Μπορούν το Ισλάμ και η Δύση να συνεννοηθούν; Και αν ναι, ποια θα μπορούσε να είναι η γέφυρα για κάτι τέτοιο; Τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να δώσει ο Ιμπραήμ Καλίν. Ο συγγραφέας δεν αποτελεί τυχαία περίπτωση. Επικεφαλής σύμβουλος του πρωθυπουργού της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Καλίν βρίσκεται σε μια θέση που προηγουμένως κατείχε ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών της γείτονος και εμπνευστής της θεωρίας του «στρατηγικού βάθους» Αχμέτ Νταβούτογλου, μέντορας τόσο του Καλίν όσο και άλλων θεωρητικών του ισλαμικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.
Η απάντηση του Καλίν στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική. Ουσιαστικά, μέσα από την ιστορική ανασκόπηση αυτής της δύσκολης ανά τους αιώνες σχέσης Ισλάμ και Δύσης, ο Καλίν επιχειρεί να αναιρέσει τη θέση που διατυπώνει ο άγγλος ποιητής Ράντγιαρντ Κίπλινγκ σε ένα ποίημά του που ο ίδιος αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου. Εγραψε ο Κίπλινγκ: «Η Ανατολή είναι Ανατολή, και η Δύση Δύση,/ Και ποτέ οι δυο τους δεν θα συναντηθούν/ Εως ότου Γη και Ουρανός βρεθούν ενώπιον της Θείας Κρίσεως».

Κατά τον Καλίν τα πράγματα δεν είναι τόσο γραμμικά. Στο παρελθόν οι δύο μεγάλες θρησκείες και οι πολιτισμοί που απορρέουν από αυτές κατάφεραν όχι μόνο να συνεννοηθούν αλλά και να ακμάσουν σε αρμονία. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της συνύπαρξης των δύο πολιτισμών στην Ανδαλουσία όπου για περίπου τέσσερις αιώνες μουσουλμάνοι, χριστιανοί και εβραίοι συνέβαλαν στην οικοδόμηση ενός κοινού πολιτιστικού χώρου. Αυτή η συνύπαρξη διήρκεσε από το 711 ως το 1492 μ.Χ. Ο Καλίν ίσως πάντως να υπερβάλλει λέγοντας ότι «το 1492 η Ευρώπη έχασε την ευκαιρία να γίνει μια πολυθρησκευτική και πολυπολιτισμική κοιτίδα».

Παράδοση και εκσυγχρονισμός
Πέραν όμως της ιστορικής ανασκόπησης, από το βιβλίο του θα πρέπει να συγκρατήσει κανείς την απάντηση που επιχειρεί να δώσει στο δεύτερο ερώτημά του. Πώς θα μπορούσε να υπάρξει μια γέφυρα συνεννόησης μεταξύ Ισλάμ και Δύσης; Η απάντηση έχει μια ιδεολογική/φιλοσοφική και μια πολιτική πτυχή, στην κατανόηση της οποίας βοηθά άριστα και το σημείωμα της μεταφράστριας Μαρίας Βερβερίδου η οποία, ως εμπειρογνώμων του υπουργείου Εξωτερικών, έχει ασχοληθεί επίμονα με τη σύγχρονη Τουρκία.
Ο Καλίν απορρίπτει με εμφατικό τρόπο την άποψη ότι το Ισλάμ αποτελεί πηγή φονταμενταλισμού – θέση που κυριάρχησε στη Δύση μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Στο στόχαστρο του συμβούλου του Ερντογάν μπαίνει το περίφημο όσο και προκλητικό άρθρο του Μπέρναρντ Λιούις που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό «The Atlantic Monthly» ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1990 με τίτλο «Οι ρίζες της μουσουλμανικής οργής». Σε αυτό ο Λιούις, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πρίνστον, υποστήριζε ότι το Ισλάμ είναι εγγενώς συγκρουσιακό και δεσποτικό, άρα δεν μπορεί να στεριώσει εκεί η δημοκρατία.
Ο Καλίν εκτιμά ότι η ισλαμική παράδοση και ο εκσυγχρονισμός μπορούν να συνυπάρξουν. Καλύτερη απόδειξη αυτού δεν υπάρχει από τη σημερινή Τουρκία. Οι κεμαλιστές εκτόπισαν θεσμικά, πολιτικά, ακόμη και… ενδυματολογικά το Ισλάμ, αλλά πλέον αυτό έχει χειραφετηθεί. Το κλειδί δεν ήταν άλλο από μια επιστροφή στις ρίζες του ισλαμικού κόσμου, όπου δεν κυριαρχεί ο φονταμενταλισμός, όπως πολλοί πιστεύουν.
Είναι σαφές ότι η ισλαμική διανόηση έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο ζήτημα της συνεννόησης Ισλάμ και Δύσης. Και η Τουρκία του Ερντογάν επιδιώκει να εκμεταλλευθεί την «αλλαγή παραδείγματος» που εκτυλίσσεται ώστε να μεταμορφωθεί στην ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου συνομιλώντας πλέον ισότιμα με τη Δύση. Ηδη, σε πολιτικό επίπεδο η κυβέρνηση Ομπάμα έχει αναγνωρίσει τον ρόλο αυτόν της Αγκυρας, κάτι που αποδεικνύεται ιδιαίτερα στην περίπτωση της Συρίας.

Η οθωμανική κληρονομιά σήμερα

Ο εξ απορρήτων σύμβουλος του τούρκου πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν, είναι ιδιαίτερα προσεκτικός ώστε να αποφύγει να θέσει τον σημερινό ρόλο της χώρας του στο επίκεντρο του βιβλίου του. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της στη σημερινή παγκοσμιοποίηση ως τον συνεκτικό ιστό σε μια τεράστια περιοχή που αποτελούσε κάποτε την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και αμφισβητεί ευθέως πλέον τον ευρωκεντρισμό, θέση που ενισχύεται από τα προβλήματα που βλέπει ότι αντιμετωπίζει η γειτονική της Ευρώπη. Για τον λόγο αυτόν δεν θεωρεί ότι η ίδια θα κερδίσει από την Ευρώπη, αλλά ότι έχει να προσφέρει στην Ευρώπη – άρα η ένταξή της πρέπει να γίνει με διαφορετικούς όρους.
Επιπλέον, προβάλλει τον εαυτό της ως παράδειγμα εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού για τις αραβικές χώρες που αυτή την περίοδο βιώνουν την Αραβική Ανοιξη. Η οθωμανική κληρονομιά προσφέρει στην Τουρκία την «ήπια ισχύ» που της επιτρέπει να συνδυάζει την ισλαμική παράδοση με τη Realpolitik και να έχει ευρέα περιθώρια κινήσεων. Από το βιβλίο του Καλίν, που στη βάση του είναι ιδεολογικό, άρα και πολιτικό, προκύπτει ότι η σύγχρονη Τουρκία είναι ένα περίπλοκο μόρφωμα, που επιδιώκει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο στον 21ο αιώνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ