«Τη βλέπετε αυτή την πίπα;» με ρώτησε ενθουσιασμένος ο Αντολφ Μουσγκ υψώνοντας τα πυκνά άσπρα φρύδια του. «Οσο κι αν φαίνεται περίεργο, την πήρα πριν από μερικά χρόνια από ένα ελληνικό μαγαζί στην καρδιά της Ευρώπης». Στα Ανω Πετράλωνα, στον μοντέρνο χώρο των εκδόσεων Δρεπανιά, συναντήθηκα με έναν σύγχρονο «Τιτάνα» – «έτσι μας λένε όταν αρχίζουμε να εξαφανιζόμαστε» – της γερμανόφωνης ελβετικής λογοτεχνίας, άξιο συνεχιστή της παράδοσης των Μαξ Φρις και Φρίντριχ Ντίρενματ.
«Οταν πέρασα από τα ανατολικά σύνορα της Γερμανίας στο Ζγκόρζελετς, το πολωνικό κομμάτι της παραμυθένιας πόλης του Γκέρλιτς από το 1945, προς έκπληξή μου έπεσα πάνω σε κάποια ελληνικά εστιατόρια» εξήγησε ο 78χρονος συγγραφέας. «Πρόκειται για τους εναπομείναντες των κομμουνιστικών οικογενειών που μετέφερε εκεί η Σοβιετική Ενωση στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Κάθε χρόνο, ακόμη και όσοι έφυγαν, μαζεύονται εκεί με αφορμή ένα θεατρικό δρώμενο στην ελληνική γλώσσα, δεν είναι εκπληκτικό;» αναρωτήθηκε ο Μουσγκ, κάτοχος του κορυφαίου βραβείου «Γκέοργκ Μπύχνερ», που ήλθε στην Ελλάδα (για τέταρτη φορά) προκειμένου να παρουσιάσει σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα το πρώτο του βιβλίο στα ελληνικά, Το κίνητρο του Αλμπισερ, για το οποίο τιμήθηκε το 1974 με το βραβείο Ερμαν Εσε.
Πρόκειται για ένα πολυδιάστατο κοινωνικοπολιτικό θρίλερ που, με όπλο το μαύρο χιούμορ και την ψυχαναλυτική θεωρία, σαρκάζει τις λαβυρινθώδεις ψυχώσεις της σύγχρονης αστικής Ευρώπης. Είναι σαν κάποιος να διαβάζει το έργο του Ζίγκμουντ Φρόιντ Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας (1929) και να ξεκαρδίζεται στα γέλια, είπα στον συγγραφέα. «Τέλεια!» μου αντιγύρισε ο Μουσγκ που, εν προκειμένω, παίζει περισσότερο με τη θεωρία της «σκιάς» του εαυτού μας, όπως την ανέπτυξε ο Καρλ Γιουνγκ, αλλά και με τον ζεν βουδισμό, τον οποίο γνώρισε καλύτερα μέσω της γιαπωνέζας συζύγου του.
Είναι ένα μυθιστόρημα που, παρ’ ότι γραμμένο στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, μας φέρνει προφητικά αντιμέτωπους με τις πολλαπλές κρίσεις της σημερινής Ευρώπης, τον ρατσισμό, τη μετανάστευση, τη διαμάχη για την ταυτότητα, την οικονομική και πολιτική αποσύνθεση.

«Απαγγέλλω «Οδύσσεια» από μνήμης»
«Αυτό που γίνεται τώρα με την Ελλάδα αναδεικνύει τη μεγάλη υποκρισία και την έλλειψη πολιτικής τιμιότητας στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι ενθάρρυναν τα δάνεια και την υπερκατανάλωση, πούλησαν τα προϊόντα τους και έβγαλαν πολλά λεφτά. Αίφνης ανακάλυψαν τον ρόλο των δασκάλων, των ηθικολόγων που σηκώνουν το δάχτυλο και ζητούν εξηγήσεις. Νομίζω ότι οι ηγετικές δυνάμεις της Ευρώπης υποκρίνονται μπροστά στο πρόβλημα, τις έχει εγκαταλείψει προ πολλού η Μνημοσύνη». Την τελευταία λέξη, «τη μητέρα των Μουσών», την είπε στα ελληνικά.
Επειτα, «είμαι αλλεργικός με την κυρία Μέρκελ, η οποία προέρχεται από μια κουλτούρα που ήταν φιλελληνική. Αν η Ευρώπη ξεχάσει ότι βγήκε από τα σπλάχνα της Ελλάδας, θα ξεχάσει τον εαυτό της. Εύχομαι περισσότερη κλασική παιδεία στους Γερμανούς και στους Γάλλους, γιατί θα χάσουν την ψυχή τους έτσι όπως την πουλούν» τόνισε ο Μουσγκ.
«Μπορώ να αρχίσω να σας απαγγέλλω από μνήμης την «Οδύσσεια» του Ομήρου απ’ όποιο σημείο θέλετε» με ξάφνιασε ο συγγραφέας ο οποίος λατρεύει και τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» του Σοφοκλή και την Αθήνα του Περικλή. «Είχα έναν εξαιρετικό έλληνα καθηγητή στη Ζυρίχη, φίλο του Ντίρενματ, που ήταν όμως πολύ αυστηρός, μας έβαζε να διορθώνουμε οι ίδιοι τα λάθη μας. Απέτυχα στο διαγώνισμα που μας έβαλε από την «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντος. Δεν διόρθωσα τα λάθη μου. Αντ’ αυτού έγραψα ένα ποίημα. Το διάβασε και μια μέρα, όταν οι άλλοι έγραφαν και πάλι διαγώνισμα, ήρθε στο τελευταίο θρανίο όπου καθόμουν και τα διορθώσαμε μαζί, γραμμή προς γραμμή. Αυτό με συγκίνησε βαθύτατα. Ετσι αγάπησα τα αρχαία ελληνικά και τον ελληνικό πολιτισμό».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ