Από τη µία πλευρά είναι η Παλιά Πόλη, η ιστορική τειχισµένη χερσόνησος της Επταλόφου, µε την Αγία Σοφία ως αιώνιο σύµβολο, και από την άλλη οι νεότερες συνοικίες της Περαίας, ο Γαλατάς και το Πέραν. Ανάµεσά τους µόνιµη διαχωριστική γραµµή ο Κεράτιος Κόλπος. Μια γέφυρα το 1912 τις ένωσε αλλά το χάσµα παρέµεινε αβυσσαλέο. Μόνο που οι συσχετισµοί άλλαξαν στο µεταξύ.

Στο παρελθόν το επίκεντρο της πολιτικής ζωής βρισκόταν στην Παλιά Πόλη, από όπου οι οθωµανοί σουλτάνοι κυβερνούσαν µακαρίως την αυτοκρατορία τους, ενώ έξω από τα τείχη ήταν οι ύποπτες πολύβουες γειτονιές των παζαριών και οι συνοικίες των µη µουσουλµάνων εµπόρων – Εβραίων, Ελλήνων, Αρµενίων, Λεβαντίνων. Σήµερα συµβαίνει το αντίθετο: έξω από τα τείχη βρίσκεται το κέντρο της αστικοποιηµένης, κοσµικής, δυτικότροπης, αστικής τάξης των «λευκών Τούρκων», ενώ τα παζάρια πέρασαν στην Παλιά Πόλη. Επαρχιώτες πραµατευτάδες έγιναν νεόπλουτοι και ένα λούµπεν προλεταριάτο συνωστίζεται γύρω από τα Χερσαία τείχη. Είναι µια «απαγορευµένη πόλη» όπου κανείς (νεο)αστός Πολίτης δεν πάει να µείνει, ενώ η περιοχή απασχολεί τη δηµοσιότητα µόνο όταν έρχεται στο φως κάποια ιστορία φρίκης από τα γκέτο και τις φτωχογειτονιές της.

Ούτε ο συγγραφέας πήγε να µείνει εκεί. Επί επτά χρόνια περιδιαβάζει την Πόλη, παλιά και νέα, ξανά και ξανά, διαβάζει και καταγράφει τις εµπειρίες του προκειµένου να διασώσει τις τελευταίες µνήµες πριν από τον καιρό της «∆εύτερης Αλωσης». Εκείνοι που καθόρισαν την όψη της Πόλης τού χθες είναι οι µεγάλοι απόντες τού σήµερα, διαπιστώνει. Φαίνεται όµως ότι οι «χαµένοι Πολίτες» δεν πήραν µαζί τους φεύγοντας τον χαρακτήρα της πόλης, άφησαν ανέπαφη την ψυχή της. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει ότι η σηµερινή Ιστάνµπουλ, όπως προφέρεται στα τουρκικά, είναι µια πόλη των απόντων αλλά το θεωρεί ένα ακόµη στάδιο στη µακραίωνη µετεξέλιξή της. ∆ηλώνει αµετανόητος νεο-Πολίτης. Και ας έχει γεννηθεί στην Αθήνα. Πώς µια πρωτεύουσα αυτοκρατορική, του ενός εκατοµµυρίου κατοίκων το 1900, έδωσε τη θέση της στην Ιστάνµπουλ των 17 εκατοµµυρίων του 2010, της άναρχης δόµησης και της ρύπανσης; Πώς εξαναγκάστηκαν σε φυγή οι γηγενείς που δεν «ταυτίζονταν» µε τα νέα «εθνικά ιδεώδη»; Πόσο επηρεάστηκε από την απουσία τους η περίφηµη «πολίτικη κουλτούρα» την οποία οι τούρκοι αστοί πασχίζουν µε αµφίβολη επιτυχία να διαιωνίσουν; Πώς κατακλύστηκε η Πόλη από τους επαρχιώτες της Ανατολίας και του Πόντου και τι επίπτωση είχε η πληθυσµιακή αλλοίωση στην όλη αστική ταυτότητα; Σε όλα αυτά δίνει απαντήσεις ο Μασσαβέτας.

Να πάµε στα Ταταύλα

Με στοχαστική διάθεση πραγµατοποιούνται οι περιηγήσεις του Αλέξανδρου Μασσαβέτα, συχνά µε τα πόδια: στην Αγία Σοφία, η οποία από κοντά όχι µόνο δεν αιωρείται αλλά σε πλακώνει, στις Βλαχέρνες, που ήταν ένα είδος Βερσαλλιών για την αυτοκρατορία των Κοµνηνών και σήµερα είναι µια φτωχογειτονιά µε παράγκες, ξύλινα σπιτάκια και το απαραίτητο δορυφορικό «πιάτο» στη στέγη, στον τουρκοµαχαλά της Παλιάς Πόλης Zeirek µε τα 525 κονάκια υπό ανακαίνιση και τα καφασωτά παράθυρα για να µπορούν οι µουσουλµάνες να χαζεύουν την κίνηση στον δρόµο χωρίς να φαίνονται. Στον Γαλατά, κάποτε φραγκολεβαντίνικο θύλακο µέσα στην Ανατολή , άντρο των µποέµ και των ψευδο-µποέµ σήµερα, ένα ακόµη φυτώριο «αστικής ανάπλασης». Τη λεωφόρο Ταρλάµπασι µε τα τριτοκοσµικά µπαρ, τις ανατολικοευρωπαίες κονσοµατρίς και τους κούρδους γκέι ζιγκολό, ανάµεσα στο Σταυροδρόµι και στο ρέµα των Ταταούλων.

Σε καµία άλλη συνοικία του κέντρου δεν επικρατεί τόσο έντονο µίσος µεταξύ των οµάδων που τη συγκροτούν, µε κορωνίδα το µίσος όλων για τις τραβεστί και τους αφρικανούς µετανάστες. Ρωµιός δεν υπάρχει κανείς πια. Το «πολυπολιτισµικό» παρελθόν ανακαλύπτεται εκ νέου, κάποιες γειτονιές ανακηρύσσονται «ιστορικές» και ο κίνδυνος της «ανάπλασης» πλανάται ως φάντασµα πάνω από την Πόλη. Ο Αλέξανδρος Μασσαβέτας σηµειώνει ότι τα σχέδια «αστικής ανάπλασης» του εθνικιστή δηµάρχου Νταλάν συνιστούσαν απόπειρες εθνοκάθαρσης του αστικού τοπίου, «ασκήσεις µνηµοκτονίας». Ο συγγραφέας περιγράφει όλη αυτή την Πόλη µε δύναµη και πρωτοτυπία. ∆εν περιγράφει µόνο το τοπίο και τις αλλαγές του αλλά και τους ανθρώπους, τους ζωντανούς ανθρώπους τού σήµερα µα και όσους στοίχειωσαν την ιστορία. Χάρτες και δεκάδες έγχρωµες και ασπρόµαυρες φωτογραφίες συµπληρώνουν την έκδοση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ