Ο Μάσιμο Καρλότο είναι γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από τρία μυθιστορήματα και από τη συμμετοχή του στον ευπώλητο τόμο Εγκλήματα, στον οποίο οι σημαντικότεροι ιταλοί συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας αφηγούνται μια νουάρ ιστορία. To 1976 ήταν μέλος της ακροαριστερής οργάνωσης Λότα Κοντίνουα και κατηγορήθηκε για τη δολοφονία μιας γυναίκας, διέφυγε στο εξωτερικό, απελάθηκε στην Ιταλία, δικάστηκε, αλλά έπειτα από πολύχρονους αγώνες αθωώθηκε.
Μολονότι τα βιβλία του δεν διαθέτουν το υπόγειο χιούμορ του Αντρέα Καμιλέρι, τον σαρκασμό του Νικολό Αμανίτι ή τη γλαφυρότητα του Κάρλο Λουκαρέλι, οι υποθέσεις τους είναι παρμένες από τη σύγχρονη ιταλική πραγματικότητα, η οποία είναι αρκούντως ζοφερή, καθώς η διαπλοκή μεταξύ πολιτικών και υποκόσμου μάλλον ξεπερνάει τα συμβαίνοντα στη χώρα μας. Ο έρωτας του ληστή εκτυλίσσεται κυρίως στην Πάντοβα, όπου δρα ο μόνιμος ήρωας του Καρλότο, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Μάρκο Μπουράτι, γνωστός ως Αλιγάτορας. Ολα αρχίζουν όταν, από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία της Πάντοβας, κλέβονται 44 κιλά ναρκωτικών ουσιών. Ετος δράσης το 2004. Ο Μπουράτι, ο οποίος κατά το παρελθόν ήταν φυλακισμένος, πολιτικός κρατούμενος σύμφωνα με τον ίδιο, συνιδιοκτήτης ενός μπαρ, δύο χρόνια αργότερα δέχεται την πρόταση να βρει τα εξαφανισμένα ναρκωτικά, την οποία όμως αρνείται επίμονα.
Τότε γίνεται η απαγωγή της Σιλβί, γαλλοαλγερινής χορεύτριας της κοιλιάς, γυναίκας του Ροσίνι, λαθρέμπορου και ληστή, ενός εκ των δύο συνεταίρων του. Σε αυτήν είναι ανακατεμένες δύο διαφορετικές μαφίες που αλωνίζουν την Ιταλία, η σέρβικη και εκείνη του Κοσόβου, οργανώσεις που βρίσκονται σε αντιπαλότητα και έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα εξόντωσης μέχρι θανάτου.
Ο 47ετής Μπουράτι διαθέτει κάποια χαρακτηριστικά του Φίλιπ Μάρλοου –είναι μοναχικός και ερωτιάρης, η Βίρνα, η κοπέλα του, τον έχει παρατήσει -, και νιώθοντας αισθήματα αλληλεγγύης για τους φίλους του είναι πρόθυμος να διακινδυνεύσει ακόμη και τη ζωή του για χάρη τους. Γνωρίζοντας ότι «κανένας δικαστής, κανένας δικηγόρος, κανένα δικαστήριο δεν είναι σε θέση να βάλει σε τάξη τα πράγματα», αποφασίζει να αναζητήσει την απαχθείσα Σιλβί παίρνοντας τον νόμο στα χέρια του.
Ευθύς εξαρχής ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι ο Καρλότο δεν προτίθεται να αφηγηθεί μία ακόμη νουάρ ιστορία. Μέλημά του είναι να παρουσιάσει την ιταλική κοινωνία με όλα της τα τρωτά, χωρίς όμως να αποφύγει να εκφραστεί με ψήγματα καταγγελτικότητας. Από τους πρώτους που δέχονται τα βέλη του είναι οι αστυνομικοί ή όποιοι άλλοι έχουν «τη δικαιοδοσία να ασκούν ελέγχους» σε μαγαζιά της νύχτας. Είναι αδύνατον, διαβάζουμε, να τηρείς ευλαβικά τους κανονισμούς, οπότε ο μοναδικός τρόπος «να συνεχίσεις τη δουλειά σου, είναι να πληρώνεις». Από τις σελίδες του βιβλίου παρελαύνουν κακοποιοί, αστυνομικοί, λαθρομετανάστες, πληροφοριοδότες, σωματέμποροι, ναρκομανείς, διακινητές ηρωίνης, πόρνες, πλαστογράφοι, μα κυρίως αλλοδαποί μαφιόζοι.

Ο
Ερωτας του ληστή είναι και πολιτικό βιβλίο. Ο Καρλότο αναφέρεται στον εμφύλιο της πρώην Γιουγκοσλαβίας, από τα ερείπια της οποίας ξεπήδησαν οι παντοειδείς μαφίες με τις οποίες συνεργάστηκαν οι ιταλικές μυστικές υπηρεσίες, ιδίως την εποχή του λεγόμενου πολέμου ανεξαρτησίας του Κοσόβου. Εξηγεί ότι ο UCK, o «απελευθερωτικός στρατός» των Αλβανών, ήταν στην ουσία το ένοπλο χέρι της αλβανικής μαφίας, στόχος της οποίας ήταν να στήσει ένα ναρκοκράτος στην καρδιά της Ευρώπης, κάτι που επιτεύχθηκε χάρη στην υποστήριξη ευρωπαϊκών χωρών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ