ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ
Η ζωή μου

Εισαγωγή Στράτης Στρατήγης
Εκδόσεις λογόΤΥΠΟΣ,
Σπάρτη, 2012
σελ. 100, τιμή 14 ευρώ

To 1938 ο αρχιστράτηγος Γεώργιος Ιωάννου Νικολαΐδης άρχισε να καταγράφει τη ζωή του. Η χρονιά εκκίνησης της αφήγησής του είναι το 1874 –χρονιά της γέννησής του –αλλά οι βιωμένες εμπειρίες του αρχίζουν ουσιαστικά από το 1886, όταν είναι μαθητής της Β’ τάξης Ελληνικού. Αυτό το αυτοβιογραφικό τετράδιο δεν συμπληρώθηκε ποτέ. Διακόπτεται τον Φεβρουάριο του 1913, αφού ο Νικολαΐδης, χτυπημένος από ένα τραμ, τον Μάρτιο του 1944, έμεινε ημιπληγικός.

Η τραγική ειρωνεία είναι ότι αυτά τα τραμ είχαν αγοραστεί και δρομολογηθεί από τον ίδιο όταν είχε διατελέσει υπουργός Σιδηροδρόμων και Αυτοκινήτων του Μεταξά. Το τετράδιο ανακάλυψε πολύ αργότερα ο εγγονός του Νικολαΐδη, ο γνωστός αθηναίος δικηγόρος Στράτης Στρατήγης, και αποφάσισε εφέτος να το εκδώσει διασώζοντας έτσι μια πολύτιμη μαρτυρία.
Ο Γεώργιος Ι. Νικολαΐδης ανήκε στη νέα ηγεσία που ανέπτυξε ο Ελληνικός Στρατός μετά την ταπεινωτική ήττα του 1897 από τους Τούρκους. Οπως οι περισσότεροι γόνοι των αθηναϊκών αστικών οικογενειών της εποχής, επέλεξε στρατιωτική σταδιοδρομία. Διακρίθηκε στη συνέχεια στους Βαλκανικούς Πολέμους διατελώντας και υπασπιστής του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Ως αφαιρετική προσωπογραφία το βιβλίο αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα που κρύβεται κάτω από τις καθιερωμένες ετικέτες «βενιζελικοί» – «αντιβενιζελικοί». Ως ιστορική πηγή φωτίζει την ανασυγκρότηση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και –το σημαντικότερο –τη στρατηγική του Ελληνικού Στρατού προκειμένου να κυριαρχήσει στη Θεσσαλονίκη κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο απωθώντας τις ανταγωνιστικές βουλγαρικές διεκδικήσεις.
Το όραμα της Μεγάλης Ιδέας
Η γενιά του Νικολαΐδη εμπνεόταν από το όραμα της Μεγάλης Ιδέας συνειδητοποιώντας ότι παρουσιάζονταν στον Ελληνισμό οι τελευταίες ιστορικές ευκαιρίες για την πραγματοποίησή της εφόσον κατέρρεε πλέον οριστικά η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Υπό μια έννοια η στρατιωτική ηγεσία επωμίστηκε την ευθύνη για την κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του έθνους: πολιτικής, θεσμών, οικονομίας, κοινωνίας, διανόησης. Ετσι εξηγείται –χωρίς απαραιτήτως να δικαιολογείται –η αυξανόμενη παρεμβατικότητα του Στρατού στην πολιτική με καταλύτη το Κίνημα του 1909.
Ο Νικολαΐδης ανήκει ωστόσο στη μειοψηφία των αξιωματικών που δεν συμμετείχαν στον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, τον φορέα του Κινήματος του 1909. Αρνήθηκε να γίνει «επίορκος», μετανιωμένος για την προηγούμενη συμμετοχή του στη συνυπεύθυνη για το 1897 Εθνική Εταιρεία. Με τις επιλογές του κατατάσσεται στους πιστούς προς το Στέμμα αξιωματικούς που αντιμετώπισαν με επιφύλαξη τον τρόπο ανέλιξης του Ελευθερίου Βενιζέλου στην εξουσία, χωρίς ωστόσο να αμφισβητήσουν τις εξαιρετικές του ικανότητες.
Δεδομένου ότι μεταγράφει το αρχικό ημερολόγιο κατά το διάστημα 1938-1944, η ύπαρξη μόνο μιας αναφοράς στον Βενιζέλο υποδεικνύει την ψυχολογική απώθηση προς τον Εθνικό Διχασμό που ταλάνισε την Ελλάδα ως υποδόριος, ακήρυκτος εμφύλιος επί 30 χρόνια. Ο Νικολαΐδης ανήκει επίσης στην κατηγορία των αντιβενιζελικών αξιωματικών οι οποίοι μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή αποστασιοποιήθηκαν από τη δημόσια ζωή και τα αλλεπάλληλα στρατιωτικά κινήματα του Μεσοπολέμου.
Ο Νικολαΐδης δεν χαρακτηρίζει τους αντιπάλους, ενώ επαινεί επιλεκτικά συνεργάτες και φίλους. Συχνότερα αναφέρονται ο Διάδοχος Κωνσταντίνος και από στρατιωτικούς ο Β. Δούσμανης και ο Ι. Μεταξάς. Ως νεαρός υπολοχαγός αποσπασμένος από το 1905 ως το 1912 στη Γενική Διοίκηση Στρατού, υπηρέτησε υπό τις διαταγές τους στο Γενικό Επιτελείο. Η επιτυχημένη θητεία του στο Δ’ Τμήμα Μεταφορών, από το 1908, συνετέλεσε αργότερα στην απόφαση Μεταξά να του αναθέσει το υπουργείο Σιδηροδρόμων και Αυτοκινήτων, αντίστοιχο του υπουργείου Μεταφορών (1938-1941).
Κωνσταντίνος, ο φυσικός ηγέτης
Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος αποτελούσε φυσικό ηγέτη για τον Νικολαΐδη. Τον θαύμαζε, τον πίστευε και τον αγαπούσε, όπως πολλοί αξιωματικοί της γενιάς του. Το πρότυπο του «στρατηλάτη-βασιλιά» απογείωνε τις ελπίδες για την ενοποίηση και την ενότητα του Ελληνισμού μακριά από τους παλαιοκομματικούς φατριασμούς. Επιλέγοντας το Στέμμα ως την εθνικώς συμφερότερη λύση ο Γεώργιος Νικολαΐδης δεν ακολουθούσε μια άκαμπτη οικογενειακή παράδοση. Ο πατέρας του, Ιωάννης Νικολαΐδης, είχε επιδείξει αντιβασιλική επαναστατική δράση επί Οθωνος και είχε τιμηθεί –όπως διαβάζουμε στον εξαιρετικό πρόλογο του Ελευθερίου Σκιαδά –με το «Αριστείον της 3ης Σεπτεμβρίου».
Το ημερολόγιο αφιερώνει αρκετές σελίδες στην αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού με έμφαση στη συμβολή της Γαλλικής Εκπαιδευτικής Αποστολής πριν και κατά τη διακυβέρνηση του Βενιζέλου. Ως γνωστόν, η Ελλάδα αναδιοργάνωσε τον Στρατό μετά το 1897 υπό την εποπτεία του επιβληθέντος τότε Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, με περιορισμένους πόρους και ανύπαρκτη πιστοληπτική ικανότητα. Αλλά η στρατιωτική ανασυγκρότηση δεν μπορούσε να περιμένει γιατί η χώρα περιβαλλόταν από ανταπαιτητές των εθνικών της διεκδικήσεων. Τους Βουλγάρους που πίεζαν στη Μακεδονία, τους Νεότουρκους που απαιτούσαν τον εκτουρκισμό μιας εδαφικά ακέραιης οθωμανικής επικράτειας, τους Αλβανούς που διεκδικούσαν με αυξανόμενη ένταση την Ηπειρο.
Τα εθνικά σχέδια των βαλκανικών λαών διαπλέκονταν παράλληλα με τις επιδιώξεις των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες εκδηλώθηκαν ανοιχτά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ετος-ορόσημο για τα Βαλκάνια υπήρξε το 1908: επανάσταση των Νεοτούρκων, προσάρτηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στη Διπλή Αυστροουγγρική Μοναρχία, μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βουλγαρίας.
Ο Νικολαΐδης υπήρξε ένα σπάνιο κράμα ανθρώπου του κόσμου και πειθαρχημένου αξιωματικού. Αγαπούσε τη ζωή και τους ανθρώπους, τιμούσε τις φιλίες του και ταυτόχρονα υπηρετούσε την πρόοδο και την καινοτομία. Ηταν νηφάλιος, εργατικός, έμπιστος, έτοιμος να αναλάβει δύσκολες αποστολές. Κληροδοτώντας το ημερολόγιό του στον εγγονό του επιχειρεί να υπηρετήσει μια ευρύτερη ιστορική συνείδηση με τη μαρτυρία του.
Το βιβλίο είναι καίριο για την εκατονταετηρίδα των Βαλκανικών Πολέμων αλλά και λόγω της περιόδου ριζικής ανασυγκρότησης την οποία για άλλη μία φορά διανύει η Ελλάδα. Φωτίζει τα σκοτάδια και τις δυνατότητες που κρύβουμε μέσα μας.
Ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος
Τριάντα από τις περίπου 80 σελίδες του ημερολογίου του Γεωργίου Ι. Νικολαΐδη είναι αφιερωμένες στην εμπειρία του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Ο ρυθμός αλλάζει και γίνεται λακωνικός, συχνά ασθματικός λόγω του καταιγισμού γεγονότων. Περιγράφονται η επιστράτευση και η πορεία προς τη Θεσσαλονίκη, η εγκατάσταση των ελληνικών δυνάμεων στην πόλη, οι στρατιωτικοί ελιγμοί προς τα ανατολικά και τα δυτικά της Θεσσαλονίκης, με στόχο τη δημιουργία προστατευτικής ζώνης, και οι συνεννοήσεις με τους Βούλγαρους και τους Σέρβους. Οι Ελληνες έσπευσαν να κυριαρχήσουν στη Θεσσαλονίκη πριν από τους Βούλγαρους αποτρέποντας την είσοδο επαρκών βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής. Με αυτή τη στρατηγική επετεύχθη ο έλεγχος μιας πόλης που ήταν επί δεκαετίες πολύφερνη νύφη για όλα τα βαλκανικά έθνη.


Η κυρία Κωνσταντίνα Ε. Μπότσιου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας και Διεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.