Τον Μάρτιο του 2008 ο Τζούλιαν Μπαρνς εξέδωσε το αφήγηµα «Χωρίς να φοβάµαι τίποτα πια», µια προσπάθεια να διερευνήσει µε ποιον τρόπο οι άνθρωποι διαχειρίζονται την αναπόδραστα θνητή φύση τους, αν υπάρχει και σε τι µας ωφελεί ο Θεός, αν η τέχνη είναι η πιο ισχυρή παρηγοριά που µας απέµεινε. Οκτώ µήνες αργότερα η γυναίκα µε την οποία µοιράστηκε σχεδόν 30 χρόνια ζωής, η αγαπηµένη του σύζυγος (και επιτυχηµένη λογοτεχνική ατζέντισσα) Πατ Κάβανα, πέθανε εξαιτίας ενός όγκου στον εγκέφαλο.

Εκτοτε, ο 65χρονος συγγραφέας, που πριν από λίγες ηµέρες κέρδισε το Βραβείο Μπούκερ 2011, περιφέρεται κάτω από τον βαρύ ίσκιο της απώλειας, σκέφτεται και γράφει διυλίζοντας την προοπτική του θανάτου. Μέσα στο 2011 εξέδωσε δύο βιβλία, τον Μάιο τη συλλογή διηγηµάτων Pulse για τη γλυκόπικρη περιπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων και τον περασµένο Αύγουστο τη νουβέλα The Sense Of An Ending, για την οποία απέσπασε το σηµαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο του αγγλοσαξονικού κόσµου.

Αν ισχύει ότι η µεγάλη λογοτεχνία καταπιάνεται µε δύο θέµατα, τον έρωτα και τον θάνατο, το Βραβείο Μπούκερ 2011 φαίνεται να βρίσκει τον Μπαρνς στο απόγειο της δηµιουργικότητάς του. Λίγοι συγγραφείς έχουν προχωρήσει µε τέτοια θαρραλέα συνέπεια και χωρίς αισθητικές εκπτώσεις την κοπιαστική εµβάθυνση στην απώλεια και στον κοινόχρηστο για τους ανθρώπους φόβο του θανάτου.

Λίγοι έχουν καταπιαστεί τόσο εκτεταµένα στη σύγχρονη λογοτεχνία µε τη σφυγµοµέτρηση της µνήµης, την αδυναµία της αλλά και την απρόβλεπτη δυναµική της. Η Στέλλα Ρίµινγκτον, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, τόνισε ότι «το βιβλίο αυτό µιλάει στον άνθρωπο του 21ου αιώνα» και επιπλέον ότι «έχει τα χαρακτηριστικά ενός µυθιστορήµατος που θα γίνει έργο αναφοράς στην αγγλική λογοτεχνία». Ηταν η τέταρτη φορά (έπειτα από έντεκα µυθιστορήµατα) που ο Μπαρνς ήταν υποψήφιος στη βραχεία λίστα. Θα µιλούσαµε για µεγάλο ατόπηµα αν, στο πλαίσιο µιας ιδιότυπης επετηρίδας, ο Μπαρνς δεν βραβευόταν ποτέ από τη στιγµή που συγγραφείς όπως ο περυσινός νικητής Χάουαρντ Τζέικοµπσον βραβεύονται µε σχετική ευκολία για ένα µέτριο πόνηµα όπως Η περίπτωση Φίνκλερ.

«Ταγµένος» στον Φλοµπέρ

Οι Βρετανοί είναι πεπεισµένοι ότι ο Τζούλιαν Μπαρνς είναι ο πιο «ευρωπαίος» συγγραφέας που διαθέτουν στο Μεγάλο Νησί. Από την άλλη µεριά οι Γάλλοι, δηλαδή οι Ευρωπαίοι που τον διαβάζουν περισσότερο από όλους τους υπολοίπους, ισχυρίζονται ότι τους αρέσει ακριβώς επειδή είναι «τόσο Βρετανός».

Ο ίδιος έχει απαντήσει ευρηµατικά εδώ και µερικά χρόνια λέγοντας ότι «πιθανότατα είµαι αγκυροβοληµένος κάπου ανάµεσα στα στενά της Μάγχης». Η αγάπη για τη Γαλλία και το πάθος για τη λογοτεχνία της καλλιεργήθηκαν από τα πρώτα του διαβάσµατα. Η στιγµή που ανακάλυψε τον Γκυστάβ Φλοµπέρ αποδείχθηκε καταλυτική. Ο τελευταίος έχει διαµορφώσει σε µεγάλο βαθµό το έργο του αλλά και την άποψή του για την αισθητική της γραφής. «Αν ο κόσµος έπρεπε να διαιρεθεί ανάµεσα στους θαυµαστές του Μπαλζάκ και τους αντίστοιχους του Φλοµπέρ, τότε σίγουρα θα ανήκα στους δεύτερους» έχει αποκαλύψει ο συγγραφέας που έµελλε να γίνει ευρέως γνωστός και να καθιερωθεί διεθνώς µε το πολυβραβευµένο µυθιστόρηµά του «Ο παπαγάλος του Φλωµπέρ» (1984).

Ενας άγγλος συνταξιούχος γιατρός που έχει χάσει πρόσφατα τη γυναίκα του κατασκευάζει µια πρωτότυπη βιογραφία του συγγραφέα τής «Μαντάµ Μποβαρί» µε ασήµαντες λεπτοµέρειες της ζωής του, ενώ ταυτόχρονα αναµετράται µε τη δική του. Στο δωµάτιο µε τις ψηλές βιβλιοθήκες όπου εργάζεται ο Μπαρνς, σε ένα ντελικάτο σπίτι του βόρειου Λονδίνου, υπάρχει κρεµασµένο στον τοίχο ένα σύντοµο αυθεντικό γράµµα του Φλοµπέρ, δώρο από τους εκδότες του όταν τα βιβλία του ξεπέρασαν το ένα εκατοµµύριο πωλήσεις στις χαρτόδετες εκδοχές τους.

Το βιβλίο The Sense Of An Ending κυκλοφόρησε στα αγγλικά από τις εκδόσεις Jonathan Cap. Στα ελληνικά θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Μεταίχμιο στις 21 Νοεμβρίου 2011 με τον τίτλο «Ενα κάποιο τέλος» σε μετάφραση του Θωμά Σκάσση.

Μια αυτοκτονία και ένα ηµερολόγιο

Ο Τζούλιαν Μπαρνς, ο οποίος, όπως έχει επισημάνει η κριτική, έγραφε για τον θάνατο με μεγάλη ωριμότητα από πολύ νέος, διάγει μια περίοδο δημιουργικής μοναξιάς. Στο νέο του βιβλίο ο Τόνι Γουέμπστερ και ο Αντριαν Φιν γνωρίζονται στο σχολείο και γίνονται φίλοι. Μοιράζονται τις ανησυχίες της αφυπνισμένης σεξουαλικότητάς τους και επιπλέον το πάθος για τα κορίτσια και το διάβασμα τη δεκαετία του 1960. Ορκίζονται ότι θα μείνουν φίλοι για πάντα. Ο Αντριαν όμως αυτοκτονεί. Ηταν ένα παράξενο και έξυπνο παιδί που αγαπούσε τη φιλοσοφία και την Ιστορία. Ο Τόνι, μεσήλικος πια, λαμβάνει ένα γράμμα από έναν δικηγόρο: πληροφορείται ότι ο Αντριαν εδώ και 40 χρόνια έχει αφήσει στον ίδιο το προσωπικό του ημερολόγιο και μέσα από τις σελίδες του τον αναγκάζει να σκεφτεί τι έκανε τελικά με τη ζωή του, να στοχαστεί πώς έζησε ως τώρα – ό,τι δηλαδή κανένας άνθρωπος δεν πρόκειται να αποφύγει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ