμβατότητα των μεταδεδομένων μεταξύ των ψηφιακών αποθετηρίων. Υπάρχουν έλλειψη ενδιαφέροντος, έλλειμμα αξιοπιστίας και έλλειψη εμπιστοσύνης του ενός φορέα προς τον άλλον προκειμένου να του επιτρέψει τη διαχείριση αυτών των δεδομένων.
Υπάρχει όμως και βάρβαρος ανταγωνισμός μεταξύ των ιδρυμάτων για τη χρηματοδότηση από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης –τον κύριο και σε πολλές περιπτώσεις μοναδικό χρηματοδότη τους –ο οποίος δεν ευνοεί τη συνεργασία.
Παρατηρούνται νομοθετικό έλλειμμα και ζητήματα θεσμικά. Εχει κάποιος την ευθύνη της συλλογής και εναρμόνισης των μεταδεδομένων και της καθοδήγησης των επιμέρους ψηφιακών βιβλιοθηκών για την υλοποίηση πρωτοκόλλων επικοινωνίας; Για τις ανάγκες της συμμετοχής στη Europeana, τον ρόλο αυτόν ανέλαβε άτυπα η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας. Τον ίδιο ρόλο διεκδικεί και το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, που παράγει εργαλεία ανταλλαγής μεταδεδομένων.
Η δημιουργία μιας πολυσυλλεκτικής σε πηγές και πληροφορία και εύχρηστης στην αναζήτηση εθνικής ψηφιακής βιβλιοθήκης είναι το επόμενο βήμα που απαιτείται προκειμένου το ψηφιοποιημένο υλικό να φτάσει στον έλληνα πολίτη. Δεν λείπει όμως μόνο αυτό, αλλά και η πρόνοια για το μέλλον. Σε έναν κόσμο όπου τα formats και τα λογισμικά που τα διαβάζουν αλλάζουν διαρκώς, το ψηφιακό υλικό καθίσταται άχρηστο αν δεν προνοήσουμε για τη μετατροπή του σε νέες μορφές. Είναι ένα βήμα που «απαιτεί πολλή έρευνα και κόστος τώρα για να δούμε αποτελέσματα στο μέλλον» λέει ο Βαγγέλης Μπάνος. Και δυστυχώς δεν φαίνεται να αποτελεί βασική μέριμνα στο παρόν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ