Στις 5 Μαΐου 1979 ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής κήρυττε στη Χαλκιδική το ιδεολογικό μανιφέστο του κόμματος υπό τον τίτλο «Ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός». Ηταν μια επιθετική προσπάθεια απάντησης στην ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς και ένας τρόπος απεγκλωβισμού της παράταξης από τον μετεμφυλιακό κύκλο που αργούσε να κλείσει. Ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός οροθετείτο «μεταξύ του παραδοσιακού φιλελευθερισμού και του δημοκρατικού σοσιαλισμού».

Τριάντα δύο χρόνια μετά, το κόμμα της ΝΔ νιώθει την ανάγκη να δώσει το ιδεολογικό του στίγμα μέσα σε μια εποχή αβεβαιότητας και μεγάλης κοινωνικής κρίσης. Ενδιαμέσως στελέχη του φλέρταραν ανοιχτά με τον νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος όμως αποδείχθηκε πολύ «κυνικός», αναγκάζοντας ορισμένους ιδεολόγους του να ανακρούσουν πρύμναν και να ενστερνιστούν τουλάχιστον την ύπαρξη ενός «κοινωνικού δικτύου προστασίας».
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος στο βιβλίο του Κοινωνικός φιλελευθερισμός (εκδ. Ποιότητα) διαμορφώνει την ύλη ενός νέου ιδεολογικού μανιφέστου της ΝΔ. Επικαιροποιεί τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό της δεκαετίας του ’80 έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στους καιρούς, αλλά ταυτόχρονα παραδίδει ένα corpus σκέψεων που απευθύνονται και πέρα από την παράταξη θέτοντας μια σειρά ζητήματα προς συζήτηση.
Βασικός πολιτικός στόχος του κοινωνικού φιλελευθερισμού αναδεικνύεται η μεταμνημονιακή ανόρθωση της κοινωνίας που θα ανοίξει τον δρόμο για μια Νέα Μεταπολίτευση, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται. Δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο προλογίζει ο πρόεδρος της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς παραθέτοντας εν συντομία τα βασικά δομικά στοιχεία ενός πολιτικού προγράμματος που θα στηρίζεται στην ιδεολογία του κοινωνικού φιλελευθερισμού.
Κορμός της σκέψης του συγγραφέα είναι η ελευθερία με κοινωνική δικαιοσύνη. Αφού κάνει μια αναδρομή στον φιλελευθερισμό από την εποχή του Αριστοτέλη, θα σταθεί ιδιαίτερα στις απόψεις του Ραλφ Ντάρεντορφ, του Kαρλ Πόπερ (ανοιχτή κοινωνία) και κυρίως του Τζον Ρολς στα ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης, ειδικά για την προάσπιση των υστερούντων. Ως προς την πολιτική υπόσταση του κοινωνικού φιλελευθερισμού θα επικαλεστεί πολλάκις τις θέσεις του Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, ο οποίος τονίζει ότι ο κοινωνικός φιλελευθερισμός αποτελεί μια «συμμετρική σύζευξη» ανάμεσα στην ιδιότητα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους της κοινωνίας. Δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της ανεμπόδιστης ατομικής ελευθερίας και του δικαιώματος του ατόμου στην απρόσκοπτη πραγματοποίηση των επιλογών του. Τέλος, ο Ντ’ Εστέν θα τονίσει την ιδέα της αλληλεγγύης ως «έκφρασης του καθήκοντος του ανθρώπου για δικαιοσύνη και της συνείδησης του ανθρώπου ότι ανήκει σε μια ευρύτερη κοινότητα».

Μετριοπάθεια και αντιδογματισμός
Συστατικό στοιχείο του κοινωνικού φιλελευθερισμού είναι η ελεύθερη οικονομία της αγοράς αλλά και η ρυθμιστική κρατική παρέμβαση που θα εξισορροπεί τις κοινωνικές ανισότητες. Η δημόσια πολιτική στήριξη θα διαμορφώνει ένα δίχτυ κοινωνικής προστασίας που θα αφορά τη δημόσια παιδεία, την υγεία, τη σύνταξη, τη διασφάλιση της ελευθερίας της εργασίας και του δικαιώματος της απεργίας, την αρωγή των ανέργων. Επίσης το κράτος θα παρεμβαίνει στην αγορά όταν οι αρρυθμίες της βλάπτουν το κοινωνικό σύνολο, ειδικά στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών.
Κατά τον συγγραφέα το συγκριτικό πλεονέκτημα του κοινωνικού φιλελευθερισμού έναντι του πολιτικού ανταγωνισμού είναι ο συνδυασμός μεταρρυθμιστικού πνεύματος και σεβασμού στην παράδοση. Πολιτικώς τοποθετείται στρατηγικά στο κεντροδεξιό σημείο του πολιτικού φάσματος. Είναι μια «ιδεολογία μεσότητας, ισορροπίας, μετριοπάθειας και αντιδογματισμού» που διαφορίζεται σαφώς από την άκρα Δεξιά, από τους ακραίους φιλελεύθερους όσο και από τον αριστερόστροφο λαϊκισμό και τους σοσιαλδημοκράτες. Τους τελευταίους τούς κατηγορεί για υποβάθμιση της αξίας της ελευθερίας, για αξίες που οδηγούν σε ισοπεδωτικά, εξισωτικά σχήματα, για διογκωμένο κράτος, για λαϊκισμό και «ταξικές» αντιλήψεις.
Παρ’ όλα αυτά, αν διαβάσει κανείς τις τελευταίες μελέτες οπαδών της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας (Αγκιόν, Σκιντέλσκι, Πιζανί, Τζαντ), θα βρει τουλάχιστον ένα κοινό στοιχείο που φαίνεται να επανέρχεται στους μελετητές όλων των αποχρώσεων: το ζήτημα των αξιών. Είναι κοινή διαπίστωση όλων ότι η κοινωνία της ευημερίας και των αγορών οδήγησε τους πολίτες σε έναν «ηθικό σχετικισμό» και σε κυνισμό.
Ο Κ. Αρβανιτόπουλος διαπιστώνει και αυτός ότι αναζητείται μια νέα ιεράρχηση αξιών που θα είναι μετα-υλιστικές, θα δίνουν προτεραιότητα στην κάλυψη κοινωνικών και ηθικών αναγκών, στην αυτοπραγμάτωση για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον οι διαχειριστές της εξουσίας θα μπορούν να παραμείνουν πιστοί σε ένα αξιακό πρόγραμμα ή θα αποδειχθεί και αυτό, το κοινωνικά φιλελεύθερο πρόταγμα, ένα «πουκάμισο αδειανό», μια κατασκευή για πολιτικούς χρήστες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ