Ο βασιλέας υπάκουσε στην προτροπή του αρχαιολόγου και έσκυψε και σήκωσε τη μαρμάρινη κεφαλή της κόρης, την οποία μάλιστα καθάρισε από τα χώματα «ιδίαις χερσίν» (!), όπως σημειώνει ο αρχαιολόγος. Ηταν 1886 και ο βασιλέας ήταν ο Γεώργιος Α’, αρχαιολόγος ο Π. Καββαδίας, τότε διευθυντής αρχαιοτήτων, και ο τόπος η Ακρόπολη. Ο Καββαδίας, θέλοντας να προσδώσει αίγλη στην ανασκαφή του και να ενδυναμώσει παράλληλα το εθνικό φρόνημα των Αθηναίων, οργάνωσε μια λαμπρή τελετή όπου οι αρχαιότητες είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο και εθνικό στόχο. Η ιστορία είναι γνωστή και έχει παλαιότερα δημοσιευθεί.
Στο βιβλίο του ο Γιάννης Χαμηλάκης περιγράφει και αυτός μια άλλη βασιλική επίσκεψη που έγινε στον Ιερό Βράχο αρκετές δεκαετίες νωρίτερα. Ηταν το 1834 και ο τότε επικεφαλής της ανασκαφής, βαυαρός αρχιτέκτονας φον Κλέντσε, κάλεσε τον Οθωνα στην Ακρόπολη και του ζήτησε να θεμελιώσει τον πρώτο σπόνδυλο ενός κίονα που θα αναστηλωνόταν. Η τελετή βέβαια είχε συμβολικό χαρακτήρα, τα οθωμανικά και άλλα κτίσματα εξακολουθούσαν να στέκονται πάνω στον Ιερό Βράχο και ο φον Κλέντσε προσφωνώντας τον βασιλέα είπε: «Ολα τα λείψανα της βαρβαρότητας θα εξαλειφθούν, όχι μόνον από εδώ, αλλά και από ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ τα λείψανα του λαμπρού παρελθόντος θα περιβληθούν με νέα λάμψη ως η σταθερή εκείνη βάση επί της οποίας θα στηριχθεί το παρόν και το μέλλον». Εδώ «τα λείψανα του λαμπρού παρελθόντος» γίνονται βάση του μέλλοντος του έθνους, έχουμε δηλαδή μια εθνική επιδίωξη που επικυρώνεται με βασιλική επίσκεψη.
Από την αρχή λοιπόν το πολιτικό και ιδεολογικό ενδιαφέρον της ιθύνουσας τάξης στράφηκε στην κλασική αρχαιότητα, η οποία είχε ήδη αναγνωριστεί από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Σχεδόν αυθόρμητα τα αρχαία, ένα υλικό εύχρηστο, που υπήρχε και… φευ, υπάρχει ακόμη σε αφθονία στον τόπο μας, χρησιμοποιήθηκαν για να κατοχυρωθεί η καταγωγή των σύγχρονων Ελλήνων από τους ένδοξους προγόνους τους και να ενισχυθεί η έννοια του έθνους. Οπωσδήποτε όμως και παρά τις όποιες αντιρρήσεις του υποψιασμένου αναγνώστη για κάποιες γλωσσικές «ιδιοτροπίες» του κειμένου ή και για κάποιες πολύ «προχωρημένες» απόψεις του συγγραφέα, η έκδοση είναι μια σχολαστικά τεκμηριωμένη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση ενός υπαρκτού φαινομένου.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 2007 στα αγγλικά, τιμήθηκε με το βραβείο Edmund Keeley (2009) και τον περασμένο Οκτώβριο παρουσιάστηκε η ελληνική του μετάφραση. Ο συγγραφέας διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Σάουθαμπτον και από το 1996 διδάσκει αρχαιολογία και ανθρωπολογία σε βρετανικά πανεπιστήμια. Σε αυτή την έκδοση έχει επιλέξει γνωστά και συζητημένα παραδείγματα για να σχολιάσει τις πρακτικές της εθνικής ιδεολογίας που έχουν παρεισφρήσει στα «χωράφια» της αρχαιολογίας. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004, το εκπληκτικό εύρημα του τάφου του Φιλίππου Β’ από τον Ανδρόνικο, τα συνθήματα και οι διαφημιστικές απεικονίσεις της Μεταξικής εξετάζονται.
Στον βωμό της σκοπιμότητας
Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ασφαλώς ότι προπολεμικά, επί καθεστώτος Ιωάννη Μεταξά, η εγγραφή παιδιών και εφήβων στη Νεολαία (την ΕΟΝ) ήταν υποχρεωτική. Η πειθαρχία και η υπακοή στη γραμμή που ήθελε να επιβάλει το καθεστώς ήταν επίσης υποχρεωτική, ενώ το ένδοξο παρελθόν υπογραμμιζόταν σθεναρά στις αφίσες και στα κρατικά έντυπα. Παράλληλα στο θέατρο ενθαρρύνθηκε το ανέβασμα αρχαίας τραγωδίας.
Οταν όμως το Εθνικό θέλησε να ανεβάσει την Αντιγόνη, αρχικά έγινε προσπάθεια να σταματήσει το ανέβασμα. Ωστόσο, έπειτα από γενική κατακραυγή, επετράπη η παράσταση με τον όρο να παραλειφθούν ορισμένοι «ακατάλληλοι» στίχοι του Σοφοκλή. Ανάλογη επέμβαση υπήρχε και στην Παιδεία. Είναι χαρακτηριστική η εγκύκλιος ενός σχολικού επιθεωρητή η οποία ζητούσε να αφαιρεθεί από τη σχολική ύλη ο Επιτάφιος του Περικλέους επειδή υπήρχε ο κίνδυνος να εκληφθούν από τους μαθητές τα εγκώμια των δημοκρατικών ιδεών που περιέχει ως έμμεσος επίκριση… της σθεναρής κυβερνητικής πολιτικής.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 είχαν βέβαια άμεση σχέση με την αρχαιότητα. Πολυσυζητημένοι, τόσο για τη σύγχρονη εμπορευματοποίησή τους όσο και για το δυσανάλογο με την οικονομία μας κόστος τους, τόνωσαν την εθνική υπερηφάνεια και ενθάρρυναν έναν ενθουσιώδη εθελοντισμό. Το αρχαίο ελληνικό στοιχείο βρισκόταν στις δόξες του. Ποιος δεν θυμάται όμως στην τελετή έναρξης το άρμα που παρέλασε με τις αλευρωμένες ηθοποιούς ως Καρυάτιδες ή τον πρίγκιπα με τα κρίνα και τις γυναικείες μορφές από τις τοιχογραφίες των μινωικών ανακτόρων; Εκεί που συγκρατήθηκε η αρχαιολατρία της διοργάνωσης ήταν στις μασκότ οι οποίες υποτίθεται πως ήταν εμπνευσμένες από τις αρχαίες πήλινες κούκλες –με τις οποίες όμως δεν έμοιαζαν καθόλου. Μόνο τα ονόματά τους, Αθηνά και Φοίβος, προέρχονταν από τη μυθολογία.
Μια άλλη περίπτωση είναι η κυβερνητική προπαγάνδα στη Μακρόνησο στα χρόνια του Εμφυλίου. Και εκεί έλαμψε το αρχαίο πνεύμα. Το νησί με τα στρατόπεδα ονομάστηκε Νέος Παρθενώνας, ενώ ακόμη και ο Ναός του Σουνίου απέναντι από τη Μακρόνησο συγκρίθηκε σε αφελή ποιήματα και άλλα κείμενα με τους κρατουμένους. Οπως οι κίονες του ναού, λέει, στέκονταν όρθιοι χιλιάδες χρόνια στην παγωνιά και στους καυτερούς ήλιους του καλοκαιριού, έτσι και οι άνδρες άντεχαν στο άνυδρο ξερό νησί.
Οι περιπτώσεις που τα αρχαία χρησιμοποιούνται για εθνικές και πολιτικές σκοπιμότητες υπάρχουν παντού. Ο Ναπολέων και ο αιγυπτιακός οβελίσκος που μεταφέρθηκε στο Παρίσι, οι Πάπες και οι συλλογές τους των αρχαίων, οι αρχαιολογικές εκθέσεις που ταξιδεύουν από μουσείο σε μουσείο δεν κρύβουν εθνικές επιδιώξεις; Η παρακράτηση, τέλος, των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο δεν ενέχει, πέρα από το τουριστικό όφελος, και μια επίδειξη εθνικού κύρους της παλαιάς βρετανικής κοσμοκρατορίας έστω και με ξένα… αρχαία;
Τέτοιου είδους περιστατικά εξετάζει στο βιβλίο του ο Γιάννης Χαμηλάκης εντάσσοντάς τα γεωγραφικώς και χρονικώς στο πλαίσιο της νεότερης Ελλάδας. Πρόκειται για μια ανάλυση διεισδυτική και πολύ ενδιαφέρουσα.
Ο Ανδρόνικος, η Βεργίνα και η πΓΔΜ
Ο Μανόλης Ανδρόνικος και ο τάφος του Φιλίππου Β’ καλύπτουν ένα μεγάλο κεφάλαιο του βιβλίου. Εδώ αισθάνεται ο αναγνώστης ότι, μαζί με το αρχαίο αντικείμενο, τον βασιλικό τάφο δηλαδή, χρησιμοποιήθηκε και ο ίδιος ο αρχαιολόγος για εθνικούς σκοπούς. Δεινός ανασκαφέας και χαρισματικός δάσκαλος, ο Μ. Ανδρόνικος προσφερόταν για εξυπηρέτηση εθνικών στόχων. Το κεφάλαιο αρχίζει με την περιγραφή της κηδείας και το πανελλήνιο πένθος που κηρύχθηκε όταν πέθανε ο αρχαιολόγος το 1992 και συνεχίζει αναφέροντας όλες –και ήταν πολλές –τις τιμητικές διακρίσεις που του απονεμήθηκαν.
Η ανασκαφή της Βεργίνας χρηματοδοτήθηκε γενναία από τον Μακεδόνα Κωνσταντίνο Καραμανλή, γνώρισε την παγκόσμια δημοσιότητα που της άξιζε και γενικώς έχαιρε ξεχωριστών προνομίων. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ο βασιλικός τάφος με τα οστά του επώνυμου νεκρού και τα εκπληκτικά χρυσά ήρθε στο φως σε μια εποχή που το Μακεδονικό ζήτημα βρισκόταν στο ζενίθ, ενώ η πΓΔΜ κυκλοφορούσε χάρτες που ολοφάνερα πρόδιδαν επεκτατικές διαθέσεις –είχε χρησιμοποιήσει ακόμη και τον ήλιο της Βεργίνας στη σημαία της, ενώ με κάθε ευκαιρία πρόβαλε την απευθείας καταγωγή της από τον Μεγαλέξανδρο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ