ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΤΙΛΗΣ
Αποδρομή του αλκοόλ και άλλα ποιήματα
Εκδόσεις Υψιλον, 2012,
σελ. 87, τιμή 10 ευρώ

Σε μια εποχή που οι μεταφράσεις μειώνονται στη χώρα μας με ραγδαίο ρυθμό και το λογοτεχνικό δοκίμιο τείνει να πάρει την εκδοτική κατιούσα (μόνο το σύγχρονο ελληνικό μυθιστόρημα παραμένει μέχρι στιγμής ανέγγιχτο από τη διαδικασία γενικής συρρίκνωσης), η ποίηση μοιάζει να έχει διατηρήσει όλη την ευρωστία και τη ζωντάνια της: όχι μόνο γιατί ο αριθμός των ποιητικών συλλογών που βλέπουν ετησίως το φως της δημοσιότητας δεν λέει να μειωθεί, αλλά και επειδή η παραγωγή τόσο των νεότερων όσο και των παλαιότερων γενεών κατάφερε να παρουσιάσει κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών σταθερά ποιοτικά χαρακτηριστικά –κάτι που δεν ισχύει ακριβώς για το μυθιστόρημα.

Τα ποιητικά δείγματα που μας προσφέρουν τα πρόσφατα βιβλία του Γιάννη Πατίλη, της Δήμητρας Χ. Χριστοδούλου και του Θανάση Χατζόπουλου δείχνουν (πέρα από τα κατακτημένα τεχνικά τους μέσα και τη στερεή συνθετική τους δομή) την ευλυγισία και την ευρηματικότητα μιας τέχνης που έχει πετύχει παρά τη φυσική της εσωστρέφεια να εξαπλώσει τη φωνή της σε ποικίλα επίπεδα πηγαίνοντας κόντρα στις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες του καιρού της.
Ο Γιάννης Πατίλης ανήκει στα ιδρυτικά (αν μπορώ να το πω έτσι) μέλη της γενιάς του 1970 και η συλλογή του Αποδρομή του αλκοόλ θα ανακαλέσει κάτι από το πνεύμα της στα εξεγερμένα χρόνια του γαλλικού Μάη: πνεύμα εδραία ειρωνικό και αποκαθηλωτικό, έτοιμο να τα βάλει με οποιαδήποτε οικονομική και κοινωνική εξουσία. Ο ποιητής δεν επιδιώκει παρ’ όλα αυτά να απευθύνει με το βιβλίο του ένα νοσταλγικό βλέμμα στο επαναστατικό παρελθόν.
Καταφεύγοντας σε μια γλώσσα που συνδυάζει τη λογιοσύνη και την αρχαιογνωσία με τον λυρισμό, τις εικόνες της καθημερινής ζωής και την αμεσότητα του προφορικού λόγου, ο Πατίλης θα συνδέσει αιτιωδώς τη στυφή ιστορική του μνήμη με τη σημερινή έκπτωση κρατώντας απείραχτη στο βάθος των ποιημάτων του την ερωτική του θέρμη, τη μόνη ικανή να προσδώσει σε όσα μας περιστοιχίζουν μια νότα ανάτασης και υπέρβασης. Και τούτο παρά τη συχνή υπαρξιακή περιδίνηση και την παραδοχή πως η ποίηση δεν θα πάψει να μας τσακίζει κάθε τόσο με την παράξενα απειλητική της ορμή: «Νύχτα γιορτάζουμε την ποίηση/ με ποιήματα κεριά/ που οι ποιητές όλου του κόσμου/ έχουν ανάψει για παρηγοριά/ στου σκοταδιού τ’ απίστευτο/ το μάκρος».
Ελληνικός σπαραγμός


ΔΗΜΗΤΡΑ Χ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Ο τρόμος ως απλή μηχανή
Εκδόσεις Πατάκη, 2012,
σελ. 107, τιμή 9,90 ευρώ

Η Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου προέρχεται από τους νεότερους κλώνους της γενιάς του 1970 και το ποιητικό της κλίμα θα πιάσει ευθύς εξαρχής το νήμα της εσωτερικής αναζήτησης για να καταλήξει πολλές φορές (ιδίως με τις συλλογές της Λιμός και Πώς αυτοκτονούν οι Ασσύριοι, που δημοσιεύθηκαν μεταξύ 2007-2010) σε συνθέσεις υψηλού δραματικού σπαραγμού.

Με το Ο τρόμος ως απλή μηχανή η Χριστοδούλου θα δοκιμάσει ένα τολμηρό βήμα προς τον εξωτερικό κόσμο προσπαθώντας να συμπυκνώσει σε ορισμένες καίριες ποιητικές στιγμές τα συμπτώματα των καταστάσεων που ζούμε στην Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια. Παρακάμπτοντας οποιαδήποτε διάθεση στιγματισμού και καταγγελίας και βασισμένη σε μιαν απογυμνωμένη εικονοποιία που μετατρέπει τις ανθρώπινες φιγούρες της σε σιωπηλά συμβολικά ράκη, η ποιήτρια θα μιλήσει με στίχους τους οποίους θα αρδεύσει ένα απρόσμενο και ταυτοχρόνως παραλυτικό ρίγος: «Ο ήλιος βάζει το δάχτυλό του στο τζάμι/ Και κάνεις τη βουτιά. Αυτό ήταν. Θα δεις τώρα/ Σε όλη την απλότητά του τον τρόμο».
Η κρίση έχει χάσει εν προκειμένω την πολιτική της επικαιρότητα, αλλά όχι και το βάθος με το οποίο αποτυπώνεται στην καθημερινή μας συνείδηση. Δουλειά του ποιητή δεν είναι να στηλιτεύσει τους οποιουσδήποτε υπεύθυνους, αλλά να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίο θα γεννηθεί το τέρας στην καρδιά των αθώων.
Συλλογική αποξένωση


ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πρόσωπο με τη γη
Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012,
σελ. 149, τιμή 10,65 ευρώ

Με τον Θανάση Χατζόπουλο περνάμε στην επόμενη γενιά, η οποία εμφανίστηκε στα γράμματα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 για να προβάλει τα πυκνά γεγονότα που θα λάμβαναν βαθμιαία χώρα στο εσωτερικό τοπίο της ποιητικής της έκφρασης. Ο Χατζόπουλος έχει πρωτοστατήσει στη θεμελίωση αυτού του κανόνα. Με μια διαφορά: ότι τα γεγονότα για τα οποία συζητάμε αντιπροσωπεύουν για τον ίδιο όχι μια ατομική, στενά καλλιτεχνική περιπέτεια, αλλά τη συλλογική αποξένωση από την ουσία των πραγμάτων –αν είμαστε όντως σε θέση να συλλάβουμε και να σκεφτούμε κάποια ουσία των πραγμάτων.

Στο Πρόσωπο με τη γη ο Χατζόπουλος θα επιστρέψει στο λεκτικό και εικονογραφικό υφαντό των πρώτων ποιητικών συλλογών του, όπου εκείνο που κυριαρχεί δεν είναι το εγώ αλλά η εγκατάλειψή του στον κόσμο. Με έναν λόγο ο οποίος σπεύδει να απορρίψει κάθε περίτεχνο σχήμα, ο ποιητής προκρίνει έναν γαιώδη στίχο συνενώνοντας αισθήσεις, ιδέες και κοσμικά σύμβολα σε ένα αρραγές μέτωπο. Ενα σώμα από τους κρυφούς κόλπους του οποίου αναβλύζει η ακριβοθώρητη δυνατότητα της ποίησης να σχεδιάσει εκ νέου την πραγματικότητα εμφυσώντας της μια εντελώς καινούργια πνοή: «Συντονισμένος στη συχνότητα του θέρους/ Ο τζίτζικας, όχι θέρους ραστώνης/ Αλλά μιας έντασης που σπάει τα κλαδιά/ Φρυγμένος τόπος/ Περνάει από τη στάχτη στο ασήμι/ Της ελιάς το μήνυμά του/ Τεντώνοντας από κλαδί σε κλαδί/ Σαν σε τεράστια έλυτρα/ Το σύμπαν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ