«Κι εµείς είµαστε προϊόντα» λέει ο συγγραφέας Μισέλ Ουελµπέκ ξεφυλλίζοντας το εγχειρίδιο χρήσης της καινούργιας φωτογραφικής µηχανής του νεαρού καλλιτέχνη Ζεντ Μαρτέν. «Είµαστε πολιτισµικά προϊόντα. Κι εµάς θα µας χτυπήσει η αχρηστία. Η λειτουργία του µηχανισµού είναι πανοµοιότυπη –µε τη διαφορά ότι συνήθως δεν γίνεται κάποια εµφανής τεχνική ή λειτουργική βελτίωση. Αποµένει µόνο το αίτηµα για καινοτοµία στην αγνή του µορφή» καταλήγει ο ήρωας του πολυσυζητηµένου γάλλου συγγραφέα Μισέλ Ουελµπέκ που δεν είναι άλλος απ’ τον ίδιο του τον εαυτό σε µυθοποιηµένη περσόνα.

Ο χάρτης και η επικράτεια, που µόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, είναι το πέµπτο του µυθιστόρηµα και απέσπασε τοβραβείο Γκονκούρ το 2010, τη µεγαλύτερη διάκριση για τη γαλλική λογοτεχνία που στις µέρες µας δεν περνά και την πιο εµπνευσµένη φάση της ιστορίας της.

Ο 53χρονος σήµερα Μισέλ Ουελµπέκ, ανεξάρτητα από το αν αρέσει ή όχι ως προσωπικότητα, είναι ο µείζων σύγχρονος γάλλος συγγραφέας. Το να ασχολείται σήµερα κανείς µε τη γαλλική λογοτεχνία σηµαίνει να ασχολείται, καλώς ή κακώς, µε τον Μισέλ Ουελµπέκ. Εχει µετατρέψει αυτή την τεράστια λογοτεχνική υωποτονικότητα της πατρίδας του σ’ ένα προσωπικό πλεονέκτηµα.

Το καινούργιο του βιβλίο, µια συνολική και κάπως χαιρέκακη επίθεση στην οργάνωση του δυτικού τρόπου ζωής είναι προορισµένο να γίνει κλασικό (τουλάχιστον µεταξύ των έργων του), ακριβώς επειδή συνοψίζει τη στάση του απέναντι στις λέξεις και στα πράγµατα. Το µοναδικό είδος καταγγελίας που κάνει ο συγγραφέας Ουελµπέκ, ο «διαυγής πεσιµιστής», είναι πολιτισµικής φύσεως και µόνο.

Ο σύγχρονος κόσµος µπαίνει στο µικροσκόπιο του συγγραφέα µέσω του φακού του κεντρικού του ήρωα Ζεντ Μαρτέν ο οποίος ισχυρίζεται ότι αυτοπροσδιορίζεται πάνω απ’ όλα ως τηλεθεατής (καταναλωτής εν γένει). Αριβίστας χωρίς πρόθεση Ο καλλιτέχνης, που µεγάλωσε µέσα στη κλασική παιδεία ενός κολεγίου Ιησουιτών, γόνος ενός εύπορου αρχιτέκτονα και µιας µάνας που αυτοκτόνησε όταν εκείνος ήταν µικρός, ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία φωτογραφίζοντας µεταλλουργικά αντικείµενα. Αλλά όταν είδε (και) τον εµπορικό χαρακτήρα που ενείχε το εγχείρηµά του, αποφάσισε να στραφεί στη ζωγραφική, στην αναπαράσταση του κόσµου «ως παράθεση, όπως η ποίηση». Και σε αυτό το πεδίο τον κυνηγά όµως η αγορά. Χωρίς ο ίδιος να το επιδιώκει και πολύ, µέσα σε µια µετριοπαθέστατη αποστασιοποίηση, µπλέκεται στους κύκλους της σύγχρονης τέχνης και του αδυσώπητου µάρκετινγκ, γίνεται γνωστός και οι πίνακες των «σύγχρονων επαγγελµάτων» που αποφάσισε στο µεταξύ να ζωγραφίζει φτάνουν στο διαδίκτυο να κοστολογούνται µε αστρονοµικά ποσά.

«Ο Μπιλ Γκέιτς και ο Στιβ Τζοµπς συνοµιλούν για το µέλλον της πληροφορικής» και «Ο Ντέιµιεν Χέρστ και ο Τζεφ Κουνς µοιράζονται την αγορά της τέχνης» είναι χαρακτηριστικά παραδείγµατα του κατ’ εξοχήν καπιταλιστικού µυστηρίου κατά τον Ουελµπέκ, που είναι η διαµόρφωση της τιµής τώρα που κυριαρχεί η «σοσιαλδηµοκρατία των γκρέµλιν» και η οικονοµική επιστήµη διδάσκει «αντιφατικούς παραλογισµούς σε αριβίστες κρετίνους».

Ο Ζεντ Μαρτέν είναι ένας αριβίστας χωρίς πρόθεση, ένας καλλιτέχνης που τον εκµεταλλεύεται το αδηφάγο σύστηµα της εποχής του όπου «όλα είναι µέτρια» και όπου «η επιτυχία µε τους όρους της αγοράς δικαιολογεί και επικυρώνει το οτιδήποτε» αντικαθιστώντας όλες τις θεωρίες.

Μικρός διάβαζε τα γαλλικά ρεαλιστικά µυθιστορήµατα του 19ου αιώνα όπου ο αδίστακτος νεαρός σκαρφαλώνει προς την επιτυχία µέσω µιας γυναίκας. Με αφορµή αυτό το βιβλίο η γαλλική κριτική διείδε στο έργο του Ουελµπέκ αναλογίες µε τον Μπαλζάκ, ακόµη και µε τον Σελίν. Είναι γεγονός πως στο επίπεδο της σύλληψης της εποχής του ο συγγραφέας απηχεί τους κλασικούς (υπάρχει η σκιά του Λυσιέν ντε Ρυµπαµπρέ στις «Χαµένες ψευδαισθήσεις» του Μπαλζάκ ή του Ζυλιέν Σορέλ στο «Κόκκινο και το µαύρο» του Σταντάλ). Επίσης, ο Φερδινάνδος Μπαρνταµού στο «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Σελίν είναι µάλλον η εκκωφαντική αντήχηση του µισανθρωπισµού που γονιµοποιεί και τον κατεδαφιστικό λόγο του Ουελµπέκ.

Στο τρίτο και πιο απολαυστικό µέρος του βιβλίου, που φλερτάρει µε το αστυνοµικό µυθιστόρηµα, ο ήρωας-συγγραφέας Μισέλ Ουελµπέκ έχει αναλάβει να γράψει ένα κείµενο για µια έκθεση που ετοιµάζει ο Ζεντ Μαρτέν. Αναπτύσσουν µια υποτυπώδη σχέση την οποία όµως έρχεται να διακόψει βίαια η τροµερή δολοφονία του συγγραφέα και του σκύλου του (εµπνευσµένη από το έργο του αµερικάνου ζωγράφου του αφηρηµένου εξπρεσιονισµού Τζάκσον Πόλοκ).

Tο «κακό παιδί»

Ο Μισέλ Ουελμπέκ γεννήθηκε το 1958 στο νησί Ρεϊνιόν, άλλοτε γαλλική αποικία στον Ινδικό uni03A9κεανό. Εμφανίστηκε στον χώρο του μυθιστορήματος κατά τη δεκαετία του 1990 με την «Επέκταση του πεδίου της πάλης» και κυρίως με τα «Στοιχειώδη σωματίδια». Το δεύτερο βιβλίο του απέσπασε δύο γαλλικά βραβεία το 1998, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και έκανε τον συγγραφέα παγκοσμίως γνωστό. Την ίδια χρονιά ο υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας τού απένειμε το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων. Ακολούθησαν η νουβέλα «Λανθαρότε» (2000), η «Πλατφόρμα» (2001), που προκάλεσε τον ισλαμικό κόσμο, και «Η δυνατότητα ενός νησιού» (2005). Θεωρείται το «κακό παιδί» των γαλλικών Γραμμάτων και του έχουν αποδώσει χαρακτηρισμούς όπως «επαγγελματίας προβοκάτορας», «αντισημίτης», «μισογύνης», «ομοφοβικός», «σταλινικός» και «νεοναζί». Είναι το δεύτερο μυθιστόρημά του που μεταφράζει εξαιρετικά η Λίνα Σιπητάνου στα ελληνικά.

Ολα τα βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις της Εστίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ