«1802. Θάλασσα των Αντιλλών. Ο Ναπολέων επαναφέρει τη δουλεία»: «Κοπάδια από αγριόπαπιες συνοδεύουν τον γαλλικό στρατό. Τα ψάρια φεύγουν τροµαγµένα. Τα πλοία κατευθύνονται προς τα γαλάζια βουνά της Αϊτής, µέσα από τη γαλαζοπράσινη θάλασσα µε τα κοράλλια. Σε λίγο θα φανεί στον ορίζοντα η γη των ελεύθερων σκλάβων. Ο στρατηγός Λεκλέρκ βρίσκεται επικεφαλής του στόλου. Η σκιά του, ίδιο ακρόπρωρο, σκίζει πρώτη τα κύµατα […]».

Ηταν (ηµιτελής) µία από τις 359 αλληγορικές ιστορίες στον δεύτερο τόµο της επικής τριλογίας του Εδουάρδο Γκαλεάνο Μνήµη της φωτιάς. Εχουµε ήδη έρθει σε επαφή στον πρώτο τόµο, Η Αρχή, µε τους µύθους της προκολοµβιανής Αµερικής και µε τον συνταρακτικό αντίκτυπο από το ταξίδι του Κολόµβου στη Νέα Γη. Η κοινωνία πλέον χωρίζεται σε αυτούς που όλα τα µπορούν και σε εκείνους που όλα τα κάνουν. Τα πράγµατα γίνονται ακόµη πιο ενδιαφέροντα στον δεύτερο τόµο. Τα πρόσωπα και οι µάσκες για την περίοδο από το 1700 ως το 1900, οπότε οι λαοί της αµερικανικής ηπείρου πετούν τις µάσκες που τους έχουν επιβάλει οι αποικιοκράτες, αναζητούν την πραγµατική τους ταυτότη τα και κατακτούν την ανεξαρτησία τους. Η επανάσταση των καταπιεσµένων πληθυσµών, οι χαµένοι πολιτισµοί των Αζτέκων, των Ινκας και των Μάγιας και ο αφανισµός χιλιάδων ανθρώπων προβάλλουν και πάλι στην καρδιά των αφηγήσεων, αλλά αυτή τη φορά προστίθενται οι πρώτες τάσεις επεκτατισµού από τις ανεξάρτητες πλέον ΗΠΑ, το µακρινό ταξίδι των αφρικανών σκλάβων προς την κόλαση της Νέας Γης και σηµάδια ότι η κοινωνία µετατοπίζεται σιγά σιγά προς τη σύγχρονη εποχή.

Από τον Ροβινσώνα Κρούσο στον Καρλ Μαρξ

Η αφήγηση του Γκαλεάνο ανασύρει µύθους, προφητείες και ιστορικά γεγονότα, περνάει από τις µνήµες του παρελθόντος στο παρόν, συνθέτει ποίηση, δηµοσιογραφία και δοκίµιο σε ένα µοναδικό αµάλγαµα ιστοριογραφίας.

∆εκάδες εµβληµατικές φιγούρες ξεπηδούν ανάµεσα σε απλούς ανθρώπους, επαναστάτες, µεταρρυθµιστές, ευρωπαίους οραµατιστές, χοιροβοσκούς που εξασκούνται για να γίνουν δικτάτορες, ιεραποστόλους που µετατρέπονται σε χρυσοθήρες, πόρνες που καταφθάνουν µαζί µε τους κατακτητές. Συναντούµε τον αληθινό Ροβινσώνα Κρούσο, ο οποίος ονοµαζόταν Αλεξάντερ Σέλκερκ και ήταν Σκωτσέζος που έφτασε στις ακτές του Βαλπαραΐσου µε την αποστολή του πειρατή Γουίλιαµ Ντάµπιρ, τον Καρλ Μαρξ που δεν είχε διαφωνήσει µε τον Ενγκελς όταν αυτός χειροκρότησε την εισβολή των ΗΠΑ στο Μεξικό γιατί πίστευε πως µε αυτόν τον τρόπο οι µεξικανοί αγρότες θα γίνονταν άξιοι προλετάριοι, τον Λεβί Στράους, Βαυαρό που έφτασε στα ορυχεία της Καλιφόρνιας και έγινε ιδρυτής της οµώνυµης φίρµας παντελονιών, αλλά και τον κατασκευαστή της Κόκα-Κόλα Τζον Πέµπερτον, που σίγουρα θα γελούσε αν του έλεγαν το 1886 στην Ατλάντα ότι η εφεύρεσή του θα γίνει το σύµβολο του επόµενου αιώνα.

Ευθείες πολιτικές αναφορές αστράφτουν κάθε τόσο όπως στην ιστορία «1839. Κοπάν. Η ιερή πόλη πουλιέται για πενήντα δολάρια»: «Και την αγοράζει ο Τζον Λόιντ Στίβενς, πρεσβευτής των Ηνωµένων Πολιτειών στην Κεντρική Αµερική. Πρόκειται για την πόλη Κοπάν των Μάγια, µέσα στη ζούγκλα, στην άκρη ενός ποταµού, στην Ονδούρα». ∆εν λείπουν τα αστεία περιστατικά της Ιστορίας στο «1785. Βερσαλλίες. Η πατάτα γίνεται µεγάλη κυρία», όπου η τιµηµένη από τους Ινδιάνους πατάτα συναντά την περιφρόνηση των Ευρωπαίων. Ωσπου ένας δαιµόνιος Γάλλος, ο Αντουάν Παρµαντιέ, διοργανώνει µια δεξίωση στο Παρίσι και προσφέρει στους εκλεκτούς καλεσµένους ένα µενού αποκλειστικά µε πατάτες: «Ο βασιλιάς Λουδοβίκος, που δεν θα αργήσει να χάσει το κεφάλι του, τον αγκαλιάζει. Ολόκληρη η γαλλική αριστοκρατία παρευρίσκεται στην αποθέωση της πατάτας στη χώρα όπου η τέχνη της γαστρονοµίας είναι η µοναδική θρησκεία δίχως άθεους».

Στον τρίτο τόµο, ο οποίος αναµένεται από τις Εκδόσεις Πάπυρος µέσα στο 2012, η αγγλική και η γαλλική αποικιοκρατία δίνουν τη θέση τους στον διαρκώς ογκούµενο αµερικανικό ιµπεριαλισµό από τον 17ο ως τον 20ό αιώνα. Και ενώ οι οικονοµικές και επεκτατικές πολιτικές µοιάζουν «καινούργιες» στα µάτια των εµπνευστών τους, ο Γκαλεάνο µάς δείχνει ότι ουσιαστικά έχουµε το ίδιο µοτίβο: την καταστροφή και εκµετάλλευση ολόκληρων πολιτισµών για να γίνουν κάθε φορά δέκα άνθρωποι πλούσιοι και δέκα άλλοι ισχυροί.

Ο,τι δεν έχει ακόµη γραφτεί

Παρ’ ότι η τριλογία Μνήμη της φωτιάς καταγράφηκε ως ιστορικό βιβλίο, ο Εδουάρδο Γκαλεάνο όχι μόνο ουδέποτε δήλωσε ιστορικός, αλλά έχει εκφράσει και την απαρέσκειά του για το είδος: στο σχολείο έβλεπε το μάθημα της Ιστορίας σαν επίσκεψη σε μουσείο κέρινων ομοιωμάτων. «Ας ανοίξουμε την Ιστορία: για ό,τι δεν έχει ακόμη γραφτεί, ας ψάξει ο καθένας μέσα στη δική του μνήμη» μας παροτρύνει.

Γεννημένος το 1940 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης, εκπατρίστηκε από τη χώρα του και από την Αργεντινή, όπου κατέφυγε για πολιτικούς λόγους, για να γίνει ένας από τους πιο διάσημους λατινοαμερικανούς συγγραφείς. Επαινέθηκε για το κριτικό του πνεύμα και για τον τρόπο να ανατέμνει τα προβλήματα του κόσμου και να εκφράζει την αγωνία των καταπιεσμένων χωρίς να γίνεται καταθλιπτικός, αφήνοντας πάντοτε μια πίσω πόρτα ανοιχτή για αισιοδοξία και για ένα όραμα ανθρώπινης κοινωνίας.

Τα βιβλία του εκδίδονται και επανεκδίδονται σε όλον τον κόσμο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ