Πρωτοπόρος, επαναστάτης, συντηρητικός, κυβιστής, «νεοκυβιστής», άσκοπα εκλεκτικιστής; Τι από όλα αυτά ήταν ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας; Και τι άφησε πίσω του; Περισσότεροι από 1.000 πίνακες και πάνω από 4.000 σχέδια «δείχνουν πως η τέχνη του υπήρξε γι’ αυτόν τροφοδότης της ύπαρξής του» γράφει η ιστορικός τέχνης Κλεάνθη-Χριστίνα Βαλκανά για τον πιο Ευρωπαίο από τους έλληνες δημιουργούς της εποχής του και ταυτόχρονα έναν από τους κύριους εκπροσώπους της Γενιάς του ’30 με τη χιμαιρική αναζήτηση της ελληνικότητας.
Οσο για τα ερωτήματα που η ίδια θέτει, την απάντηση δίνει η εξαντλητική μελέτη του έργου του, μια πραγματεία για τον μεγάλο ζωγράφο μέσα από την οποία φωτίζεται και η παραμικρή πτυχή της 73χρονης πορείας του στην τέχνη: από τα πρώτα σχέδια που ζωγράφισε σε παιδική ηλικία ως το τέλος της ζωής του, όταν μόνο αμυδρά ήταν σε θέση πλέον να διακρίνει σχήματα και χρώματα. Πρόκειται για την πρώτη μονογραφικού χαρακτήρα μελέτη του έργου του Γκίκα, που συγκεντρώνει και παρουσιάζει συνολικά τη ζωγραφική του σε όλα τα εξελικτικά της στάδια με στόχο την ανάδειξη της πολυπλοκότητας και της ευρύτητάς της. Και υπό αυτή τη σκοπιά αποτελεί μια πολύτιμη κατάθεση, που χάρη στην επιμέλεια της συγγραφέως αναδεικνύεται στο κατ’ εξοχήν έργο-εργαλείο για την ουσιαστική γνωριμία με τον δημιουργό.
Η αναζήτηση των ευρωπαϊκών επιρροών στο έργο του Γκίκα και από την άλλη το μπόλιασμα της ζωγραφικής του με στοιχεία της ελληνικής παράδοσης αποτελούν για την ερευνήτρια τους δύο κύριους πυλώνες της εικαστικής δημιουργίας του καλλιτέχνη. Γιατί ο πολυσυλλεκτικός Γκίκας μπορεί να μυήθηκε στα κινήματα της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας υιοθετώντας ορισμένες από τις κατακτήσεις της, τις οποίες άλλωστε μετέφερε στην Ελλάδα, παράλληλα όμως επέστρεφε χωρίς δισταγμό στις εγχώριες αναζητήσεις της ελληνικότητας στην τέχνη. Οι παλινδρομήσεις εξάλλου προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, οι αντιθετικοί συχνά προσανατολισμοί του, η επανάληψη θεμάτων, οι σειρές έργων αποτελούν και αυτά στοιχεία της ιδιαιτερότητας του καλλιτέχνη.


Εργο-ορόσημο
Για την Κλεάνθη-Χριστίνα Βαλκανά, ωστόσο, «το έργο του Γκίκα με τον οροθετημένο εκλεκτικισμό του, περισσότερο ίσως από επαναστατικό ή πρωτοποριακό, πρέπει να εκτιμηθεί κατ’ αρχάς για τη διδακτική του υπόσταση ως ευρετήριο τάσεων, το οποίο αποτέλεσε ορόσημο για τη συνάντηση της ελληνικής τέχνης με την ευρωπαϊκή, και κάτω από αυτή τη διάσταση ακόμη και πίνακες που δείχνουν να αποτελούν κυρίως άσκηση ή δοκιμή πάνω σε τεχνικές καλλιτεχνών όπως ο Πικάσο κατά κύριο λόγο, ο Ματίς, ο Μιρό, ο Μπρακ κ.ά. επανακτούν τη θέση τους και την αξία τους».
Η «συνάντησή» του εξάλλου με την αρχιτεκτονική, απόλυτα συνυφασμένη με το κλίμα της εποχής, «αναδεικνύει με χαράξεις σχέσεις αναλογιών και αντιθέσεων για να μεταγράψει το θέμα του σε ένα εύρυθμο αρχιτεκτονικό σύνολο» σημειώνει η ιστορικός τέχνης.

Τα θέματά του

Τα ατελιέ-εσωτερικά, οι νεκρές φύσεις και τα τοπία αποτελούν τις τρεις κύριες κατηγορίες θεμάτων που πραγματεύεται ο Γκίκας. Σε κάθε περίπτωση μάλιστα πρόκειται για εικόνες οικείες που είτε αποτυπώνουν προσωπικούς χώρους και αντικείμενα είτε περιγράφουν αγαπημένους τόπους, ενώ μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις αποτελούν προϊόντα φαντασίας. Μια διάθεση αυτοβιογραφικής καταγραφής που επιτρέπει τη διείσδυση στις προτιμήσεις, στα ενδιαφέροντα και στο άμεσο περιβάλλον του καλλιτέχνη φανερώνουν τα εσωτερικά και οι νεκρές φύσεις του, όπως επισημαίνει η συγγραφέας, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι αναφορικά με τα τοπία δεν είναι το συναίσθημα ή το βίωμα το πρωτεύον αλλά η διαρκής έρευνα του χώρου και του φωτός σε όλες τις διαστάσεις του και μέσα από διαφορετικά αισθητικά συστήματα.
«Δίδαξε, ενέπνευσε, ζωγράφισε ακούραστα ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και νομίζω ότι επάξια κατέχει μια θέση ανάμεσα σε εκείνους τους ξεχωριστούς της γενιάς του που μπόλιασαν με καινούργιες δυναμικές και όνειρα τη νεοελληνική τέχνη» καταλήγει η Κλεάνθη-Χριστίνα Βαλκανά.
Η μελέτη, η οποία είχε ως αφετηρία τη διδακτορική διατριβή της συγγραφέως, εμπλουτίζεται εξαιρετικά σε αυτή την έκδοση με τους πίνακες του Γκίκα. Οι περισσότεροι από αυτούς αναλύονται διεξοδικά μέσα από τα κεφάλαια του βιβλίου, το οποίο ολοκληρώνεται με τα βιογραφικά στοιχεία του καλλιτέχνη, τη βιβλιογραφία και την πολύτιμη – παρ’ ότι συνοπτική – αποτίμηση του έργου του.

«Με το έργο του η Ελλάδα συνάντησε την Ευρώπη»
Οποιοσδήποτε χαρακτηρισμός θέλει τον Γκίκα αποκλειστικά δεμένο με το ένα ή το άλλο κίνημα είναι μονομερής, δηλώνει κατηγορηματικά η Κλεάνθη-Χριστίνα Βαλκανά στη μελέτη της. Εξίσου άδικες θεωρεί τις επικρίσεις που έχουν διατυπωθεί για τον περιφερειακό-περιθωριακό ρόλο του στη διεθνή σκηνή και την αδυναμία του να διαμορφώσει «σχολή» στη χώρα του. Διότι μπορεί να μην είναι ανυπόστατες, από την άλλη όμως θα πρέπει να αναλογιστεί κανείς τα προβλήματα και τις ιδιάζουσες πολιτικοκοινωνικές συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας και του Μεσοπολέμου.
Γιατί, αντίθετα με τους επικριτές του, ο Γκίκας υπήρξε στο εξωτερικό, κυρίως στο Παρίσι και στο Λονδίνο, από τους πιο σημαντικούς πρεσβευτές της ελληνικής τέχνης. Στο μέτρο που ήταν δυνατό για έναν Ελληνα με το ένα πόδι στην πατρίδα και το άλλο στο εξωτερικό και με σχεδόν ανύπαρκτη υποστήριξη από την ελληνική πολιτεία, κατόρθωσε να σπάσει τον φραγμό της εθνικής απομόνωσης, να κάνει αξιόλογες εκθέσεις, να αγοραστούν έργα του από γνωστούς συλλέκτες και μουσεία, να απασχολήσει στήλες έγκυρων ξένων εφημερίδων και να συμπεριληφθεί κυρίως με έργα του των δεκαετιών 1930-1960 στη σχολή του Παρισιού ως εκφραστής της ευρωπαϊκής παράδοσης.
«Με το έργο του η Ελλάδα συνάντησε την Ευρώπη, η Ανατολή τη Δύση, η λογική το συναίσθημα, η ζωγραφική την αρχιτεκτονική» καταλήγει η Κλεάνθη-Χριστίνα Βαλκανά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ