Ενταγμένος από νωρίς στους κομμουνιστικούς κύκλους, ο Πέτρος Πικρός (1894-1956) δεν κατάφερε να συνυπάρξει επί πολύ με την κομματική ηγεσία και πέρασε, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, στην πολιτική απομόνωση. Χωρίς να αποβάλει την ιδεολογική σκευή της Αριστεράς, ο Πικρός (ψευδώνυμο του γεννημένου στην Κωνσταντινούπολη Ιωάννη Γενναρόπουλου, που ήταν γιος βιομηχάνου και σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και κοινωνιολογία στη Γαλλία και στη Γερμανία) θα κατορθώσει να κρατήσει τις μεσοπολεμικές συλλογές διηγημάτων του Χαμένα κορμιά, Σα θα γίνουμε άνθρωποι και Τουμπεκί (το καλύτερο κομμάτι της πεζογραφίας του) μακριά από τον επαναστατικό διδακτισμό, φροντίζοντας να αποκλείσει τους ήρωές του από κάθε σωτηριολογική προοπτική. Πόρνες, στρατιώτες, εγκληματίες, απατεώνες, αυτόχειρες, παλλακίδες, όπως και πλήθος άστεγοι ή πεινασμένοι θα υποχρεωθούν στα διηγήματά του να πιουν το ποτήρι της καταστροφής μέχρι και την τελευταία σταγόνα, χωρίς την ελάχιστη ελπίδα ανακούφισης ή διαφυγής: η εικόνα μιας κοινωνικής πραγματικότητας απαλλαγμένης πλήρως από τους παρηγορητικούς φακούς της πολιτικής δεοντολογίας.
Παρόμοια στάση θα κρατήσει ο Πικρός και στα ιστορικά του μυθιστορήματα, τα οποία θα αρχίσει να δημοσιεύει σε συνέχειες στο περιοδικό «Εβδομάς» την εποχή της ρήξης του με το Κόμμα (τα υπογράφει με το ψευδώνυμο μονόγραμμα «Ω»). Η Λουκρητία Βοργία, η Θεοφανώ και η Ασπασία μπορεί να εντάσσονται στη λαϊκή λογοτεχνία, τροφοδοτώντας το μεγάλο κοινό με θεαματική πλοκή και χορταστικές συγκρούσεις στα παρασκήνια της βασιλικής ή της παπικής εξουσίας (η λογοτεχνία δεν γράφεται από τον λαό, αλλά για τον λαό), δεν παύουν ωστόσο να διαπνέονται από ένα πνεύμα έτοιμο να αντισταθεί σθεναρά απέναντι σε οποιαδήποτε εξιδανίκευση.
Η Λουκρητία Βοργία, που δημοσιεύεται στην «Εβδομάδα» με τον υπότιτλο «Οι αιμοσταγείς έρωτες του Μεσαίωνος» από τον Οκτώβριο του 1931 ως και τον Ιανουάριο του 1932 και κυκλοφορεί για πρώτη φορά αυτοτελώς σήμερα, σε επιμέλεια του Γιάννη Δ. Μπάρτζη (ο ίδιος επιμελήθηκε προ διετίας και την έκδοση της Θεοφανώς), είναι ένα όργιο αίματος, αυθαιρεσίας και διαπλοκής στην αυλή της Καθολικής Εκκλησίας, όταν στους κόλπους της κυριαρχούσαν οι ισπανικής καταγωγής Βοργίες, μια από τις πιο διεφθαρμένες δυναστείες στην ιστορία της μεσαιωνικής Ευρώπης.
Πρωταγωνιστικό πρόσωπο η Λουκρητία Βοργία, που παρουσιάζεται με όλα τα χαρακτηριστικά του θηλυκού δαίμονα: αλλάζει τους εραστές της σαν τα πουκάμισα, σκοτώνει τους συζύγους της τον έναν μετά τον άλλον και διατηρεί ερωτικές σχέσεις με τον αδελφό της, Καίσαρα Βοργία, αλλά και με τον Πάπα Αλέξανδρο Στ’, που δεν είναι άλλος από τον φυσικό της πατέρα.

Γραμμένο με όρους μαζικού θεάματος
Ο Πικρός δεν θα εξαντλήσει στην αφήγησή του τον βίο και την πολιτεία της Λουκρητίας Βοργία, ούτε θα της καταλογίσει ευθέως τις φονικές πράξεις και τα ηθικά της παραπτώματα. Αφήνοντας τα άλλα μυθιστορηματικά πρόσωπα να υπολογίσουν το μέτρο των ευθυνών της, θα εμπλέξει την ίδια σε ένα ζοφερό ερωτικό και οικογενειακό δράμα, όπου ο γιος και παρ’ ολίγον εραστής της θα πεθάνει ύστερα από μια τεράστια παρεξήγηση που θα ανακαλέσει καλειδοσκοπικά ολόκληρο το αμαρτωλό παρελθόν της.
Η Λουκρητία Βοργία είναι σίγουρα γραμμένη με όρους μαζικού θεάματος: δηλητηριώδεις ηγεμόνες, αιφνίδιες ανατροπές της πλοκής, που αποκαλύπτουν όλο και πιο ανατριχιαστικές αλήθειες, συνεχές και ραγδαία ανοδικό σασπένς, σκηνές ομαδικής εξόντωσης (κορυφαία η τελετουργική ατμόσφαιρα στη θανάσιμη συγκέντρωση του ακροτελεύτιου κεφαλαίου). Ο Πικρός γράφει ένα «λαϊκό ιστορικό μυθιστόρημα» (όπως το προσδιορίζει ο Γ. Δ. Μπάρτζης στην εισαγωγή του), αλλά ο κυνισμός και η ένταση των καταστάσεων που υποβάλλει στις σελίδες του πηγαίνουν πέρα από τον στερεότυπο ρεαλισμό και τα συνήθη αρνητικά πρότυπα της λαϊκής λογοτεχνίας.
Η βία και το μέγεθος της απώλειας στη Λουκρητία Βοργία έχουν κάτι από τη νατουραλιστική απόγνωση την οποία συναντάμε στα διηγήματα του Πικρού, αποδεικνύοντας τον ενιαίο χαρακτήρα, αλλά και τη μόνιμη οξύτητα της γραφής του, η οποία υπερβαίνει τα εσκαμμένα της διάκρισης των λογοτεχνικών ειδών.
Δεν υπάρχει, νομίζω, αμφιβολία πως με τη Λουκρητία Βοργία (συμπληρωμένη λίγο αργότερα από τη Θεοφανώ και την Ασπασία) ο Πικρός διασώζει στο ακέραιο τη συγγραφική του ταυτότητα, παραπέμποντας σε μια πλούσια και εξαιρετικά πολύμορφη παράδοση της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Παράδοση η οποία διαθέτει όχι μόνο άξιους προγόνους, αλλά και πολύ καλούς επιγόνους: αρχής γενομένης από τον Ρήγα Φεραίο, τον Ιάκωβο Πιτσιπιό, τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και τον Αριστείδη Κυριακό και φθάνοντας ως τον Διονύσιο Κόκκινο, τον Νικόλαο Επισκοπόπουλο, τον Αγγελο Δόξα, τον Γιώργο Τσουκαλά και τον Απόστολο Μαγγανάρη.
Παραβολή για την εξουσία
Το πρόσωπο της Λουκρητίας Βοργία (1480-1519) περιεβλήθη με έναν μύθο φιληδονίας και μίσους ο οποίος άρχισε να ξεφουσκώνει ήδη από τα χρόνια του Πέτρου Πικρού. Οι νεότεροι ιστορικοί αφαίρεσαν πολλά στοιχεία από την εγκληματική της προσωπικότητα, εστιάζοντας την προσοχή τους στην αγάπη της για τις τέχνες και εξηγώντας τις ζοφερές πλευρές της με βάση τις νοοτροπίες που επικρατούσαν στις ευρωπαϊκές αυλές του 16ου αιώνα. Η παραδοχή πάντως αυτή πολύ λίγα πράγματα σημαίνει για τη Λουκρητία Βοργία του Πικρού, που εκείνο το οποίο διεκδικούσε στον καιρό της (και ισχύει απολύτως στις ημέρες μας) δεν ήταν η επιστημονική ακρίβεια ως προς την απόδοση του ιστορικού της πλαισίου, αλλά η δύναμη της έκφρασης με την οποία μπορεί να λειτουργήσει μια παραβολή για την εξουσία. Η Λουκρητία Βοργία του Πικρού δεν αποτελεί μια ιστοριοδιφική ανεκδοτολογία για τη γυναίκα που έβγαλε χωρίς δισταγμό από τη μέση τους εραστές και τους ποικίλους ανταγωνιστές της, για να υποκύψει μεταξύ άλλων και στην αιμομιξία, αλλά μια μυθιστορηματική μεταφορά για την εξαχρείωση στην οποία είναι δυνατόν να οδηγηθεί ο απόλυτος άρχοντας, καταλύοντας κάθε έννοια νομιμοποίησης. Ο αυθέντης ωστόσο δεν θα μείνει χωρίς τιμωρία, ακόμα κι αν η τιμωρία θα έρθει, όπως στην περίπτωση της Λουκρητίας Βοργία, από το χέρι της Θείας Δίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ