Στην εποχή του Oθωνα και της βαυαροκρατίας µας µεταφέρει αναπάντεχα ένας επιµεληµένος δίγλωσσος τόµος µε το Yµνος εις την Ελευθερίαν. Πρόκειται για την έκδοση της πρώτης ολοκληρωµένης µετάφρασης του ποιήµατος του ∆ιονυσίου Σολωµού στα γερµανικά, µετάφραση προσαρµοσµένη µάλιστα και στην παρτιτούρα του Νικόλαου Μάντζαρου. Το χειρόγραφο εντοπίστηκε τη δεκαετία του ‘80 στο αρχείο της βιβλιοθήκης του Μουσείου Μπενάκη από τον Γιώργο Λεωτσάκο και έφερε την υπογραφή ενός ξεχασµένου σήµερα γερµανού φιλέλληνα, του Ιωσήφ Μίνδλερ, ο οποίος εισήγαγε τη στενογραφία στην Ελλάδα.

Την αποκρυπτογράφηση της πεπαλαιωµένης γερµανικής γραφής και την έκδοση του έργου ανέλαβε µια κερκυραϊκή, θα λέγαµε, παρέα, ο µουσικολόγος Κωνσταντίνος Ζερβόπουλος, ο φιλόλογος στο Ιόνιο Πανεπιστήµιο Χανς Σλουµ και ο ιστορικός Αντρέας Κέρτσερ. Οι δύο επιστήµονες ανήκουν στη γενιά των Γερµανών που ανακάλυπταν την Ελλάδα µε το σακίδιο στον ώµο τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70, για να παραµείνουν οριστικά δεµένοι µαζί της.

Με ένα απλό σακίδιο είχε φθάσει στην Αθήνα το 1834 και ο νεαρός Ιωσήφ Μίνδλερ έχοντας καταταγεί ως εθελοντής στο βαυαρικό σώµα που συνόδευσε τον πρίγκιπα Οθωνα στην Ελλάδα. Στο Μόναχο είχε αναγκαστεί λόγω ανέχειας να διακόψει τις σπουδές του: στην πατρίδα του οι αρχές ήταν αµείλικτες µε την προοδευτική νεολαία της εποχής και το ελληνικό πείραµα του βαυαρικού θρόνου πρόσφερε ένα όραµα.

Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν µόνο οι διανοούµενοι φιλέλληνες, υπήρχαν και οι πολλοί απλοί και συµπαθητικοί τυχοδιώκτες που αναζητούσαν µια καλύτερη οικονοµική µοίρα σε µια νέα κοινωνία. Και η µεταφορά στο κλίµα του «λαϊκού» φιλελληνισµού του 19ου αιώνα καθιστά το βιβλίο αυτό συναρπαστικό για ένα ευρύτερο κοινό. Η έκδοση της δυναµικής και για την εποχή της χαρισµατικής µετάφρασης του Υµνου εις την Ελευθερίαν από τον Μίνδλερ είναι λιγότερο χρηστική για τον µέσο αναγνώστη. Πολλαπλά χρήσιµη είναι αντίθετα η περιήγηση στην Αθήνα του 19ου αιώνα, όταν οι βαυαροί «µιλόρδοι» κάπνι ζαν ναργιλέ και έπιναν ρετσίνα.

Ο Οθωνας και η στενογραφία

Ο Μίνδλερ παντρεύτηκε το 1840 την Ελένη Ηλιάκη Ρενιέρη της γνωστής οικογένειας και εκτός αυτού ήταν φίλος του ο προσωπικός πνευµατικός της βασίλισσας Αµαλίας. Ετσι δεν συγχρωτιζόταν µε τους µεροκαµατιάρηδες Βαυαρούς που ζούσαν στο σηµερινό Νέο Ηράκλειο. Ανήκε στους εκλεκτούς που κινούνταν µεταξύ Ακαδηµίας και Πανεπιστηµίου και είχαν στενές σχέσεις µε την ανώτερη ελληνική τάξη. Παρ’ όλα αυτά αναγκάστηκε µαζί µε πολλούς Βαυαρούς να εγκαταλείψει την Αθήνα µετά την εξέγερση της 3ης Σεπτεµβρίου µε αίτηµα τη συνταγµατική µοναρχία.

Οταν το 1844 ο Νικόλαος Μάντζαρος απέστειλε στον Οθωνα την παρτιτούρα του µελοποιηµένου ύµνου του Σολωµού, ο βασιλιάς την έστειλε αµέσως στη βαυαρική αυλή. Η παρτιτούρα διαβιβάστηκε στον Μίνδλερ, ο οποίος κετείχε µια θέση στο βαυαρικό ∆ηµόσιο, και έτσι προχώρησε στη µετάφραση. Να ήθελε άραγε ο Οθων µια έγκυρη απόδοση στα γερµανικά προτού παρασηµοφορήσει τον Μάντζαρο τον Ιούνιο του 1845; Το βέβαιο είναι ότι ο Μίνδλερ επανήλθε στην Ελλάδα µε την οικογένειά του το 1856, οπότε και διορίστηκε καθηγητής Στενογραφίας στο Πολυτεχνείο µε τον αστρονοµικό µισθό των 200 δραχµών τον µήνα. Προηγουµένως είχε µεταφέρει στα ελληνικά το γερµανικό στενογραφικό σύστηµα του Γκαµπελσµπέργκερ. Λίγα χρόνια αργότερα η στενογραφία άρχισε να εδραιώνεται στην Ελλάδα και ο Μίνδλερ διορίστηκε προϊστάµενος του γραφείου στενογράφησης της Βουλής. Παρέµεινε στην Ελλάδα ακόµη και µετά την εκδίωξη του Οθωνα, το 1862. Πέθανε στην Αθήνα το 1868 και οι γιοι του συνέχισαν τη δουλειά στο γραφείο στενογράφησης, ο Μάρκος Μίνδλερ µάλιστα παρέµεινε σε αυτή τη θέση ως το 1937. Το αρχοντικό τους στην Πατησίων καταστράφηκε στα ∆εκεµβριανά και οι λιγοστοί Μίντλερ που ζουν σήµερα στην Αθήνα έχουν αποκοπεί από την ιστορία της οικογένειας.

«Ο ελληνικός λαός έχει µια αρετή, την υποµονή»

Σήμερα μοιάζει με ιστορική ειρωνεία ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ιωσήφ Μίνδλερ υπήρξε θύμα σκληρών περικοπών που του επιβλήθηκαν ταυτόχρονα από το βαυαρικό και το Ελληνικό Δημόσιο. Για λόγους οικονομίας λοιπόν απολύθηκε από το Πολυτεχνείο, όπου και καταργήθηκε η έδρα Στενογραφίας. Αλλά και η βαυαρική του σύνταξη περικόπηκε κατά το ένα τρίτο, αφότου η Ελλάδα θεωρούνταν πλέον χώρα του εξωτερικού. Διατήρησε βέβαια τη θέση του ως στενογράφου στην ελληνική Βουλή, αλλά όταν άρχισε να μην ακούει καλά του έδωσαν σύνταξη 75 δραχμών, την οποία αφαιρούσαν από τον μισθό του γιου του που έκανε την ίδια δουλειά στο Κοινοβούλιο!

Οι ανέκδοτες ως σήμερα επιστολές του γηραιού Μίνδλερ σε έναν φίλο του που εντοπίστηκαν σε αυστριακό αρχείο αποτελούν πραγματικό θησαυρό.

Γράφει, για παράδειγμα, στα τέλη του 1865: «Πρέπει τώρα να πάω να ψωνίσω και μετά να πάω στη Βουλή για να ξανακούσω τις ομιλίες περί πατριωτισμού, αυταπάρνησης, αρετών του λαού και τα παρόμοια. Ναι, πραγματικά, ο ελληνικός λαός έχει μια αρετή, την υπομονή, αλλιώς ο Παντοδύναμος θα είχε βουλώσει προ πολλού το στόμα όλων αυτών των παλικαράδων». Λες και ήταν χθες…

Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράµµατος της Deutsche Welle.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ