«Ο Γέρος ήταν πέρα για πέρα σαλάο, που πάει να πει δεν µπορούσε να γίνει πιο άτυχος».

(Ο γέρος και η θάλασσα)

Ποιο είναι το πεπρωµένο ενός σαλάο που όµως παραµένει σπινθηροβόλος και αδάµαστος; Ποιο είναι το πεπρωµένο ενός έργου που παλεύει να µείνει ζωντανό; Ποιο είναι το πεπρωµένο ενός συγγραφέα εκπροσώπου (σύµφωνα µε τον ορισµό της Γερτρούδης Στάιν) µιας χαµένης γενιάς, που όµως κοιτάζοντας λοξά στα παλαιά και στα µελλούµενα, δεν δίστασε να δηλώσει «σκεφτόµουνα ότι όλες οι γενιές µέσα από κάποιο πράγµα είναι χαµένες» («Το Παρίσι είναι µια Γιορτή»); Μέσα από τι πράγµα, Ερνεστ; Ποιος είναι ο δικός σου ο χαµός;

Λες «αν δυο άνθρωποι αγαπιούνται δεν µπορεί να υπάρξει ευτυχισµένο τέλος». Ποιοι είναι οι δυο άνθρωποι; Εσύ και η ζωή; Ο αδάµαστος, σπινθηροβόλος σαλάο δεν θα µπορούσε να έχει ευτυχισµένο τέλος. Ισως γιατί εκπλήρωσε µε το παραπάνω τον όρο της συντριβής του.

Στην κόψη του ξυραφιού

Η ζωή του ένας θρύλος. Ζωή και έργο σφιχταγκαλιασµένα σε έναν ξέφρενο, θανάσιµο χορό, µε ρούµι, µουσικές µεθυστικές, άγρια ζώα, σαφάρι, µάχες, οβίδες, ένταση. «Ζω σηµαίνει µαθαίνω κάθε στιγµή τα µυστικά του θανάτου». «Ζω σηµαίνει να µη χορταίνω αυτό που ζω». Λες να ήταν αυτή η πρώιµη προσευχή του µικρού αγοριού που γεννήθηκε το 1899 στο Οουκ Παρκ του Ιλινόι, κοντά στην πόλη του Σικάγου; Γιος του γιατρού και ερασιτέχνη ψαρά και κυνηγού Κλάρενς Εντµοντς Χεµινγουέι και της βικτωριανών αρχών Γκρέις Χολ.

Μια ζωή στην κόψη του ξυραφιού. Τα πεδία µάχης ασκούν πάνω του µια παράξενη γοητεία. Εθελοντής τραυµατιοφορέας στον ιταλικό Στρατό στον Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο. Εγκαθίσταται στο Παρίσι όπου εργάζεται ως ανταποκριτής σε αµερικανικές εφηµερίδες καλύπτοντας µεταξύ άλλων και τη Μικρασιατική Καταστροφή, πολεµιστής στον Ισπανικό Εµφύλιο, συµµετέχει στην απόβαση της Νορµανδίας. Πόλεµοι, ταξίδια, περιπλανήσεις. Από µάχη σε µάχη, από έρωτα σε έρωτα, από βιβλίο σε βιβλίο.

Σαν δίδυµα ερωτευµένα σιαµαία αδέλφια η ζωή και το έργο του. ∆εν νοείται το ένα χωρίς το άλλο. Aν πας να τα χωρίσεις, τον σκότωσες. Ο «Αποχαιρετισµός στα όπλα» είναι εµπνευσµένος από τον σοβαρό τραυµατισµό του στον Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο και τον έρωτά του µε τη νοσοκόµα του Aγνες φον Κουρόφσκι. Η συµµετοχή του στον Ισπανικό Εµφύλιο οδηγεί στο «Για ποιον χτυπά η καµπάνα». Εγκαθίσταται στην Κούβα, ψαρεύει, πίνει, µεθάει, πίνει ξανά, ερωτεύεται, γράφει, βραβεύεται, µένει ακάλυπτος, πίνει ξανά, γράφει ξανά. Εµπνέει και συνεχίζει ως σήµερα να επηρεάζει τρόπους ύπαρξης και γραφής. Με µια γλώσσα ξεδιάντροπη στην αµεσότητά της.

Οµηρική µάχη µέχρις εσχάτων

Στην Κούβα θα γράψει το βιβλικό, βλέπε οµηρικό, «Ο γέρος και η θάλασσα». Mια µάχη µέχρις εσχάτων σε ένα εµψυχωµένο σύµπαν, όπου o ήρωας συνοµιλεί µε τα χέρια του, µε τα αστέρια, µε τους µάκο, µε τα χελιδονόψαρα, µε το µεγάλο ψάρι όταν είναι ζωντανό, µε το µεγάλο ψάρι όταν είναι νεκρό, µε ό,τι αγαθό και αγριευτικό υπάρχει στον βυθό και στον ουρανό. Και κυρίως µέσα του. Ο Χάρολντ Μπλουµ κάνει τον διαχωρισµό ανάµεσα σε δύο είδη λογοτεχνίας. Τη σαιξπηρική, όπου ο άνθρωπος φτάνει στην αλήθεια συνοµιλώντας µε τον εαυτό του, και τη θερβαντική, όπου η αλήθεια κερδίζεται µέσα από την επικοινωνία µε τους άλλους. Σκεφτόµουν λοιπόν ότι ο Χεµινγουέι στο πρόσωπο του γέρου της θάλασσας ενώνει αυτές τις δυο λογοτεχνικές παραδόσεις φτιάχνοντας ένα εξαίσιο µείγµα σαιξπηρικού και θερβαντικού ήρωα.

Στο τέλος ο θάνατος, αλλά και η ανταµοιβή. (Της γραφής;) Πόσο ανεξάντλητες είναι οι δυνατότητες δηµιουργίας ενός τέτοιου δηµιουργού; Παλεύει µε το εξαντλήσιµο των δυνατοτήτων του. Το έργο σε βγάζει από την κόλαση. Προσωρινά. Γιατί τι γίνεται όταν η αρρώστια της ζωής τελικά σε κυριεύει; Tι γίνεται όταν ο έρως για τη ζωή υποχωρεί υπέρ ενός άλλου πιο σκοτεινού, πιο δελεαστικού συντρόφου, που ελλείψει άλλου πιο εύστοχου ονόµατος, ονοµάστηκε «έρως του θανάτου»; Τι γίνεται, ρωτάω, όταν αυτή η δυσαρµονία δεν µεταµφιέζεται άλλο από το αλκοόλ, από τα χάπια, από το ξενύχτι, από τις µανίες, από τα πεδία µάχης, από τους µεγάλους έρωτες; Tι γίνεται όταν ο πατέρας σου δεν σου διδάσκει µόνο ψάρεµα και κυνήγι, δεν σου διδάσκει µόνο την αγάπη για τη φύση και τον αθλητισµό, αλλά και τη ροπή στον θάνατο; Με έναν πυροβολισµό στο σώµα έφυγε. «Αυτοχειρία» όπως και ο πατέρας του. Η ζωή αρέσκεται στις επαναλήψεις. Ή στις αναστηλώσεις.

«Πώς πεθαίνει ένας άνδρας»; αναρωτιέται ο δικός µας ποιητής. Μήπως «όπως του δίδαξε ο πατέρας του»; Οµως όχι. «Ενας άνδρας πεθαίνει όπως διάλεξε να ζήσει. Aποφασίζει ο ίδιος το πότε, το πώς. Kαι αυτό ακριβώς σηµαίνει “είµαι άνδρας”». Και όµως «your moment of your freedom was yesterday» µας θυµίζει ανελέητα ο Ελιοτ. Και εγώ τότε θέλω να λησµονήσω το yesterday του συγγραφέα, όλα όσα προηγήθηκαν του θανάτου του.

O συγγραφέας υπέκυψε στις διπολικές διαταραχές του; Τον αποτέλειωσε η κατάθλιψη; To FBI; Ο σαλάο διάλεξε έναν δικό του θάνατο για να µην έχει µια αλλότρια ζωή; Μπορείς να το πεις και αυτό. Καλύτερα όµως να µην πεις τίποτα και να υποκλιθείς στο έργο, που καθαρό από περιττά βάρη, θα υπερβαίνει κάθε στενόκαρδη, µετρηµένη επιστηµολογικά άστοχη ερµηνεία.

YΓ.: Μεταξύ άλλων του χρωστάµε και την κλασική ρήση του που, λόγω εκτάκτων περιστάσεων, την παραθέτω παραφρασµένη: «Μια χώρα, όπως και ένας άνθρωπος, καταστρέφεται µα ποτέ δεν νικιέται».

Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ