Το μυθιστόρημα του Αρη Μαραγκόπουλου Το χαστουκόδεντρο αφορά τον αναστοχασμό μιας σχετικά παλαιότερης εποχής (κυρίως από το 1941 ως το 1978), που και αυτή απλώνει το σκοτεινό της δίχτυ πάνω στη σημερινή Ελλάδα. Ο συγγραφέας δηλώνει εξαρχής ότι οι ήρωες του βιβλίου, ο Αντώνης Αμπατιέλος (ιστορικό ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, γραμματέας το 1943 της δυναμικής Διεθνούς Ομοσπονδίας Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων), η δασκάλα γυναίκα του Μπέτι Μπάρτλετ, αλλά και άλλες γνωστές προσωπικότητες της εποχής, δεν ταυτίζονται με τα υπαρκτά τους πρόσωπα.
Η λογοτεχνία είναι λογοτεχνία. Ιδιαίτερα γι’ αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο, μολονότι πολιτικό, σκληρά πολιτικό, βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού –λογοτεχνικό ρεύμα που για πολλούς θα ήταν το αναμενόμενο για μια τέτοια υπόθεση. Ετσι, η διαφορετική προσέγγιση του Χαστουκόδεντρου σε πρόσωπα και γεγονότα τόσο ανελαστικά σε αποχρώσεις και ερμηνείες, οι πολλαπλές του εστιάσεις, η κατακερματισμένη χρονικά αφήγηση, η ανθρωποκεντρική του, τέλος, ματιά, που αποτίει τον οφειλόμενο σεβασμό στον ηρωισμό και στην αντίσταση εκείνων των χρόνων –χωρίς ωστόσο να αγνοεί και τα από τότε διαφαινόμενα όριά τους -, αυτά κάνουν σημαντικό αυτό το μυθιστόρημα.
Ο συγγραφέας αποκαλύπτει διά στόματος άλλου στο βιβλίο τη συγγραφική του μέθοδο: στηρίζεται σε εκείνο το παλιό παιδικό παιχνίδι με τους δώδεκα κύβους. Σε κάθε πλευρά του κύβου είναι ζωγραφισμένο το κομμάτι μιας ζωγραφιάς, αλλά για να τη δεις ολόκληρη πρέπει να βρεις τις σωστές πλευρές και να τις συνθέσεις. Φτιάχνεις μια εικόνα, που μπορεί να χαλάσει στην επόμενη κίνηση για να φτιαχτεί μια διαφορετική εικόνα.
Στους σωριασμένους, άλλωστε, κύβους στο εξώφυλλο του βιβλίου εικονίζονται, εκτός από τα κομμάτια μιας παιδικής ζωγραφιάς (που συμπίπτει με τα παιδικά χρόνια του συγγραφέα), τα πρόσωπα της Μπέτι και του Τόνι Αμπατιέλου όταν αυτός αποφυλακίζεται το 1964, έπειτα από δεκαεπτά χρόνια, της βασίλισσας Φρειδερίκης την οποία η Μπέτι είχε «χαστουκίσει» τον προηγούμενο χρόνο στο Λονδίνο ζητώντας την αποφυλάκιση του άντρα της, το πρόσωπο του Στάλιν, μέρος από το πανό της ειρήνης που κρατούσε ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ο Ωνάσης με την Κάλλας και, ανεστραμμένο αυτό, το πρόσωπο του Νίκου Πλουμπίδη με τους δεσμώτες του.
Συναρπαστική αφήγηση
Αλλά δεν ήταν μόνο το πασίγνωστο «χαστούκι» της Μπέτι αφορμή για τον τίτλο Χαστουκόδεντρο. Σαν από δέντρο καρπερό, βροχή «έπεφταν τα χαστούκια» τότε, σε μικρή και μεγάλη κλίμακα, στη δημόσια και στην οικογενειακή ζωή, επισήμως και ανεπισήμως. Μία κίνηση αυτονόητης και καθ’ όλα αποδεκτής συμπεριφοράς του πιο ισχυρού προς συμμόρφωση του πιο ανίσχυρου.
Ολοι τα θυμόμαστε. Το «χαστούκι», ωστόσο, της Μπέτι, ανατρέποντας τους ρόλους, απέκτησε τεράστια συμβολική σημασία και ως σύμβολο πλέον έγινε αποδέκτης αρκετών ερμηνειών, αποδοχής ή κριτικής, ακόμη και κάποιας απόρριψης από τον οικείο κομματικό χώρο, ενώ με τον τρόπο τουλάχιστον που όλα αυτά αναδημιουργούνται στο μυθιστόρημα μένει το ερώτημα αν όντως υπήρξε.
Το Χαστουκόδεντρο είναι ένα από τα ελάχιστα ελληνικά πολιτικά μυθιστορήματα όπου η ιστορία εκείνης της περιόδου εντάσσεται σε ένα διεθνές περιβάλλον και συνομιλεί σταθερά μαζί του, είτε από την πλευρά του λαϊκού κινήματος είτε από την απέναντι πλευρά, δηλαδή του διεθνούς επιχειρηματικού κεφαλαίου ελλήνων επιχειρηματιών, ή των ισχυρών βασιλιάδων, πρωθυπουργών, υπουργών, διπλωματών κ.ά., που καθόριζαν τη μοίρα του ελληνικού λαού, τη μοίρα δηλαδή ενός ιδεατού, κατασκευασμένου, ξένου σε μεγάλο βαθμό αντικειμένου γι’ αυτούς. Συνετέλεσε, χωρίς να είναι και η μόνη αιτία, το ότι οι πρωταγωνιστές δεν έδρασαν μόνον εντός Ελλάδος ούτε έζησαν μόνο στις φυλακές και στα ξερονήσια της.
Τα παραπάνω απαιτούν –και έχουν –τέτοια ποικιλία γλωσσικής διατύπωσης, που εντυπωσιάζει: από το απλό ντοκουμέντο, που είτε χρησιμεύει αυτούσιο είτε αναπτύσσεται μυθοπλαστικά· από το διαφορετικό ύφος όχι μόνο κάθε μυθιστορηματικού ήρωα, αλλά και της χρονικής στιγμής κατά την οποία μιλά· από την τριτοπρόσωπη σε αρκετά σημεία αφήγηση του συγγραφέα, που λίγο πιο κάτω διευρύνεται από τον μονόλογο κάποιου πρωταγωνιστή· από επιστολικά κείμενα ή από τις γεμάτες συγκίνηση περιγραφές κάποιων ιστορικών ή πολύ προσωπικών στιγμών· από τις αυτοβιογραφικές ακόμη παρεμβολές του ίδιου του συγγραφέα (με τη γνωστή από προηγούμενα έργα του περσόνα του ως Βενιαμίν Σανιδόπουλου). Στερεώνει, επίσης, τα ιστορικά γεγονότα και την ιστορική διάσταση πολλών προσώπων του βιβλίου με αναλυτικές σημειώσεις ή την παράθεση ντοκουμέντων στις 36 σελίδες του Επιμέτρου.
Μέσα από όλα αυτά, το Χαστουκόδεντρο, παρά το πρώτο ίσως ξάφνιασμα του αναγνώστη από την αποσπασματικότητα αλλά και από την ιδιότυπη τυπογραφική του εμφάνιση, δένεται σιγά-σιγά σε μιαν εντελώς συναρπαστική αφήγηση.

Ο έρωτας της Μπέτι και του Τόνι
Η χωροφυλακίστικη βαρβαρότητα της Ελλάδας της Μακρονήσου και των εκτελέσεων υπογραμμίζεται στο Χαστουκόδεντρο με κάποια χαρακτηριστικά άθλια περιστατικά, π.χ. τον βασανισμό της υπηρέτριας Σπυριδούλας, που εμφυτεύεται προσφυώς μέσα στην αφήγηση. Καθεαυτή η ωμή βία – όχι μόνο τα χαστούκια – υπήρξε μια καθημερινή, πολυεπίπεδη, κοινωνικά αποδεκτή τελετουργία. Είχε όμως το αντίβαρό της. Το απελευθερωτικό αντίβαρο απέναντι στην ελληνική βαρβαρότητα αποτέλεσε, κατά τον συγγραφέα, η ερωτική σχέση που διατρέχει ολόκληρο το βιβλίο, αποτελώντας τη ραχοκοκαλιά του. Κυρίως αυτή.
Φυσικά, ο έρωτας της Μπέτι και του Τόνι ανήκει σε άλλη εποχή· ανήκει επίσης, μέχρι κεραίας, στον βαθύ κομμουνιστικό πουριτανισμό. Γι’ αυτό και είναι αξιοθαύμαστες η ευρηματικότητα και η λεπτότητα του συγγραφέα, καθώς αναδημιουργεί τον μυθικό εκείνον έρωτα, όχι μόνο διερευνώντας τη γυναικεία και την ανδρική πλευρά κατά τη διάρκεια μιας φυλάκισης δεκαεπτά χρόνων, όσο και κατά την πριν και τη μετά τη φυλακή διάρκειά της. Ο ίδιος, όπως γράφει τουλάχιστον στον Επίλογο του βιβλίου, είχε συναντηθεί αρκετές φορές, γύρω στο 1989, με τους υπαρκτούς πρωταγωνιστές του, ιδίως με τον Αμπατιέλο, για να συζητήσουν φιλικά, να συμφωνήσουν, αλλά και να διαφωνήσουν σε πάρα πολλά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ