Ηθοποιός σημαίνει φως, αλλά και μαύρο, πηχτό σκοτάδι. Η ζωή στο σανίδι δεν είναι μόνο λάμψη και χειροκρότημα, με μια καριέρα η οποία καλείται να προσφέρει απλόχερα τα δώρα της στους ιεροφάντες της υπόκρισης, αλλά και πικρή γεύση, απογοήτευση, έντονη αίσθηση περιθωρίου και άγριο τσαλάκωμα της φιλοδοξίας, η οποία μπορεί να καταρρεύσει εν μιά νυκτί ή, χειρότερα, να μην ανοίξει ποτέ τα φτερά της. Το πιο οδυνηρό, τουλάχιστον για τους ηθοποιούς των παλαιότερων γενεών, οι οποίοι είχαν ως μοναδική καλλιτεχνική και επαγγελματική διέξοδο τη θεατρική σκηνή, είναι άλλο: ο κανόνας του σκιώδους βίου και της απουσίας αναγνώρισης για τη συντριπτική πλειονότητα του κλάδου. Αυτό είναι το κλίμα εντός του οποίου κινείται το καινούργιο πεζογραφικό βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου . Μολονότι περνάει μέσα από τα μεγαλύτερα σκηνικά ονόματα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, για να φθάσει ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού, είναι αφιερωμένο στους αφανείς ήρωες του θεάτρου (εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως «ιστορίας αγάπης»): τις μάζες των στριμωγμένων, των φτωχών και των παρεμποδισμένων που είδαν, νωρίτερα ή αργότερα, κάθε προοπτική και υπόσχεση της δουλειάς τους να γίνεται παρανάλωμα του πυρός.

Τη λατρεία του για το πολύχρωμο ανθρωπομάνι του σανιδιού που μπαινοβγαίνει λαχανιασμένο από τις κουίντες (γεμάτο πόθο, ναρκισσιστική ηδυπάθεια, αλλά και παραλυτικό τρόμο απέναντι στο κοινό) ο Ελευθερίου την έχει δείξει από το πρώτο μυθιστορηματικό έργο του, τον Καιρό των χρυσανθέμων (2004), όπου κυριαρχούν η θεατρόφιλη Ερμούπολη και η μεγάλη ντίβα του τέλους του 19ου αιώνα Ευαγγελία Παρασκευοπούλου , όταν πηγαίνει με τον θίασό της στη Σύρο για να παρουσιάσουν τη Φαύστα στου Δημητρίου Βερναρδάκη.

Η Παρασκευοπούλου κάνει την εμφάνισή της και στο ανά χείρας βιβλίο, του οποίου ο τίτλος ( Πριν απ΄ το ηλιοβασίλεμα ) παραπέμπει ευθέως στο ομότιτλο έργο του Γεράρδου Χάουπτμαν που ανέβηκε τον Νοέμβριο του 1936 στο Εθνικό Θέατρο, σε μετάφραση Νίκου Καζαντζάκη και σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη. Η Παρασκευοπούλου θα αναλάβει μαζί με έναν μεγάλο αριθμό ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών οι οποίοι εκπροσωπούν τρεις συναπτούς μουσικοθεατρικούς αιώνες (αρχής γενομένης από τον 18ο), με έμφαση στο δράμα, την όπερα, την επιθεώρηση, την οπερέτα και το μελόδραμα, να μας ταξιδέψει σε έναν εμφανώς πικρό και διαψευσμένο κόσμο: οι άσημοι θα θαφτούν κάτω από τη σκόνη της Ιστορίας (όσο και αν προσπαθήσει ο συγγραφέας να αναστήσει κάποιους από τον σωρό), η οποία θα εξισώσει την εν ζωή μοίρα τους με τη μεταθανάτια τύχη τους.

Αλλά και οι διάσημοι θα αφανιστούν από τον χρόνο, που θα τους παραδώσει ως ένα απειροελάχιστο ίχνος στο αδηφάγο παρόν (ανάμεσά τους οι ηθοποιοί Ντέιβιντ Γκάριγκ, Ματίας Κλάουζεν, Ελένη Κοτοπούλη, Πιπίνα Βονασέρα, Νίκος Μαγγούλας και Σώτος Γρηγοριάδης, οι πρωταγωνίστριες του μουσικού θεάτρου Μπέμπα Δόξα και Ζωζώ Νταλμάς , η μεσόφωνος Σωσώ Κανδύλη και η υψίφωνος Λίνα Καβαλιέρι ).

Η συνεύρεση αυτού του εξαιρετικά ετερόκλητου πλήθους θα πάρει τη μορφή της Νέκυιας με Οδυσσέα τον δεκαπεντάχρονο Ηλ, ο οποίος αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα αυτοβιογραφική περσόνα του Ελευθερίου, όταν πιάνεται εξ απαλών ονύχων στο δόκανο της θεατρικής μαγείας. Ο Ηλ, που πρωταγωνιστεί και στο μυθιστόρημα Ανθρωπος στο πηγάδι (2008) υπό την ιδιότητα ενός πολύ άτυχου συγγραφέα, θα συναντήσει στην Ερμούπολη όλους τους αδικαίωτους νεκρούς της υποκριτικής τέχνης, τοποθετημένους πάνω σε ένα είδος περιστρεφόμενης σκηνής, η οποία φέρνει κάθε τόσο στην επιφάνεια ένα διαφορετικό πρόσωπο.

Η περιστροφική και συνάμα ελλειπτική αυτή κίνηση, που προϋποθέτει μια εσκεμμένα διάσπαρτη πλοκή αποκαλύπτοντας ιστορικές φιγούρες και αφαιρέσεις- και όχι μυθιστορηματικούς χαρακτήρες- δίνει στον Ελευθερίου την ευκαιρία να λύσει τα προβλήματα αφηγηματικής οικονομίας και δραματουργικής επεξεργασίας που αντιμετώπισε τόσο στον Καιρό των χρυσανθέμων όσο και στην προ πενταετίας Γυναίκα που πέθανε δυο φορές (με πρωταγωνίστρια την Ελένη Παπαδάκη ), όπου η αυστηρή διάταξη προσώπων και πραγμάτων προδίδεται από τις εσωτερικές αντινομίες της. Αντινομίες που οφείλονται ακριβώς στην ενδιάθετη τάση του συγγραφέα να δουλεύει με χαλαρές φόρμες, ψυχολογικές ιχνογραφίες, αλλά και συνεχείς παρεκβάσεις ή μεταστροφές.

Ο Ελευθερίου κερδίζει το παιχνίδι στο Πριν απ΄ το ηλιοβασίλεμα και σε ένα άλλο επίπεδο: αναπτύσσοντας τον χώρο της φαντασίας εις βάρος της πραγματικότητας, σαν ένα συνεχές όνειρο (ένα άτακτο πίσω-μπρος στον χρόνο), αποφεύγει τα αδρανή σχήματα των προηγούμενων μυθιστορημάτων του, που προσπαθούν να ισομοιράσουν φαντασία και πραγματικότητα ή απλώς να εμπλουτίσουν την πραγματικότητα με ένα φανταστικό στοιχείο. Το τελικό αποτέλεσμα μιλάει από μόνο του.

Θέατρο… εφ΄ όλης της ύλης

Ο κόσμος του θεάτρου λειτουργεί σε αναπεπταμένο πεδίο στο « Πριν απ΄ το ηλιοβασίλεμα». Από τους μονολόγους των πρωταγωνιστών, που θυμίζουν την από σκηνής άρθρωση και εκφορά, ως τις λεπτομερείς περιγραφές ρούχων, κοσμημάτων, επίπλων και αντικειμένων, που ανακαλούν τον περίτεχνο εξοπλισμό ο οποίος απαιτείται για την οργάνωση και την εκτέλεση μιας παράστασης.

Ας προστεθούν εδώ τα μενού και οι λίστες των κρασιών, τα οποία επιφυλάσσονται για τις επιτυχημένες καλλιτεχνικές βραδιές, οι εκτεταμένοι κατάλογοι με ονόματα ηθοποιών, όπως και τα ρεπορτάζ ή οι κριτικές, που συδαυλίζουν τα πάθη, προκρίνοντας άλλοτε τον έπαινο και άλλοτε τον ψόγο.

Και όλα αυτά σε έναν περίγυρο που κάνει ένα τη θεατρική με την εικαστική και την κινηματογραφική εικόνα και συνταιριάζει τα συμβόλαια, τις αμοιβές και τα αγγελτήρια της άφιξης θιάσων με τον χορό και το τραγούδι στα καμπαρέ και τα βαριετέ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ