Ι. Μ. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ

Ιδιαίτερα εκκλησιαστικά καθεστώτα στην ελληνική επικράτεια

Εκδόσεις Σάκκουλα, 2012, σελ. 306, τιμή 30 ευρώ

Το νέο έργο του καθηγητή του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Ι. Μ. Κονιδάρη που μόλις κυκλοφόρησε καλύπτει ένα σημαντικό κενό στη νομική βιβλιογραφία. Εξετάζει για πρώτη φορά ενιαίως το δίκαιο που διέπει τις περιοχές εκείνες της ελληνικής επικράτειας που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Πράγματι στην ελληνική επικράτεια ισχύουν παραλλήλως τέσσερα συστήματα κανόνων εκκλησιαστικού δικαίου της ίδιας, δηλαδή ορθόδοξης, δογματικής κατευθύνσεως. Τούτο αποτελεί μοναδική εξαίρεση στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ειδικότερα ισχύουν το δίκαιο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το δίκαιο της ημιαυτόνομης Εκκλησίας της Κρήτης, το δίκαιο του Αγίου Ορους Αθω και το δίκαιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο διέπει τις εκκλησιαστικές επαρχίες της Δωδεκανήσου.
Την ιδιαιτερότητα αυτή κατοχυρώνει το Σύνταγμα διττώς. Αφενός στο άρθρο 3, παρ. 2, που ορίζει ότι «το υφιστάμενον εις ωρισμένας περιοχάς του Κράτους εκκλησιαστικόν καθεστώς δεν αντίκειται εις τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου», δηλαδή εκείνης που αναφέρεται στην Εκκλησία της Ελλάδος, και συνεπώς τόσο στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος όσο και στις Μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου, οι οποίες έχουν δοθεί, με την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του έτους 1928, «επιτροπικώς» προς διοίκηση σε αυτήν και συναποτελούν μια διοικητική ενότητα. Αφετέρου στο άρθρο 105 που αφιερώνεται στο Αγιον Ορος και διασφαλίζει το αρχαίο προνομιακό καθεστώς του.
Ακριβώς η διαπίστωση ότι κοινός παρονομαστής των ιδιαίτερων αυτών εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών είναι η εξάρτησή τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως αποτέλεσε το θεμέλιο επί του οποίου στηρίχτηκε η διάρθρωση της ύλης.
Το πρώτο μέρος του έργου αφιερώνεται στις εκκλησιαστικές επαρχίες της Δωδεκανήσου, οι οποίες υπάγονται απευθείας στον Οικουμενικό Θρόνο. Στο μέρος αυτό αναπτύσσεται διεξοδικώς και το καθεστώς που διέπει το Οικουμενικό Πατριαρχείο τόσο εκκλησιαστικώς όσο και ως υποκείμενο δικαίου στη διεθνή, στην τουρκική και στην ελληνική έννομη τάξη.
Το δεύτερο μέρος αφιερώνεται στην Εκκλησία της Κρήτης, η οποία, συμφώνως προς τον ισχύοντα σήμερα σε αυτήν Καταστατικό Νόμο, είναι «ημιαυτόνομος έχουσα την κανονικήν εξάρτησιν αυτής εκ του Οικουμενικού Πατριαρχείου».
Το τρίτο μέρος του έργου είναι αφιερωμένο στο Αγιώνυμο Ορος, το οποίο «είναι, κατά το αρχαίον τούτου προνομιακόν καθεστώς, αυτοδιοίκητον τμήμα του Ελληνικού Κράτους» και τελεί ως προς το «πνευματικόν μέρος» υπό την ανώτατη εποπτεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Το έργο, γραμμένο σε εύληπτο και επαγωγό ύφος και εμπλουτισμένο με τη νεότερη νομολογία τόσο των ελληνικών δικαστηρίων όσο και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κατακλείει πλούσια βιβλιογραφία έτσι ώστε να αποτελεί ένα κατατοπιστικό βοήθημα για τους νομικούς της θεωρίας και της πράξης αλλά και για έναν ευρύτερο κύκλο ενδιαφερομένων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ