Εχει μελετήσει το έργο του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη και του Γιάννη Σκαρίμπα. Ο λογοτέχνης όμως με τον οποίο συνδέεται αυτόματα το όνομα του φιλολόγου και συγγραφέα Νίκου Δ.Τριανταφυλλόπουλου είναι ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Η συστηματική ενασχόλησή του με το έργο του σκιαθίτη πεζογράφου κατέληξε στην πεντάτομη κριτική έκδοση των Απάντων του (Δόμος, 1981-1988), στην έκδοση της αλληλογραφίας και των μεταφράσεών του, σε μια ανθολογία και πολλά μελετήματα. Ασκητικός, σεμνός, μια παπαδιαμαντική φιγούρα και ο ίδιος, γίνεται λάβρος όταν κρίνει ότι οι ερμηνείες του παπαδιαμαντικού έργου καταλήγουν άνευ ορίων ευφάνταστες. Από τα 100 χρόνια που κλείνουν εφέτος από τον θάνατο του Παπαδιαμάντη, ο 78χρονος Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος έχει περάσει περισσότερα από 30 χρόνια σκυμμένος επάνω στα κείμενά του.

Τον αναζητήσαμε στη Χαλκίδα όπου ζει και μας μίλησε για τον δικό του Παπαδιαμάντη.

– Εχετε αφιερώσει σχεδόν τη μισή ζωή σας στην έκδοση του έργου του Παπαδιαμάντη.Τι ενέπνευσε τόση αφοσίωση;

«Η αρχή της σχέσης μου με τον Παπαδιαμάντη βρίσκεται στα καλοκαίρια που έζησα παιδί στη Λίμνη Ευβοίας, τόπο της μητέρας μου. Ολα εκεί ήταν θαυμαστά, προπάντων η θάλασσα, και με είχαν ανεξίτηλα σφραγίσει. Οταν αργότερα διάβασα τα παπαδιαμαντικά διηγήματα στα γυμνασιακά Νεοελληνικά Αναγνώσματα, γοητευμένος και έκπληκτος ανακάλυψα ότι τα βουνά, τα δάση, τα αμπέλια, οι άνθρωποι, η λαλιά τους, οι εκκλησιές, τα σπίτια, τα καφενεία, κατεξοχήν όμως η θάλασσα, όλα τα μικρά και μεγάλα θαύματα της Σταχομαζώχτρας, της Υπηρέτρας, του Αμερικάνου, της Γλυκοφιλούσης, γίνονταν στη Λίμνη. Για τούτο καθόλου δεν παραξενεύτηκα όταν, πολύ αργότερα, έμαθα πως οι κάτοικοι της επάνω συνοικίας της Σκιάθου ήταν εκ καταγωγής Λιμνιώτες. Ο Παπαδιαμάντης, λοιπόν, είχε εκφράσει με μοναδικό τρόπο την ανέκφραστη για μένα μαγεία του κόσμου της Λίμνης. Επόμενο ήταν να τον ερωτευθώ παράφορα. Πώς τώρα αυτή η αγάπη σοφιλιάστηκε με τη φιλολογία είναι μια ιστορία που δεν χωράει εδώ. Μόνον ετούτο: δίχως την έκδοση του Βαρδιάνου στα σπόρκα από τον Λίνο Πολίτη και χωρίς τη βίαιη σχεδόν σπρωξιά του Ζήσιμου Λορεντζάτου, ενδέχεται να μη γινόταν ο γάμος. Αυτός ο έρωτας δεν με αφήνει ούτε τώρα που με πήραν τα χρόνια να παραιτηθώ από τη φιλολογική σπουδή του έργου του. Ευτυχώς που με χειραγωγεί με ασφάλεια η συνονόματή σας δευτερότοκή μου Λαμπρινή».

– Από την έκδοση του πρώτου τόμου των Απάντων το 1981 ως σήμερα τι έχει αλλάξει στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το έργο του Παπαδιαμάντη;

«Δεν ξέρω τι ενδεχομένως άλλαξε στους άλλους. Πάντως για μένα και αρκετούς φίλους μου που συναναστρέφονται τον Παπαδιαμάντη, παρά τις ραγδαίες μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών, η γραφή του παραμένει αναλλοίωτα θελκτική, όπως αναλλοίωτη και πάντοτε νέα μένει η γεύση ενός αληθινού καρβελιού. Τα κείμενά του έχουν την άφθαρτη γοητεία και το καθημερινό μυστήριο των παλίνδρομων νερών του Ευρίπου. Οπως και να ΄ναι, μετά το δοκίμιο του Ζ. Λορεντζάτου στον Ταχυδρόμο του 1961 πολλοί διδάχτηκαν να μη βλέπουν στον Παπαδιαμάντη έναν ηθογράφο που η όποια μαγεία της γραφής του έχει κιόλας εξατμιστεί μετά την ανάγνωση τριών διηγημάτων του».

– Εχετε γράψει ότι όσο προχωρούσατε στην έκδοση των Απάντων οι βεβαιότητές σας κλονίζονταν.Εξακολουθεί να σας ξαφνιάζει ο Παπαδιαμάντης; Παραμένει αταξινόμητος και «ατίθασος»;

«Είναι αλήθεια, εξακολουθεί να με αιφνιδιάζει και ως αναγνώστη και ως φιλόλογο. Χρόνια και χρόνια παλεύουμε με τα χειρόγραφά του που περιέχουν τη μετάφραση της Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως του Γόρδωνος. Θα έπρεπε κανονικά να είχαμε υπερκορεσθεί. Ωστόσο κάνοντας αυτές τις μέρες τον τελικό έλεγχο, σελίδα παρά σελίδα, πέφταμε επάνω σε μια λέξη ή μια έκφραση που μας φαινόταν σαν νεόκοπο φλουρί. Ασφαλώς θα φανεί υπερβολικό, εντούτοις το αποτολμώ: η καταληκτική παράγραφος του κεφαλαίου για την άλωση του Μεσολογγιού μού έδινε την εντύπωση ότι διαβάζω σολωμικούς “στοχασμούς”- και αυτό βέβαια δεν οφείλεται τόσο στον Γόρδωνα όσο στον μεταφραστή του».

– Προκύπτουν από τις μεταφράσεις του στοιχεία που σας εκπλήσσουν και προσφέρουν νέες οπτικές ερμηνείας του πρωτότυπου έργου του;

«Μια πρώτη έκπληξη από τις παπαδιαμαντικές μεταφράσεις ήταν, για μένα τουλάχιστον, το γεγονός ότι μας βοηθούν κάποτε να αποκαταστήσουμε εφθαρμένες γραφές στα Απαντά του. Για τις αλλεπάλληλες εκπλήξεις των μεταφραστικών του ελευθεριών δεν μας παίρνει ο χώρος και η ώρα. Δείγματά τους βρίσκει κανείς στο τομίδιο Ο Παρδαλός Συρικτής της Εμλίνης. Προηγουμένως με ρωτήσατε αν ο Παπαδιαμάντης παραμένει «ατίθασος». Οταν αναλογίζομαι το είδος των επεμβάσεών του στη μετάφραση του μυθιστορήματος της Σάρας Γκραντ Οι δίδυμοι του Ουρανού, απαντώ αδίστακτα “ναι”. Επιπλέον, οι περιπτώσεις των Διδύμων του Ουρανού και του Βίου του Χριστού του Φρ. Φάρραρ μαρτυρούν ποιο είναι το αμετακίνητο κέντρο του Παπαδιαμάντη. Αυτό υποχρεώνει, όταν τον ερμηνεύουμε, να μη λησμονούμε τη σωτήρια αρχή “Ομηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν».

– Ποια είναι τα ζητούμενα της παπαδιαμαντικής έρευνας σήμερα;

«Συνοπτικότατα: ερμηνευτικές εκδόσεις των εκτενών, τουλάχιστον, έργων του. Εκδόσεις και άλλων σημαντικών μεταφράσεών του. Ολοκλήρωση της μετάφρασης του έργου του στα αγγλικά από τις εκδόσεις Denise Ηarvey, που εδρεύουν στη Λίμνη. Σύνταξη καταλόγου των όντως παπαδιαμαντικών μεταφράσεων. Τέλος, μια δεύτερη βελτιωμένη κριτική έκδοση των Απάντων του».

– Τον αποκαλούν έλληνα Ντοστογέφσκι,τον έχουν συγκρίνει με ξένους λογοτέχνες ήδη από την εποχή του. O ίδιος γράφει ότι δεν μοιάζει ούτε με τον Ντίκενς,ούτε με τον Πόε, ούτε με τον Σαίξπηρ, «ομοιάζω με τον εαυτόν μου. Τούτο δεν αρκεί;». Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν την παπαδιαμαντική γραφή;

«Δεν τα καταφέρνω καθόλου με τη θεωρία λογοτεχνίας. Προσφεύγω, λοιπόν, στον συμπατριώτη του και φυσιοδίφη Δημ. Τσαμασφύρο που καθόρισε εμπειρικά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παπαδιαμαντικής γραφής, με αφορμή το νόθο διήγημα “Το εγγόνι της στρίγγλας”. Κατ΄ ανάγκην συνοψίζω τα λεγόμενά του: “ποιητικαί εικόνες και περιγραφαί, λυρικαί εξάρσεις, σκεπτικιστικαί ή σκωπτικαί αντιθέσεις, επιγραμματικοί χαρακτηρισμοί, εγκατασπορά βιβλικών ρητών”. Πολύ σημαντικότερη η διαπίστωση: “Κανένα από τα έργα του Παπαδιαμάντη δεν μας παρουσιάζεται ως έκθεσις μύθου κατά χρονολογικήν σειράν”. Και η συναφής με αυτή: “Ο μύθος επισκιάζεται ενίοτε μέχρις αφανισμού”. Συνοψίζω με μια λέξη που τη συναντούμε στον Χρήστο Μηλιόνη: ο Παπαδιαμάντης είναι συγγραφέας αυθέκαστος».

– Το έργο του Παπαδιαμάντη εξακολουθεί να ερεθίζει για ποικίλες προσεγγίσεις.Πού οφείλεται η διάρκειά του;

«Με παρηγορεί το ότι ο Παπαδιαμάντης δεν έμεινε στο ράφι, όπως προφητεύθηκε κάποτε, ωστόσο η ποικιλία των προσεγγίσεων δεν με ενθουσιάζει. Γιατί να σέρνει κανείς ένα μαγκανοπήγαδο, μόνο και μόνο για να προσθέσει στον ατομικό του φάκελο ή στη βιβλιογραφία ένα ακόμη χαρτί; Το θέμα είναι να αφήσουμε να μας προσεγγίσει εκείνος με την αλήθεια του. Να του παραδοθούμε με εμπιστοσύνη».

– Τι δυσκολεύει την πρόσληψή του σήμερα; Η γλώσσα, η εποχή και η κοινωνία που περιγράφει, η ιδεολογία του;

«Πολύ λίγο η γλώσσα. Κυρίως η πνευματική ατολμία να τον δεχτούμε ολόκληρον και ο σύμφυτος με αυτή φόβος της ρετσινιάς του “συντηρητικού”».

– Από τα τρία μυθιστορήματα, τις νουβέλες, τα πλέον των εκατό διηγήματα και τις μεταφράσεις του Παπαδιαμάντη ποια είναι τα πέντε κείμενα που θα συστήνατε σε έναν νέο αναγνώστη του να διαβάσει οπωσδήποτε;

«Δύσκολα πράγματα μου ζητάτε, πάρα πολύ δύσκολα. Θα του έλεγα, λοιπόν, να αρχίσει με τον Βαρδιάνο στα σπόρκα, καλή προτύπωση της σημερινής μας κατάντιας, να διαβάσει Τα ρόδιν΄ ακρογιάλια, που άρεσαν και στον Αλεξανδρινό, την προκλητικότατη για τις σημερινές μας αντιλήψεις Νοσταλγό , τον Φτωχό Αγιο και τη μετάφραση του μυθιστορήματος Ο Μαξιώτης του Χωλλ Κέιν. Λογαριάστε, τώρα, τι λογάρι άφησα έξω από τον κατάλογο».

– Μου κάνει εντύπωση ότι αφήσατε έξω τη Φόνισσα…

«Την παραλείπω γιατί είναι πλέον πασίγνωστη από τις απειράριθμες εκδόσεις της, τα βιβλία και τις μελέτες που έχουν γραφεί γι΄ αυτήν, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, και επιπλέον αποδεκτή ακόμη και από τους αρνητές της παπαδιαμαντικής γραφής».

– Στα λιγότερο γνωστά μυθιστορήματά του τον απασχολεί το θέμα της σχέσης των Ελλήνων με τη Δύση.Πώς θα συνοψίζατε τις απόψεις του;

«Είναι άκομψο, επιτρέψτε όμως να σας απαντήσω παραπέμποντας στα προλογικά σημειώματα των τόμων Οι Εμποροι των Εθνών και Η Γυφτοπούλα . Ωστόσο, παρά την αντίθεσή του με τους παλαιούς και νεότερους Δυτικούς, ο Παπαδιαμάντης γνωρίζει πολύ καλά ότι ο άνεμος δεν αναχαιτίζεται από τα τείχη. Ο αφορισμός “Διότι αν ο νεωτερισμός είναι ανάγκη,δεν έπεται ότι πρέπει να το παρακάμνωμεν εις τον νεωτερισμόν” φανερώνει τη διάκρισή του. Για τούτο ο ίδιος φοράει φράγκικα, ενοχλείται όμως από την εκκλησιαστική τετραφωνία».

– Ο Παπαδιαμάντης έχει γράψει: «Με τοιαύτην ραστώνην,νωχέλειαν,με τοιαύτην επιπολαιότητα και ολιγωρίαν… διεξάγωνται άλλως και τα πράγματα όλα παρά τοις νεωτέροις Ελλησιν». Επίσης έχει αναφερθεί στους δημοσιογράφους που δεν καταφέρνουν να εξημερώσουν ολίγον τους πολιτικούς, απόψεις που διαβάζονται ως σύγχρονα σχόλια εθνικής αυτοκριτικής. Ποια από τα κείμενά του είναι επίκαιρα προς αυτή την κατεύθυνση;

«Χρειάζεται να διαβάσουμε όλοι προσεκτικά και δίχως ευθιξίες και αυτοεξαιρέσεις τους Χαλασοχώρηδες, τον Πολιτισμόν εις το χωρίον, Τα δύο τέρατα , το άρθρο Οιωνός και τον Βαρδιάνο στα σπόρκα (και μαζί με το τελευταίο το πικρό δοκίμιο του Νίκου Φωκά Οι γενάρχες)».

– Το έργο του Παπαδιαμάντη έχει δώσει ερείσματα για διαφορετικές αναγνώσεις. Ο κοσμοκαλόγερος των ελληνικών γραμμάτων έχει ιδωθεί και από την ψυχαναλυτική σκοπιά ως ένας άνθρωπος συμπλεγματικός, με καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, και γι΄ αυτό ενοχικός… Υπάρχει ένας κρυφός Παπαδιαμάντης πίσω από τα κείμενα τον οποίο με αυτές τις προσεγγίσεις σταδιακά ανακαλύπτουμε;

«Μου θυμίζετε πράγματα στα οποία είμαι αλλεργικός. Η ψυχαναλυτική ερμηνεία του βίου και του έργου του Παπαδιαμάντη δεν φελάει ντιπ καταντίπ. Ο Παπαδιαμάντης είναι άνθρωπος “εκκλησιασμένος” και δεν τον πιάνουν οι μοντέρνες σολομωνικές. Ακριβώς γι΄ αυτό ο Κωστής Μπαστιάς, άνθρωπος κάθε άλλο παρά άβγαλτος στον κόσμο, μυκτήριζε όλα τα φληναφήματα για καταπιεσμένη σεξουαλικότητα και τα ρέστα. Αν υπάρχει ένας άλλης τάξεως και άλλης γλώσσας χαρακτηρισμός, αυτός είναι “αγωνισμένος και λυτρωμένος”. Ανήκει στον καλύμνιο ποιητή, πεζογράφο και φίλο του Παπαδιαμάντη της Δεξαμενής Γιάννη Κλ. Ζερβό. Δεν ειπώθηκε για τον Παπαδιαμάντη, αλλά του ταιριάζει όσο σε ελάχιστους άλλους. Κανένας κρυφός Παπαδιαμάντης δεν υπάρχει στα κείμενά του».

Δεκαπέντε τόμοι, όλο το έργο

Εκατόν εξήντα χρόνια από τη γέννηση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και εκατό χρόνια από τον θάνατό του, «Το Βήμα» παρουσιάζει ένα μνημειώδες έργο: τα Απαντα Παπαδιαμάντη, σε 15 πολυτελείς και συλλεκτικούς τόμους.

Η έκδοση από το «Βήμα Βιβλιοθήκη» ακολουθεί το κείμενο της πλέον έγκριτης έκδοσης τωνΑπάντωνΠαπαδιαμάντη από τον «Δόμο», σε φιλολογική επιμέλεια του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, και παρουσιάζει το σύνολο των παπαδιαμαντικών κειμένων σε χρηστική έκδοση, με την πρόθεση το ανεπανάληπτο αυτό έργο, ένα έργο ζωής, να γίνει προσιτότερο στο ευρύ κοινό.

Ο κάθε τόμος της έκδοσης συνοδεύεται από Προλογικό Σημείωμα που κάθε φορά υπογράφει ένας αξιόλογος μελετητής του παπαδιαμαντικού έργου (Σταύρος Ζουμπουλάκης, Αγγελος Καλογερόπουλος, Δημήτρης Κοσμόπουλος, Λουκάς Κούσουλας, Αγγελος Μαντάς, Δημήτρης Μαυρόπουλος, Τασούλα Καραγεωργίου, Στέλιος Παπαθανασίου, Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος), καθώς και από Γλωσσάρι.

Επιπλέον, έχουν εισαχθεί ορισμένες διορθώσεις γραφών σε σχέση με την έκδοση του «Δόμου», από τον επιμελητή της έκδοσης Δημήτρη Μαυρόπουλο και τον φιλολογικό επιμελητή της Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλο, ενώ εμφανίζεταιγια πρώτη φοράσε έκδοση το διήγημα «Τo Γιαλόξυλο», το οποίο προσφάτως ανακαλύφθηκε σε εφημερίδα του 1905.

Ο αναγνώσης να αρχίσει με:

1. Τον Βαρδιάνο στα σπόρκα, καλή προτύπωση της σημερινής μας κατάντιας
2. Τα ρόδιν΄ ακρογιάλια, που άρεσαν και στον Αλεξανδρινό
3. Την προκλητικότατη για τις σημερινές μας αντιλήψεις Νοσταλγό
4. Τον Φτωχό Αγιο
5. Τη μετάφραση του μυθιστορήματος Ο Μαξιώτης του Χωλλ Κέιν
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ