Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ένας ελληνοαμερικανός φοιτητής από την Πενσυλβανία ονόματι Τζον Κυριάκου έκανε το master του στο Πανεπιστήμιο George Washington. Εκεί τον πλησίασε κάποιος πολύ γνωστός καθηγητής και τον έπεισε να ενταχθεί στη CIA, όπου ανήκε κάποτε και ο ίδιος. Για έναν Ευρωπαίο ίσως αυτός ο τρόπος στρατολόγησης να μοιάζει παράξενος, αλλά στην Αμερική συνιστά συνήθη πρακτική. Το πανεπιστημιακό περιβάλλον είναι εκείνο από το οποίο οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ αντλούν τα μελλοντικά στελέχη τους.
Ο Κυριάκου μπήκε στη CΙΑ το 1990 και η σταδιοδρομία του, ως το 2004 που αποχώρησε, υπήρξε θεαματική –απόδειξη ότι τιμήθηκε για τις υπηρεσίες του δέκα φορές. Στην αρχή εργάστηκε ως αναλυτής στο τμήμα πληροφοριών, αλλά έπειτα από μερικά χρόνια μεταφέρθηκε εκεί όπου, όπως θα λέγαμε, ανήκει ένας «κανονικός» πράκτορας: στο τμήμα επιχειρήσεων. Ο ίδιος αργότερα, όταν είχε πλέον αποχωρήσει, υποστήριζε ότι το δυσκολότερο στον τομέα αυτόν δεν είναι η εκπαίδευση στα όπλα και η χρήση τους αλλά το πώς θα στρατολογήσει κανείς πράκτορες σε άλλες χώρες. Και εκεί φάνηκε ότι τα κατάφερνε. Πρώτα τοποθετήθηκε στο Μπαχρέιν και κατόπιν στην Αθήνα, τον καιρό που ακόμη τα μέλη της «17 Νοέμβρη» παρέμεναν ασύλληπτα και εξακολουθούσαν να δρουν, έστω και σποραδικά.
Η επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου την 11η Σεπτεμβρίου 2001 προκάλεσε σοκ στον Κυριάκου και του ενίσχυσε τα πατριωτικά του αισθήματα. Αισθανόταν ότι θα έπρεπε με όλες του τις δυνάμεις να συμμετάσχει στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και ιδιαίτερα της μεγαλύτερης τρομοκρατικής οργάνωσης παγκοσμίως, της Αλ Κάιντα. Τοποθετήθηκε λοιπόν το 2002 στο Πακιστάν, όπου συμμετείχε στην επιδρομή η οποία οδήγησε στη σύλληψη του τρίτου τη τάξει στην Αλ Κάιντα, Αμπου Ζουμπάιντα, αποκαλούμενου και «διαχειριστή».
Σε όλα αυτά δεν υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο. Το αξιοσημείωτο συνέβη το 2007, όταν ο Κυριάκου, που τρία χρόνια πριν είχε αποχωρήσει από την υπηρεσία, μίλησε δημοσίως στο τηλεοπτικό κανάλι ABC για τη μέθοδο του εικονικού πνιγμού, βασανιστήριο που χρησιμοποιούσε η CIA στην ανάκριση των αιχμαλώτων, και συγκεκριμένα στην εφαρμογή του κατά την ανάκριση τριών στελεχών της Αλ Κάιντα: του Αμπου Ζουμπάιντα, του Χαλίντ Σεΐχ Μοχάμεντ και του Αμπντ Ραχίμ αλ Νασίρι.
Τότε ο Κυριάκου είπε ότι ο Ζουμπάιντα άντεξε μόνο 35 δευτερόλεπτα και αμέσως ζήτησε να τον λύσουν και να τα πει όλα. Ο «διαχειριστής» κελάηδησε και αποκάλυψε στρατόπεδα της Αλ Κάιντα στο Πακιστάν, στο Αφγανιστάν, στο Μαρόκο και αλλού. Και αυτό γιατί «ο Αλλάχ παρουσιάστηκε στο κελί του και του είπε να συνεργαστεί επειδή έτσι θα βοηθούσε τα αδέλφια του».
Ο Κυριάκου είπε ακόμη ότι ο ίδιος δεν ήταν παρών στην «ανάκριση» και όσα συνέβησαν τα έμαθε από συναδέλφους του. Τρία χρόνια μετά την παρουσία του στο ABC ο Κυριάκου εξέδωσε το βιβλίο του The reluctant spy (Ο απρόθυμος κατάσκοπος), στο οποίο γράφει ότι είπε ψέματα σχετικά με τις «αντοχές» του Ζουμπάιντα. Ο τρομοκράτης όχι μόνο δεν «κελάηδησε» αμέσως αλλά και υπέστη εικονικό πνιγμό 83 φορές μέσα σε έναν μήνα ώσπου να μιλήσει. Υποθέτει κανείς ότι η αλήθεια πρέπει να είναι αυτή που γράφει ο Κυριάκου στο βιβλίο του.
Ο εικονικός πνιγμός δεν είναι ωστόσο μέθοδος βασανιστηρίου που «ανακάλυψε» η CIA. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την Ιερά Εξέταση, στη συνέχεια –και ευρέως –από διάφορες χώρες σε όλη την περίοδο της αποικιοκρατίας, κατόπιν από την Γκεστάπο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και εκτεταμένα από τους Γάλλους στον πόλεμο της Αλγερίας. Οι μαρτυρίες όσον αφορά την τελευταία περίπτωση είναι συγκλονιστικές και έλαβαν τεράστια δημοσιότητα μια εποχή. Το βασανιστήριο αυτό ως μέσον απόσπασης πληροφοριών χρησιμοποιήθηκε και στη Νότιο Αφρική την περίοδο του Απαρτχάιντ, στην Καμπότζη από τους Ερυθρούς Χμερ, στη Χιλή του Πινοτσέτ, ακόμη και στη Βόρεια Ιρλανδία –και μάλιστα σχετικά πρόσφατα.
Τι είναι όμως ο εικονικός πνιγμός; Πρόκειται για τρομερό βασανιστήριο: ο ανακρινόμενος δένεται πάνω σε μια σανίδα με τρόπο ώστε να μην μπορεί να κινηθεί στο ελάχιστο. Στη συνέχεια του καλύπτουν το πρόσωπο με ένα ύφασμα και κατόπιν αρχίζουν να ρίχνουν πάνω στο πρόσωπό του νερό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπνεύσει και να αισθάνεται ότι πνίγεται. Να θυμίσω ότι το βασανιστήριο του εικονικού πνιγμού είχε χρησιμοποιηθεί την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών και εναντίον του Αλέξανδρου Παναγούλη και πολύ σωστά ο Ιγνατίου είχε υποβάλει πέρυσι το ερώτημα «ποιος εκπαίδευσε τους έλληνες βασανιστές;».
ΗΠΑ και δημοκρατία

Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του που κυκλοφορεί σύντομα από τις Εκδόσεις Λιβάνη με τίτλο Ο κατάσκοπος και πρόλογο του δημοσιογράφου Μιχάλη Ιγνατίου ο Κυριάκου αναφέρεται βέβαια στη μέθοδο του εικονικού πνιγμού, που την αποκαλεί ευθέως βασανιστήριο. Η δημοκρατική Αμερική, λέει, δεν επιτρέπεται να μετέρχεται τέτοιες μεθόδους που προσβάλλουν και τη δημοκρατία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και με πάθος προσθέτει ότι Αμερική και δημοκρατία είναι –και πρέπει να παραμείνουν –έννοιες ταυτόσημες.
Σε άλλες περιπτώσεις το ζήτημα θα είχε μείνει εκεί, δεδομένου μάλιστα ότι αυτή η μέθοδος βασανισμού, που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στη διάρκεια της προεδρικής θητείας του Τζορτζ Μπους του νεότερου, καταργήθηκε από τον πρόεδρο Ομπάμα. Ωστόσο ο Κυριάκου θα αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα δύο χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου του στις ΗΠΑ. Κατηγορήθηκε ότι παραβίασε τον κώδικα μυστικότητας της CIA και «πάτησε τον όρκο του» αποκαλύπτοντας τα ονόματα δύο συναδέλφων του στην υπηρεσία σε δύο δημοσιογράφους αντιστοίχως, ο ένας εκ των οποίων έγραψε ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε πρωτοσέλιδα στους «New York Times».
Επιπλέον, κατηγορήθηκε ότι εξαπάτησε την υπηρεσία και όσον αφορά το βιβλίο του, γιατί προκειμένου να πάρει την άδεια έκδοσής του, όπως προβλέπεται για όλα τα στελέχη και τους υπαλλήλους της, έδωσε στοιχεία που δεν ανταποκρίνονται στο περιεχόμενό του. Στις 13 Απριλίου 2012 ανακρινόμενος είπε ότι δεν είναι ένοχος. Στις 12 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς ομολόγησε την ενοχή του (προφανώς κατόπιν συμφωνίας).
Στις 25 Ιανουαρίου ο Κυριάκου θα δικαστεί και η ποινή που κατά πάσα πιθανότητα θα του επιβληθεί είναι φυλάκιση 30 μηνών. Θα είναι η πρώτη φορά που πρώην πράκτορας θα καταδικαστεί, όπως όλα δείχνουν, για παρόμοιο αδίκημα.
Η εισβολή στο Ιράκ

Το βιβλίο του Τζον Κυριάκου έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον όχι μόνο για όσα επακολούθησαν αλλά και γιατί αποκαλύπτει πολλές πτυχές των μυστικών υπηρεσιών και κυρίως τις ψυχολογικές επιπτώσεις που έχει σε έναν άνθρωπο η συμμετοχή του σε αυτές. Για τον ίδιο υπήρξαν καταλυτικές. Οδήγησαν στη διάλυση του πρώτου γάμου του, σε περιπέτειες με το ζήτημα της ανατροφής των παιδιών του και σε οικονομικές περιπέτειες, αφού για να αντιμετωπίσει τα δικαστικά έξοδα αναγκάστηκε να αλλάξει σπίτι και να πάει σε μικρότερο.
Ακόμη, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και αυτό που αποκαλύπτει, το οποίο πολύ λίγοι λαμβάνουν σήμερα υπόψη τους όταν αναφέρονται στη δεκαετία του 2000: ότι η τότε κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους του νεότερου, δηλαδή ένας πολύ στενός κύκλος γύρω από τον πρόεδρο, επί έναν χρόνο σχεδίαζε την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ και η CΙΑ κοιμόταν τον «ύπνο του δικαίου».
Γιατί όμως προσήχθη σε δίκη ο Κυριάκου; Ενδεχομένως για να σταματήσει η διαρροή πληροφοριών από πράκτορες της CΙΑ στους δημοσιογράφους. Ισως γιατί κάποια στελέχη της υπηρεσίας αυτής αισθάνονται αυξημένη ανασφάλεια, αφού η αποκάλυψη του ονόματός τους θα τους καθιστούσε στόχους των τρομοκρατών. Ενδεχομένως στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί η τεράστια δημοσιότητα που έλαβαν οι αποκαλύψεις του Κυριάκου σε μια χώρα όπου η δημοσιότητα επηρεάζει την κοινή γνώμη περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού. Απόδειξη ότι διάφοροι κακεντρεχείς τον κατηγόρησαν πως το μόνο που επεδίωκε ήταν η δημοσιότητα. Στον κόσμο αυτόν κανείς δεν μπορεί να είναι, λένε, ιδεαλιστής –πόσω μάλλον ένας πράκτορας.
Και όμως. Ο πράκτορας αυτός είναι ο συμπαθέστερος Ελληνοαμερικανός που πέρασε από τις μυστικές υπηρεσίες. Και έχει πολλούς συμπαθούντες στη χώρα του Αβραάμ Λίνκολν, ανάμεσα στους οποίους και τον γνωστό σκηνοθέτη του κινηματογράφου Ολιβερ Στόουν. Τους περισσότερους από τους υπόλοιπους Ελληνοαμερικανούς που πέρασαν από τη CIA καλύτερα να μην τους θυμάται κανείς.
Στην επαφή του με τον δημοσιογράφο Σκοτ Σέιν, στον οποίο ο Κυριάκου αποκάλυψε το όνομα ενός συναδέλφου του στη CΙΑ, συνταξιούχου σήμερα, αντάλλαξαν ορισμένα e-mail. Αυτά περιήλθαν στη γνώση του FBI. Που σημαίνει: αν θέλετε να γράψτε κάτι εμπιστευτικό σε οποιονδήποτε, μην το κάνετε μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, όπως σχολίασε ειρωνικά αναγνώστης των «New York Times». Υπάρχει ο κίνδυνος όχι μόνο να υποκλαπούν αλλά και να χρησιμοποιηθούν εναντίον σας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ