Ο Στέφανος Δενδρινός είναι γνήσιο τέκνο της γενιάς του Πολυτεχνείου. Με ιστορικό βασανισµού τον Νοέµβριο του 1973 στο κολαστήριο του Επταπυργίου στη Θεσσαλονίκη, θα ακολουθήσει µια φιλόδοξη ακαδηµαϊκή καριέρα στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Η µαταιοδοξία του ωστόσο δεν θα αργήσει να φωτίσει τα πάντα µε την απατηλή της λάµψη. Ο Δενδρινός θα µπλεχτεί σε ένα σκάνδαλο προµηθειών του πανεπιστηµίου και θα καταλήξει να βρεθεί νεκρός από άγνωστο χέρι.

Το πρώτο µυθιστόρηµα του Μάκη Καραγιάννη είναι µια τοιχογραφία της Μεταπολίτευσης, η οποία απλώνει τα φτερά της ως την κατοχική Θεσσαλονίκη µε το πογκρόµ των ναζιστών κατά των εβραίων. Γύρω από το πρόσωπο του Δενδρινού θα συγκεντρωθούν όλες οι παθογένειες που αναπτύχθηκαν στο σώµα της ελληνικής κοινωνίας τα 30 τελευταία χρόνια: η δηµόσια ρεµούλα και ο παράνοµος ιδιωτικός πλουτισµός, η πανεπιστηµιακή διαφθορά, ο άγριος καταναλωτισµός, η διαπλοκή της παραοικονοµίας µε ποικίλα κυκλώµατα εξουσίας, η αδίστακτη εκµετάλλευση των µεταναστών, η πατριδοκαπηλία.

Ο κόσµος τον οποίο απεικονίζει το µυθιστόρηµα δεν φθάνει ως τις ηµέρες µας, αλλά ο αφανισµός του κεντρικού ήρωα αντανακλά την πορεία που έριξε στον άπατο τωρινό γκρεµό τις φιλοδοξίες και τις αυταπάτες όχι µόνο της γενιάς του Πολυτεχνείου, αλλά και του µεταπολιτευτικού τοπίου στο σύνολό του. Στο Ονειρο του Οδυσσέα οι συνθήκες του αποθηριωµένου ατοµικισµού θα προαναγγείλουν την κρίση ως οργανική νόσο του συστήµατος.

Το βιβλίο του Καραγιάννη δεν είναι άµοιρο τεχνικών προβληµάτων. Τα χρονικά επίπεδα της δράσης δεν επικοινωνούν πάντα λειτουργικά µεταξύ τους και κάποια σκηνοθετικά ευρήµατα µοιάζουν πλεοναστικά.

Παρ’ όλα αυτά ο συγγραφέας διαθέτει περισκοπική µατιά, οι χαρακτήρες του αποδεικνύονται ανάγλυφοι (µολονότι όχι περίπλοκοι) και οι ρυθµοί του επιταχύνονται ή επιβραδύνονται όπου δει. Το κυριότερο: ο συγγραφέας επιχειρεί την ανατοµία µιας κοινωνίας σε βαθιά και παρατεταµένη σήψη, χωρίς η φωνή του να παρασυρθεί ούτε µία φορά στην καταγγελία.

Το όνειρο του Οδυσσέα είναι επίσης ένα πολυσυλλεκτικό µυθιστόρηµα, που δεν ψαρεύει ποτέ σε θολά νερά. Το βιβλίο του εκκινεί ως πανεπιστηµιακό µυθιστόρηµα, αποκαλύπτοντας τη διάβρωση και τα παιχνίδια συναλλαγής στο εσωτερικό του ανώτατου εκπαιδευτικού θεσµού, για να κλείσει εν συνεχεία το µάτι στο ιστορικό µυθιστόρηµα µε την περιπλάνησή του στους εργατικούς και σοσιαλιστικούς κύκλους της προπολεµικής Θεσσαλονίκης, αλλά και σε ό,τι συνέβη στην πόλη µετά το ξέσπασµα του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου.

Από το βιβλίο δεν λείπει ούτε η διάσταση του αστυνοµικού και του κοινωνικού µυθιστορήµατος, µε τις στριπτιζέζ και τους µαστροπούς να αναλαµβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε µιαν αφήγηση που δεν παύει να υπενθυµίζει στον αναγνώστη τον επινοηµένο χαρακτήρα της. Μόνο ο έρωτας απουσιάζει εσκεµµένα, παραµένοντας άλλοτε ένα συµβόλαιο σιδηρών συµφερόντων και άλλοτε ένας στυφός δισταγµός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ