Το αντιπροσωπευτικότερο πεζογράφημα του υπαρξισμού – και το αιχμηρότερο μυθιστόρημα του Σαρτρ – είναι βέβαια η Ναυτία (1938), αλλά δίπλα του πρέπει να βάλουμε τη συλλογή διηγημάτων Ο τοίχος, που κυκλοφόρησε έναν χρόνο αργότερα. Γιατί στα πέντε διηγήματα που την αποτελούν εκτίθενται τα κυριότερα θέματα που τον απασχόλησαν σε ολόκληρο το έργο του: το άγχος, η παραίτηση, η ύπαρξη και η ουσία, η αδράνεια και η αναστολή – κυρίως όμως όσα συνιστούν τον πυρήνα της ελευθερίας, δηλαδή της εκλογής και της πράξης.
Στο πρώτο διήγημα, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο, ο ήρωας Πάμπλο Ιμπιέτα βρίσκεται το 1937 σε ένα κελί στις φυλακές του Φράνκο περιμένοντας να τον στήσουν στον τοίχο. Οι φαλαγγίτες τού ζητούν, αν θέλει να σώσει τη ζωή του, να τους πει πού κρύβεται ένας από τους συντρόφους του ονόματι Ραμόν Γκρι. Ο Ιμπιέτα, ο οποίος ψυχικά έχει «πεθάνει» προτού εκτελεστεί, τους λέει ψέματα. Στο τέλος όμως αποδεικνύεται ότι ο σύντροφός του είχε εγκαταλείψει τον κρυψώνα του και κατέφυγε στο μέρος ακριβώς εκείνο που είχε υποδείξει ο Ιμπιέτα στους διώκτες του, οι οποίοι πήγαν εκεί και τον σκότωσαν.
Στο «Δωμάτιο» η πρωταγωνίστρια αρνείται να κλείσει σε ίδρυμα τον σύζυγό της ο οποίος έχει παραφρονήσει. Η ζωή της όμως μαζί του θα χάσει κάθε νόημα. Στον «Ηρόστρατο» ο πρωταγωνιστής, τυπικός μικροαστός, αγοράζει ένα περίστροφο. Σύντομα συνδέεται τόσο στενά μαζί του ώστε σχεδιάζει να σκοτώσει με αυτό έξι αγνώστους, έναν με κάθε σφαίρα.
Στο επόμενο διήγημα, «Οικειότητα», ο Σαρτρ χειρίζεται εκπληκτικά το θέμα της επιθυμίας και της σύγκρουσής της με τη δύναμη των στερεοτύπων που μπορούν να ακυρώσουν τα πάντα. Η πρωταγωνίστρια, ονόματι Λουλού, αποφασίζει να εγκαταλείψει τον σύζυγό της Ανρί για χάρη του εραστή της. Ωστόσο οι τυπικοί ρόλοι της γυναίκας στην κοινωνία των αστών (της νοικοκυράς, της ερωμένης ή της συζύγου) παραμένουν τόσο ισχυροί ώστε ακόμη και όταν η ίδια συνειδητοποιεί πως της στερούν την ελευθερία, δεν έχει τη δύναμη να τους ξεπεράσει.
Το βιβλίο κλείνει με την «Παιδική ηλικία ενός αρχηγού», που έχει μέγεθος νουβέλας. Είναι από τα διεισδυτικότερα πεζογραφήματα όσον αφορά την ψυχολογία και τις ρίζες του φασισμού και αποτέλεσε το πρότυπο για πλήθος παρόμοια κείμενα που ακολούθησαν από άλλους. Δεν θα δυσκολευόταν κανείς να εντοπίσει τις σαρτρικές ρίζες στο πολύ μεταγενέστερο δοκίμιο της Σούζαν Σόντακ Fascinating Fascism (Σαγηνευτικός φασισμός) το οποίο δημοσιεύθηκε το 1974, ή στον Κομφορμίστα (1947) του Αλμπέρτο Μοράβια.
Εδώ ο μικρός Λυσιέν Φλορέ, γιος βιομηχάνου, από πολύ μικρός υποβάλλει το ερώτημα που συναντούμε και σε πλήθος άλλα έργα αιχμής της γαλλικής λογοτεχνίας από τον καιρό ακόμη του Σταντάλ: «Ποιος είμαι;». Χρησιμοποιώντας τα πορίσματα της ψυχανάλυσης ο Σαρτρ περιγράφει τις διαδοχικές φάσεις όχι της ωρίμανσης ενός παιδιού, αλλά της ανάπτυξης ενός ανθρώπινου μορφώματος.
Ο Λυσιέν Φλορέ θα περάσει πρώτα από το κρεβάτι ενός παιδόφιλου, δεν θα γίνει όμως ομοφυλόφιλος. Τι πηγαίνει στραβά με τον ίδιον; Η απάντηση καταργεί, στην ουσία, το ερώτημα: ο Λυσιέν θα γίνει μέλος μιας φασιστικής νεολαιίστικης οργάνωσης και θα οδηγηθεί στη δολοφονία ενός εβραίου. Παρέμενε μικρός, με «όμορφο πεισματάρικο προσωπάκι, που δεν ήταν ακόμη τόσο τρομερό». Αλλά βλέποντας τον εαυτό του μπροστά στον καθρέφτη ενός χαρτοπωλείου το παίρνει απόφαση: θα αφήσει μουστάκι. (Η μεταφορά είναι προφανής: κάπως έτσι θα πρέπει να «γεννήθηκε» και ο Χίτλερ.) Ο συγγραφέας, με τον τρόπον αυτόν τονίζει την άγρια παιδικότητα του φασισμού.

Η καλύτερη μετάφραση

Ο Σαρτρ ευτύχησε να έχει κατά το παρελθόν πολύ καλούς μεταφραστές (Αιμίλιος Χουρμούζιος, Κώστας Σταματίου, Νίκος Φωκάς, Λουκάς Θεοδωρακόπουλος). Υπήρξαν όμως και άλλοι που κακοποίησαν τα κείμενά του. Επιπλέον, είναι δύσκολο να μετρήσει κανείς τις πειρατικές εκδόσεις των βιβλίων του στη χώρα μας στις δεκαετίες του ’60 και του ’70.

Τρεις διαφορετικές μεταφράσεις του Τοίχου (τόσες τουλάχιστον γνωρίζω) υπήρξαν κατά το παρελθόν.

Ευτυχώς η παρούσα μετάφραση της Ειρήνης Τσολακέλλη είναι μακράν η καλύτερη και οι νεότεροι αναγνώστες θα διαβάσουν ένα σημαντικό έργο σε σωστά και ωραία ελληνικά. Αξίζει να τονίσω πως τα διηγήματα αυτά – και ειδικότερα το πρώτο – άσκησαν μεγάλη επίδραση σε έναν από τους δημοφιλέστερους μεταπολεμικούς πεζογράφους μας, τον Αντώνη Σαμαράκη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ