Η εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Είχαν προηγηθεί πολλές προσπάθειες ανασύστασης του ακροδεξιού χώρου που τη δεκαετία που μας πέρασε κατακυρώθηκε στον νεοσύστατο ΛΑΟΣ. Ο Στάθης Τσίρας, δρ Πολιτικών Επιστημών στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στο βιβλίο του Εθνος και ΛΑΟΣ, Νέα άκρα Δεξιά και Λαϊκισμός (εκδόσεις Επίκεντρο) μελετά την πορεία της άκρας και της λαϊκίστικης Δεξιάς στην Ευρώπη και στην Ελλάδα προσπαθώντας να τοποθετήσει τον ΛΑΟΣ σε αυτό το πεδίο των ακραίων πολιτικών δυνάμεων.
Ο συγγραφέας τονίζει τη διάκριση ανάμεσα στη λαϊκιστική ριζοσπαστική Δεξιά και στην εξτρεμιστική Ακροδεξιά εκτιμώντας ότι μεταπολεμικά στην Ευρώπη η πλέον επιτυχημένη πολιτική οικογένεια είναι αυτή της λαϊκιστικής ριζοσπαστικής Δεξιάς έτσι όπως εκφράστηκε κυρίως στη Γαλλία με το κόμμα του Λεπέν, στην Αυστρία με το Κόμμα Ελευθερίας του Χάιντερ, στην Ιταλία με την Εθνική Συμμαχία του Φίνι και στη Βουλγαρία με το εθνικιστικό κόμμα Ατάκα.
Το τρίτο κύμα της ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς εμφανίζεται δυνατό μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση του «υπαρκτού». Ο αιώνιος εχθρός, ο κομμουνισμός, παύει να υφίσταται. Τη θέση του παίρνει η παγκοσμιοποιημένη και πολυπολιτισμική κοινωνία, γι’ αυτό και ενισχύεται η αντιμεταναστευτική και ξενοφοβική ρητορική. Παράλληλα δανείζεται συνθήματα και έννοιες της Αριστεράς που σχετίζονται με το κράτος πρόνοιας, την οικολογία, τον αντιαμερικανισμό και την αντίθεση στο χρηματιστικό κεφάλαιο, τα οποία μετασχηματίζει και προσαρμόζει στα μέτρα της.
Ταυτόχρονα η άκρα Δεξιά δεν ξεχνά το παρελθόν της, αφού προσεγγίζει την πολιτική με έναν αυταρχισμό που θυμίζει τα φασιστικά καθεστώτα του Μεσοπολέμου: κύριος μοχλός της είναι ο εθνοκεντρισμός και η καθαρότητα της φυλής. Φυσικά, όπως παρατηρεί ο συγγραφέας και άλλοι μελετητές, η γκάμα της Ακροδεξιάς είναι πολύ μεγάλη και διακρίνεται επί μέρους σε «εξτρεμιστική», «ριζοσπαστική», «λαϊκιστική», «εθνικοσοβινιστική», «νεοφασιστική», «μεταφασιστική» κτλ.
Στην Ελλάδα η άκρα Δεξιά είχε μικρή απήχηση με τα κόμματα του Κ. Πλεύρη (Πατριωτική Γραμμή), του Στ. Στεφανόπουλου (Εθνική Παράταξη), του Π. Γαρουφαλιά (Εθνική Δημοκρατική Ενωση), του Χρύσανθου Δημητριάδη (Εθνική Πολιτική Ενωση) και, τέλος, με τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή του Νίκου Μιχαλολιάκου, που ιδρύθηκε το 1980 ως κίνηση για να μετατραπεί σε κόμμα αργότερα και να εμφανιστεί στις εκλογές του 2012 στη Βουλή.

Καρατζαφέρης, Βορίδης και Τηλεάστυ
Ποιος είναι ο λόγος που ο ΛΑΟΣ κατάφερε, από το 2000 που ιδρύθηκε, να έχει μια αξιοσημείωτη πορεία; Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι κατάφερε να αποτελέσει τη φωνή των ψηφοφόρων που δεν ενδιαφέρονται βασικά για «ιδεολογίες» αλλά κυρίως για «κοινωνικά ζητήματα» και «αξίες». Αυτού του είδους τα πολιτικά μορφώματα αποκαλούνται «κόμματα της ζήτησης» προκειμένου να αναδειχθεί «η ιδιότητά τους ως κομμάτων-συλλεκτών ψήφων (διαμαρτυρίας, δυσαρέσκειας, αποδοκιμασίας), τα οποία έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους στην εκλογική αγορά» (Β. Γεωργιάδου). Είναι φανερό ότι οι ίδιοι λόγοι μπορεί να δώσουν πια την πρωτοκαθεδρία στον χώρο της λαϊκιστικής Δεξιάς στο κόμμα του Πάνου Καμμένου Ανεξάρτητοι Ελληνες.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ο ΛΑΟΣ χρησιμοποίησε μια ρητορική κοινωνικού προστατευτισμού με εθνική προτεραιότητα. Είναι αυτό που οι μελετητές αποκαλούν «προνοιακό σοβινισμό», χαρακτηριστικό αρκετών ευρωπαϊκών λαϊκιστικών κομμάτων. Ο δημόσιος λόγος του κόμματος έδωσε έμφαση στους κινδύνους από την επέλαση της αμερικανικής νέας τάξης πραγμάτων και με μια εμμονή στο ιστορικό παρελθόν του ελληνικού έθνους, με ιδιαίτερη αναφορά στην ορθόδοξη θρησκεία. Επισημαίνεται όμως ότι ο δημόσιος αυτός λόγος δεν υπήρξε ποτέ στατικός ούτε συνεπής με τον εαυτό του, αφού άλλαζε κατά περιστάσεις προκειμένου ο ΛΑΟΣ να πλασαριστεί στο κέντρο του πολιτικού σκηνικού. Τέλος, σοβαρό ρόλο στη διείσδυση του κόμματος σε λαϊκά στρώματα έπαιξαν οι εκπομπές του αρχηγού Γ. Καρατζαφέρη στο Τηλεάστυ.
Οι τρεις βασικοί όροι που επέτρεψαν την εμφάνιση της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς είναι το Μακεδονικό, η πίεση του μεταναστευτικού και η μεγάλη κρίση του πολιτικού συστήματος. Παράλληλα η ΝΔ, που ως τότε ενσωμάτωνε τους ψηφοφόρους της άκρας Δεξιάς, άφησε χώρο στα δεξιά της προκειμένου να ανοιχτεί προς το Κέντρο. Δεν πίεσε τον ΛΑΟΣ όπως π.χ. την Πολιτική Ανοιξη, με αποτέλεσμα να «αλωνίζει» ελεύθερα ο Γ. Καρατζαφέρης. Ο συγγραφέας θεωρεί, τέλος, ειδική περίπτωση τον Μ. Βορίδη, ο οποίος από το μικρό φασιστικό κόμμα του εισήλθε στον ΛΑΟΣ, νομιμοποιήθηκε, επέβαλε την ιδεολογική του ατζέντα, για να μετακινηθεί λίγο αργότερα στη ΝΔ και… ποιος ξέρει αργότερα τι ρόλο θα κριθεί να παίξει.
Η μελέτη αυτή δίνει με καθαρότητα τις τάσεις στην Ακροδεξιά, φωτίζει τις διαχωριστικές γραμμές αλλά και τα κεντρικά στοιχεία που τις ενοποιούν ώστε να είναι χρήσιμη στην κατανόηση των σημερινών εξελίξεων της ελληνικής άκρας Δεξιάς με τους Ανεξάρτητους Ελληνες, τη Χρυσή Αυγή και τον ΛΑΟΣ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ