Ο κοινός τόπος λέει πως η μυθοπλασία μεταμορφώνει τη ζωή αποκαλύπτοντας το λανθάνον νόημά της. Επομένως, διαβάζοντας κανείς ένα βιβλίο που δεν είναι μυθοπλαστικό αλλά αυτοβιογραφικό, γραμμένο μάλιστα από τον Φίλιπ Ροθ, το προσλαμβάνει και το κρίνει κάπως διαφορετικά. Η αμεσότητα, η συγκινησιακή φόρτιση, τα αισθήματα και η έντασή τους, η ίδια τέλος η μορφή της αφήγησης, είναι άλλης τάξεως. Η αυτοβιογραφία για τον συγγραφέα είναι ανταπόδοση οφειλής στην ίδια τη ζωή μέσω της τέχνης του –και αυτό συμβαίνει με την Πατρική κληρονομιά, το πιο ευθύ, το πιο προσωπικό και το πιο συγκινητικό βιβλίο του.
Ο πατέρας του Ροθ είναι 86 ετών όταν οι γιατροί διαπιστώνουν ότι έχει όγκο στον εγκέφαλο. Ενας άνθρωπος με απαράμιλλη ως τότε ζωντάνια. Γοητευτικός, δραστήριος, κοινωνικός. Στη μάχη του με τον καρκίνο θα του συμπαρασταθεί ο γιος του ως την τελευταία στιγμή. Και η μάχη αυτή θα φέρει στο φως όσα καθόρισαν κατά το παρελθόν την προσωπικότητα του πατέρα και του γιου και την οικογενειακή και κοινωνική ζωή τους, τώρα όμως κάτω από τη σκιά του αναπόφευκτου τέλους.
Ο επερχόμενος θάνατος ανακαλεί τη ζωή που πέρασε φωτίζοντάς τη με το ύψιστο νόημα, το οποίο περιέχεται σε μία και μόνο λέξη: αγάπη. Αυτή είναι τελικά η «πατρική κληρονομιά», η ίδια η ουσία της ευαισθησίας, εκείνη που ωθεί τον συγγραφέα να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο, όχι για να παραγορηθεί αλλά για να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη του πατέρα του και ταυτοχρόνως να καταδυθεί στο βαθύτερο υπόστρωμα της δικής του ύπαρξης.
Ο Ροθ δίνοντάς μας το πορτρέτο του πατέρα του εξηγεί και τον δικό του ψυχισμό προεκτείνοντάς τον σε ευρύτερα πεδία: είμαστε αυτό που είμαστε γιατί υπήρξαν εκείνοι που αγαπήσαμε. Για τούτο και η καταληκτική πρόταση του βιβλίου, τόσο απλή και ωστόσο εκπληκτικά συγκινητική μετά τα όσα προηγήθηκαν: «Να μην ξεχνάς τίποτε».
Ο συγγραφέας, τώρα που ο πατέρας του έχει φύγει από τη ζωή, λέει πως ο ίδιος παραμένει ο μικρός του γιος, μολονότι έγραφε το βιβλίο του «με την απρέπεια του επαγγέλματος» όσο εκείνος ήταν άρρωστος και πέθαινε.
Η σχέση με τον πρόγονο ή τους προγόνους αποτελεί ουσία της συγγραφικής πράξης. Κατά συνέπεια, σχέση αρχετυπική. Το πώς προβάλλεται το βλέπουμε στο εξαίρετο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο με τίτλο «Μάχονταν επειδή ήταν πυγμάχοι, μάχονταν και επειδή ήταν Εβραίοι». Αλλά και η λογοτεχνία είναι μια μάχη. Γράφοντας το βιβλίο του ο Ροθ έδινε τον δικό του αγώνα εναντίον της ανωνυμίας του θανάτου σε μια αφήγηση γεμάτη συγκίνηση και αγάπη –χωρίς ωστόσο συναισθηματικές υπερβολές.
Η Πατρική κληρονομιά φωτίζει εν πολλοίς και το ψυχικό και κοινωνικό υπόστρωμα του μυθοπλαστικού έργου του Φίλιπ Ροθ. Πρωτοκυκλοφόρησε το 1995 από τις εκδόσεις Χατζηνικολή, όμως από τότε οι θαυμαστές του Ροθ στη χώρα μας πολλαπλασιάστηκαν. Η επανέκδοσή της επομένως από τις εκδόσεις Πόλις ήταν αναγκαία, ιδίως για τη νέα γενιά αναγνωστών.
Η «Πατρική κληρονομιά» θα κυκλοφορήσει στις 20 Νοεμβρίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ