«Αν ήμουν τραγουδίστρια, θα σπούδαζα φωνητική, γιατί τώρα που θέλω να γίνω συγγραφέας, να μη σπουδάσω κάτι αντίστοιχο» λέει η Αγγελική Στρατηγοπούλου, με δύο μυθιστορήματα στο ενεργητικό της. «Ο δάσκαλός μου με βοήθησε να ξεκαθαρίσω τι θέλω και στο τέλος να γράψω» λέει ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης, που εξέδωσε μια συλλογή διηγημάτων για την οποία έλαβε καλές κριτικές. Αντίθετα οι φτασμένοι λογοτέχνες όπως η Ερση Σωτηροπούλου και ο Κώστας Μουρσελάς λένε ότι «το ταλέντο και η έμπνευση δεν διδάσκονται». Φαίνεται ότι παλιοί και νέοι, επίδοξοι λογοτέχνες διαφωνούν για την αξία της δημιουργικής γραφής. Ο,τι για εμάς είναι σχετικά καινοφανές, για τον αγγλοσαξονικό κόσμο είναι κεκτημένο για κάτι παραπάνω από μισόν αιώνα. Ο Στρατής Χαβιαράς, πρώτος διδάξας σε σεμινάρια στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και με ανάλογη πείρα από το Χάρβαρντ, θα μας θυμίσει πως σε αυτά έχουν θητεύσει μεγάλοι της λογοτεχνίας όπως ο Τζ.Ντ. Σάλιντζερ και ο Νόρμαν Μέιλερ, αλλά και σύγχρονοι διάσημοι λογοτέχνες, όπως ο Ιαν Μακ Γιούαν, ο Καζούο Ισιγκούρο ή ο Τζόναθαν Κόου. «Η διάδοση της εργαστηριακής άσκησης του γραπτού λόγου στην Ελλάδα ενισχύεται από συγγραφείς που διδάσκουν (μερικοί έχοντας προσωπική πείρα από αυτά τα προγράμματα στο παρελθόν) και από μαθητευόμενους που ολοκληρώνουν τα σεμινάρια και ακολούθως εκδίδουν (οι ωριμότεροι από αυτούς) το πρώτο τους χειρόγραφο» εξηγεί, επισημαίνοντας ότι «δεν είναι όλοι οι καλοί συγγραφείς και καλοί δάσκαλοι, ο καλός δάσκαλος σέβεται την ιδιαιτερότητα του κάθε μαθητή και κάνει ό,τι μπορεί για να την αναδείξει». Ομοίως υπέρ ταυτών σεμιναρίων τάσσεται και ο ποιητής Χάρης Βλαβιανός που έχει διδάξει δημιουργική γραφή στο Αμερικανικό Κολλέγιο και στο ΕΚΕΜΕΛ (Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης Λογοτεχνίας και Επιστημών του Ανθρώπου) για περίπου δέκα χρόνια. «Η πείρα έδειξε ότι ελάχιστοι που συμμετέχουν σε τέτοιου είδους εργαστήρια (περί εργαστηρίων πρόκειται και όχι περί σεμιναρίων, αφού σημασία έχει η χημεία,η αλληλεπίδρασηπου προκύπτει ανάμεσα στα μέλη του) έχουν κάνει την κατάλληλη προεργασία, έχουν ασκηθεί όπως θα όφειλαν στον στίβο της ανάγνωσης προτού εισέλθουν σε αυτόν της γραφής» τονίζει. «Το εργαστήριο επομένως λειτουργεί αρχικά ως ομάδα δημιουργικής ανάγνωσης, η οποία μελετά σε βάθος την ξεχωριστή φυσιογνωμία της ποιητικής τέχνης και τις μορφικές ιδιαιτερότητες που προϋποθέτει» και κατόπιν «σε δεύτερο χρόνο, επιχειρείται η δημιουργική ενασχόληση με την ποιητική τέχνη: οι συμμετέχοντες καλούνται να παρουσιάσουν ποιητικές συνθέσεις πάνω σε συγκεκριμένα θέματα και μοτίβα,μέσα από ένα ευρύ φάσμα μορφικών επιλογών, οι οποίες αναλύονται επίσης διεξοδικά». Ο Χάρης Βλαβιανός είναι σαφής. «Το αποτέλεσμα,παρά τις γνωστές επιφυλάξεις που διατηρούν πολλοί,είναι θετικό».

Οι αντιρρήσεις των φτασμένων συγγραφέων

H Ερση Σωτηροπούλου εκφράζει κάποιες αμφιβολίες. «Στις ΗΠΑ, απ΄ όπου ξεκίνησαν, τα μαθήματα δημιουργικής γραφής έχουν ενσωματωθεί στο προπτυχιακό και μεταπτυχιακό πρόγραμμα των πανεπιστημίων. Παράγουν συγγραφείς; Δεν είναι σίγουρο. Και αν πάρεις διδακτορικό στη δημιουργική γραφή σημαίνει ότι έχεις ταλέντο ή ότι θα βρεις εκδότη; Ούτε και αυτό είναι σίγουρο. Το μόνο σίγουρο είναι η ικανότητα αναπαραγωγής του συστήματος. Συγγραφείς διδάσκουν επίδοξους συγγραφείς, οι οποίοι με τη σειρά τους θα διδάξουν άλλους μελλοντικούς διδάσκοντες. Αν και οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι επιβιώνουν χάρη σ΄ αυτό το σύστημα, μερικοί είναι σκεπτικιστές» τονίζει.

«Οι μαθητές γράφουν και διορθώνουν τα γραπτά τους με άμεσο στόχο να μπορέσουν να εκδοθούν. Διαβάζουν πολύ λιγότερο. Για χρόνια το σχολείο των συγγραφέων ήταν οι άλλοι συγγραφείς, η αναμέτρηση μαζί τους, το παθιασμένο διάβασμα. Με τα μαθήματα δημιουργικής γραφής αυτό δεν είναι απαραίτητο». Ο Κώστας Μουρσελάς είναι πεπεισμένος ότι αυτά τα μαθήματα «αποκλείεται να σε κάνουν συγγραφέα αν ήδη δεν έχεις μέσα σου αυτό το “ζιζάνιο”, άλλοι το λένε ταλέντο. Ούτε το ταλέντο διδάσκεται ούτε η έμπνευση.

Διδάσκεται όμως το πώς θα τα χρησιμοποιήσεις δημιουργικότερα, εφόσον τα διαθέτεις. Διδάσκεται ακόμη τι κυρίως χρειάζεται να διαθέτει ένα βιβλίο για να κερδίσει τον αναγνώστη και το πώς θα το κατορθώσεις αυτό, όπως και το πώς θα μεταμορφώσεις σε καθαρή λογοτεχνία τα προσωπικά σου βιώματα».

Ωστόσο «τα πάντα εξαρτώνται από το πόσο καλός και έμπειρος συγγραφέας είναι ο διδάσκων, όπως και από το πόσο φανατικός αναγνώστης είναι.

Αλλά και συγγραφέας να μη γίνειςτο πιθανότερο-, δεν πειράζει, γιατί σίγουρα θα έχεις γίνει ένας δημιουργικός αναγνώστης». O Νόρμαν Μέιλερ γράφει στο βιβλίο του Η μάγισσα τέχνη ότι «συνολικά κέρδισα περισσότερα απ΄ όσα έχασα στα μαθήματα συγγραφής» και ότι εν τέλει «έμαθα να γράφω γράφοντας».

Το ισοζύγιο αποτελεσμάτων και προθέσεων κρίνεται θετικό. Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να δούμε στο μέλλον έναν σπουδαίο συγγραφέα και στη «χειρότερη» να κερδίσουμε πιο δημιουργικούς αναγνώστες.

Η δημιουργική γραφή μπαίνει στο Πανεπιστήμιο

O Μίμης Σουλιώτης, ποιητής, καθηγητής, εμπνευστής αλλά και διευθυντής σπουδών στο νεοσύστατο Μεταπτυχιακό Τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας από το 2010 λέει ότι «το διετές μεταπτυχιακό πρόγραμμα δίνει και το “βραχιόλι”- μα οι υποψήφιοι είναι άνθρωποι με έμπρακτο ενδιαφέρον για το γράψιμο και αρκετοί είχαν λογοτεχνική δραστηριότητα προτού φοιτήσουν σ΄ εμάς». Τι γίνεται λοιπόν στα μαθήματα που γίνονται σε Φλώρινα και Αθήνα; «Σύμφωνα με το πρόγραμμα, κάνουμε θεωρία και εργαστηριακές ασκήσεις (μαθαίνουμε να γράφουμε, π.χ., διηγήματα ή σονέτα ή να ενασκούμε τη λογοτεχνία στο Διαδίκτυο) και για να περατωθούν οι σπουδές εκπονείται η διπλωματική εργασία. Οι φοιτητές έχουν την ευκαιρία να δημοσιεύσουν δικά τους κείμενα στο “Λεξηtanil”, το περιοδικό του προγράμματος που το επιμελείται συντακτική ομάδα εκλεγμένη από τους ιδίους. Το σπουδαίο είναι η δυνατότητα που παρέχεται στους φοιτητές να συναναστραφούν με δόκιμους συγγραφείς, μα και ν΄ αναπτύξουν μεταξύ τους λογοτεχνικές σχέσεις παρέας και φιλίας, πράγμα πολύτιμο». Η συγγραφέας και φιλόλογος Σοφία Νικολαΐδου διδάσκει στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα. «Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές περνούν πολλαπλά φίλτρα επιλογής (καταθέτουν φάκελο με κείμενα, δίνουν εξετάσεις, περνούν από προφορική συνέντευξη). Η γοητεία των τμημάτων που σχηματίζονται είναι η πολυσυλλεκτικότητά τους: ανάμεσά τους βρίσκονται άνθρωποι που έχουν ήδη βραβευθεί, συγγραφείς με εκδοτική δραστηριότητα και άλλοι που δεν έχουν γράψει ακόμη γραμμή. Ενα άλλο χαρακτηριστικό της κυψέλης είναι η διασπορά στις σπουδές (από φιλολόγους ως πληροφορικάριους, από εισαγγελείς ως οδοντιάτρους), στα φύλα, στις ηλικίες (από τα είκοσι συν ως τα εξήντα συν), στον τόπο κατοικίας (από την Πάρο ως τη Δράμα, από την Κύπρο ως τη Ναύπακτο). Η πολυσυλλεκτικότητα των μεταπτυχιακών φοιτητών διαμορφώνει την υψηλή δυναμική της ομάδας. Οι συγκρούσεις δεν λείπουν. Το ίδιο και οι συγγραφικές εμπάθειεςκαι ευτυχώς» επισημαίνει η ίδια. «Η λογοτεχνία, όπως κάθε τέχνη, προϋποθέτει ταλέντο, σκληρή εργασία, τεχνική. Η “δημιουργική γραφή” δεν διδάσκει ταλέντο, είναι μαθητεία στην τεχνική. Η λογοτεχνία είναι πράξη. Εδώ δεν μετράει προϋπηρεσία, επετηρίδα, ΑΣΕΠ. Οποιος γράφει καλύτερα, κόβει το νήμα. Τρομακτικόκαι την ίδια στιγμή παρήγορο».

Οι μαθητές που πρόκοψαν

H Αγγελική Στρατηγοπούλου, που εργάζεται ως Υπεύθυνη Ανάπτυξης στη Στοά του Βιβλίου, έχει διανύσει μια αποδοτική πορεία στο Κέντρο Δημιουργικής Γραφής της Χριστιάνας Λαμπρινίδη και μέχρι στιγμής έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα και μία νουβέλα. «Αν ήμουν τραγουδίστρια και ήθελα να προχωρήσω πιο μακριά από τη φυσική μου κλίση, θα παρακολουθούσα οπωσδήποτε μαθήματα,αν μη τι άλλο για να τοποθετήσω τη φωνή μου,που θα ήταν προϋπόθεση για να υφίσταται. Πιστεύω ότι το ίδιο ισχύει και με το γράψιμο» και έτσι «βρίσκω τον τόνο μου μαθητεύοντας και τον συντονίζω με τη σκοτεινή μου ρίζα της γραφής, αν υπάρχει». Πέραν όμως αυτών «η μαθητεία μπορεί να σε δώσει το ωραίο ταξίδι, μπορεί να σου ανατρέψει ακόμη και τον τρόπο που σκέφτεσαι,να σου δώσει γνώσεις,πολύτιμες όχι μόνο για τη γραφήαλλά και για τον βίο στην καλύτερη περίπτωση» και επιπλέον «μην υποτιμούμε τους αναγνώστες, η ανάγνωση και η γραφήάλλωστεείχαν πάντα αιμομεικτική σχέση». Ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης παρακολούθησε τα σεμινάρια του ΕΚΕΒΙ με τον συγγραφέα Μισέλ Φάις και τον Δεκέμβριο του 2008 εξέδωσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, παρ΄ ότι είχε πρωτύτερα δημοσιεύσεις σε περιοδικά και συλλογικούς τόμους. «Αρχικά ήμουν κάκιστος μαθητής, με την επιμονή όμως του διδάσκοντος και τις προτροπές των συμμαθητών μουάρχισα να τους δείχνω υλικό, να ξεσκαρτάρω δηλαδή παλιά κείμενα και να κλείνω εκκρεμότητες. Ετσιπροέκυψε το πρώτο μου βιβλίο και η μηχανή πήρε μπροστά» λέει ο ίδιος, που τώρα ετοιμάζει το δεύτερο βιβλίο του. «Εχω κρατήσει φράσεις από τα μαθήματα: να δεις τα πράγματα κι αλλιώς, κι όχι μόνο από τη σκοπιά του περιούσιου ενός”,“μια μεταφυσική της σάρκας διατρέχει το γραπτό”, “μη διαβάζεις βουλιμικά”,“μάθε ν΄ ακούς”, “η γλώσσα είναι ψυχαγωγία”, “να κρατήσετε επαφή και μετά το τέλος των σεμιναρίων, να ανταλλάσσετε κείμενα”».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ