Τα παιδικά χρόνια και το βλέµµα τους για τον κόσµο αποτελούν προνοµιακό τόπο για τη λογοτεχνία, που ανακαλύπτει συχνά µια πολύ ισχυρή φλέβα στην επικράτειά τους. Είναι άλλο όµως οι παιδικές αναµνήσεις και οι εικόνες της ξεγνοιασιάς ή του τραύµατος από µια εποχή η οποία έχει ούτως ή άλλως παρέλθει ανεπιστρεπτί και άλλο η µετατροπή της παιδικής ηλικίας σε κεντρική αφηγηµατική σκηνή, όπου τα πάντα (οικογενειακά και εξωτερικά γεγονότα, χώροι, αντικείµενα, χρώµατα και µυ ρωδιές) προσαρµόζονται στο µάτι ενός ψυχισµού που έχει µόλις αρχίσει να ψηλαφίζει τον εαυτό του και τον περίγυρό του.

Στα τρία διηγήµατα που φιλοξενούνται στον κοµψό τόµο Επιστροφή , η Τζίνα Πολίτη δεν θέλει να αποσπάσει από τον παιδικό χρόνο ούτε την αθωότητα ούτε το τραύµα. Τα δύο παιδιά που πρωταγωνιστούν στις σελίδες της, η Πέπυ και ο Μάρκος, δεν συνιστούν µνηµονικές ανακλήσεις από τη σκοπιά της ενήλικης ζωής, αλλά ήρωες που ζουν σε ένα αυτοτελές σύµπαν, ανεξάρτητο από τη λογική, τις ανάγκες και τους εγκλωβισµούς των µεγάλων. Τι επικρατεί ωστόσο στις αχαρτογράφητες περιπέτειες που αντιµετωπίζουν η Πέπυ στην «Επιστροφή στη Σάλα» και ο Μάρκος στη «Στοά» _ τα δύο πρώτα διηγήµατα του τόµου; Αµφότεροι προσπαθούν µε όλες τους τις δυνάµεις, κυριαρχηµένοι από µια διαρκή έξαψη, να στήσουν το περιβάλλον τους στα πόδια του, δίνοντάς του ένα πρωταρχικό νόηµα, ικανό να αποκρυπτογραφηθεί µέσω των παραστάσεών τους.

Το κορίτσι, που διαβάζει συνεχώς και δεν αφήνει να πάνε ποτέ χαµένα τα λόγια που κυκλοφορούν ποικιλοτρόπως τριγύρω του, παράγοντας µια περίπλοκη δέσµη εικόνων, θα ξεκινήσει έναν τρελό χορό µε τις φράσεις, τους στίχους και τα ονόµατα. Στον χορό αυτό θα παρεισδύσουν γρήγορα η φαντασία και το όνειρο, που θα δώσουν τα πιο παράδοξα σχήµατα στις εµπειρίες του, µπλέκοντας το πραγµατικό µε το ακατανόητο και µεταµορφώνοντας το ακατανόητο σε ένα είδος µαγικού αντικατοπτρισµού.

Το αγόρι, πάλι, θα δοκιµάσει να καταλάβει την πραγµατικότητα εντός της οποίας µεγαλώνει µέσα από τη φωνή των πρωταγωνιστών της: φωνή του µύθου και του παραµυθιού, όπως θα απλωθεί πάνω στο θεατρικό σανίδι, µε τη συνοδεία ενός γοητευτικού παππού, αλλά και τη φωνή ενός σκληρού και άτεγκτου ρεαλισµού, όπως θα βγει στριγκιά από τις καθηµερινές σκηνές του δρόµου, που θα πληγώσουν µε έναν ανεπανάληπτο τρόπο την ευαισθησία του Μάρκου.

Η Πέπυ και ο Μάρκος θα χοροπηδήσουν και θα εκστασιαστούν, αλλά δεν θα γλιτώσουν από τις απειλητικές σκιές της βίας και του θανάτου, που θα εισβάλουν από την πλαϊνή πόρτα για να τους τροµάξουν για τα καλά. Παιδιά και όχι µικροµέγαλα: γεµάτα περιέργεια και τόλµη, αλλά και έτοιµα να λιώσουν από τον φόβο µπροστά στον ζόφο της επερχόµενης ενηλικίωσης. Παιδιά που ανεβάζουν στην ενδεδειγµένη κλίµακα τη θερµοκρασία και κερδίζουν στο ακέραιο την εσωτερικότητά τους, αποφεύγοντας να επενδύσουν στην αισθηµατολογία και τη συγκαταβατική συµπάθειά µας. Από τα πιο ανάγλυφα και ζωηρά παιδιά που έχει φιλοτεχνήσει η ελληνική πεζογραφία κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων. Αυτά σε ό,τι αφορά τα δύο πρώτα διηγήµατα. ∆ιότι στο τελευταίο, που επιγράφεται «Ο ∆ρόµος» και επαναφέρει στο προσκήνιο την Πέπυ, η παιδική µατιά κάνει, ατυχώς, φτερά. Η Πέπυ καλείται τώρα να συλλάβει τις έννοιες της µεταξικής δικτατορίας και της αντίστασης στον φασισµό. Ολη η υποβλητική ατµόσφαιρα της παιδικότητάς της θυσιάζεται σε ένα διήγηµα µε καθηκοντολογικούς σκοπούς, από τους οποίους δεν απουσιάζει και µια αρχόµενη µελοδραµατική διάσταση. Ενας εντελώς αδικαιολόγητος διδακτισµός, που δεν έχει να προσθέσει το παραµικρό στο υπόλοιπο κλίµα του βιβλίου, αδειάζοντας ακατανόητα την Πέπυ από την ηλικία της.

Λογοτεχνία και πολιτική

Με μακρόχρονη διδακτική εμπειρία στο Κέιμπριτζ, όπου εργάστηκε ως ερευνητικός εταίρος του Κολεγίου Τσόρτσιλ, καθώς και ομότιμη καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η Τζίνα Πολίτη μπορεί να εμφανίζεται για πρώτη φορά ως διηγηματογράφος αλλά διαθέτει πλούσιο δοκιμιογραφικό έργο (ολόκληρο από τις εκδόσεις Αγρα), με πλήθος μελετών για τους Μπέκετ, Τζόις, Κάφκα, Ντάρελ, Κάλβο, Παπαδιαμάντη, Καρκαβίτσα, Καζαντζάκη, Καραγάτση, Ελύτη, Τσίρκα, Χειμωνά, uni0394ημητριάδη και Γαλανάκη, ενώ την έχουν επίσης απασχολήσει διά μακρών το ιστορικό μυθιστόρημα και η αγγλική λογοτεχνία του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα.

Μέσα σε οκτώ βιβλία, ξεκινώντας από το Συνομιλώντας με τα κείμενα (1996) και φθάνοντας ως τη Δοκιμασία της ανάγνωσης (2010), η Πολίτη διατρέχει πολλούς αιώνες της ελληνικής και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, για να φέρει στην πρώτη γραμμή ένα καυτό ζήτημα: το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα στη λογοτεχνική γραφή και στην πολιτική. Η πολιτική, επιμένει σε όλες τις μελέτες της η Πολίτη, είναι αδύνατον να παρακαμφθεί από τη λογοτεχνία αφού εμπλέκεται με δύο ζητήματα που αφορούν άμεσα την τελευταία:

την ιδεολογία και την εξουσία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ