Για πρώτη φορά σε βιβλίο οι 561 λέξεις που αποτελούν το ιδιαίτερο λεξικό του Κ. Π. Καβάφη. Ενα «μυθιστόρημα λέξεων» για τον ίδιο και τους φίλους του

Η επίσκεψη στο Αρχείο Καβάφη, το οποίο στεγάζεται στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ταξιδιού πίσω στον χρόνο. Το κτίριο, κρυμμένο από τον δρόμο, εμφανίζεται σαν αντικατοπτρισμός στο τέρμα του στενού επί της οδού Μουρούζη. Ο ήχος των βημάτων επάνω στο χαλίκι του προαύλιου χώρου καλύπτει τη βουή του αθηναϊκού κέντρου. Κατεβαίνουμε τα μισοφθαρμένα μαρμάρινα σκαλοπάτια που οδηγούν στην ξύλινη πόρτα του υπογείου. Με ελαφρύ τρίξιμο η πόρτα αποκαλύπτει έναν μακρύ μισοσκότεινο διάδρομο. Στην ατμόσφαιρα μυρωδιά παλιών βιβλίων. Βιβλία παντού. Κοντοστεκόμαστε μια στιγμή και διατρέχουμε με τα μάτια τους τίτλους της Βιβλιοθήκης Καβάφη που φυλάσσεται στο Σπουδαστήριο, με την αόριστη αίσθηση ότι, αν στραφούμε, θα αντικρίσουμε τον ποιητή να προβάλλει από την πόρτα, επιστρέφοντας κάποιον τόμο στο ράφι του.

Αφορμή της επίσκεψης ήταν το Λεξικό Κα βάφη που πρόκειται να εκδοθεί από το Σπουδαστήριο τους επόμενους μήνες. Πρόκειται για χρηστική συλλογή 561 λέξεων τις οποίες ο ποιητής αποθησαύριζε από τα αναγνώσματά του, αλλά και από τυχαίες κουβέντες και συζητήσεις, από το 1891 ως το 1917, με σκοπό κάποτε να τη δημοσιεύσει.

Στο Αρχείο του απόκειται και προσχέδιο εισαγωγής στη συλλογή:
«Η αρχή αυτής της μικρής συλλογής λέξεων ήτο η επιθυμία να συμπληρώσω ένα Λεξικόν το οποίον μεταχειριζόμουν πολύ και το οποίον μ΄ εστάθη πολύ χρήσιμον.Ο διαπρεπής λόγιος ο οποίος το είχε συνθέσει περιέλαβε στο έργον του πολλές λέξεις της δημοτικής,περισσότερες από κανέναν άλλο λεξικογράφο που θυμούμαι. Το λεξικόν του, καθώς είπα, μ΄ εστάθη πολύ χρήσιμον,και απεφάσισα,οσάκις συναντούσα καμμιά λέξι έμορφη ή εκφραστική που να μη βρίσκεται εντός αυτού,να την αντιγράφω σ΄ ένα χαρτάκι και να παραθέτω και την φράσι ανάμεσα που βρίσκεται,και να βάζω το χαρτάκι μες στο Λεξικό,ώστε έτσι το βοηθητικόν μου βιβλίον να γίνεται ακόμη βοηθητικώτερο. Οι λέξεις που σύναζα ήσαν κυρίως της δημοτικής…».

Με τον καιρό αυτό το Λεξικό τουτο οποίο οι καβαφιστές ταυτίζουν με το Λεξικό της ελληνικής γλώσσας του Σκαρλάτου Δ. Βυζάντιου (1852)- άρχισε να γεμίζει χαρτάκια που έπεφταν έξω και χάνονταν. Ο ποιητής ταξινομεί τότε τα «χαρτάκια» του σε δέκα αυτοσχέδιους φακέλους, σημειώνοντας επιμελώς στο εξώφυλλο κάθε φακέλου ποια γράμματα περιλαμβάνει και στο οπισθόφυλλο το σύνολο των δελτίων του.

Στο τραπέζι του αναγνωστηρίου ο Μανόλης Σαββίδης, γιος του καβαφιστή Γ. Π. Σαββίδη, διευθυντής του Σπουδαστηρίου και διαχειριστής του Αρχείου Καβάφη, ανοίγει το ντοσιέ αρχειοθέτησης το οποίο περιέχει σήμερα τα δελτία του Καβάφη και τα απλώνει μπροστά μας: κομμάτια χαρτί, στο μέγεθος ενός συνηθισμένου δελταρίου αποδελτίωσης, κιτρινισμένα και κάποια σχεδόν διαφανή από τα χρόνια. Επάνω τους, με μολύβι ή μελάνη, με τον γραφικό χαρακτήρα του αλεξανδρινού ποιητή, λέξεις έχουν αποδελτιωθεί με φιλολογική επιμέλεια. Ο Καβάφης σημειώνει τη λέξη, αντιγράφει το απόσπασμα του κειμένου μέσα στο οποίο τη συνάντησε ή παραθέτει ολόκληρο το απόκομμα μιας εφημερίδας, και ακολούθως δίνει την παραπομπή της προέλευσης. Αλλοτε δίνει εκτενή παραθέματα και αναλυτικές παραπομπές, αλλού μια σύντομη φράση και αόριστη παραπομπή, κάποιες φορές αντιγράφει βιαστικά και χρησιμοποιεί βραχυγραφίες, όπου δεν έχει πρόχειρο άλλο χαρτί σημειώνει στο ίδιο δελτίο δύο διαφορετικές λέξεις.
Η αυτοψία των αυτόγραφων δελτίων είναι συγκλονιστική, μολονότι η λεξικογραφική δραστηριότητα του Καβάφη και η συγκεκριμένη συναγωγή λέξεων δεν είναι άγνωστες. Ο Γ. Π. Σαββίδης είχε αναφερθεί σε αυτήν σε δημοσίευμά του το 1963 στη Νέα Εστία και επανήλθε με διεξοδικότερη ανακοίνωσή του το 1983, οπότε και δημοσίευσε κατάλογο των λέξεων. Η έκδοση του λεξικού ήταν στα σχέδιά του. Πραγματοποιείται τώρα με την επιμέλεια του νεοελληνιστή Μιχάλη Πιερή, από το Πανεπιστήμιο της Κύπρου, παλαιού μαθητή του Σαββίδη.
«Μυθιστόρημα λέξεων» αποκαλεί αυτό το μικρό λεξικό ο Πιερής, το οποίο αφηγείται την αγωνία και τις μεθοδικές προσπάθειες του ποιητή για την κατάκτηση της ομιλούμενης ελληνικής. Μεγαλωμένος στη Διασπορά, αγγλοθρεμμένος, ο ένας από τους τρεις ποιητές μας «που δεν ήξεραν ελληνικά», κατά τον Σεφέρη, αισθάνεται αποκομμένος από τη γλώσσα του ελλαδικού κέντρου και προσπαθεί να τη γνωρίσει μέσα από τα γλωσσικά εργαλεία, λεξικά και γραμματικές. «Είχε το σύνδρομο του ανθρώπου που δεν έχει κατακτήσει τα ελληνικά του» λέει ο Πιερής, γι΄ αυτό και χρησιμοποιούσε πολλά λεξικά όταν έγραφε, όπως πληροφορούμαστε και από τα αυτοσχόλιά του, τα οποία πρόκειται να κυκλοφορήσουν από τον Ικαρο με επιμέλεια της νεοελληνίστριας Diana Ηaas από το Πανεπιστήμιο Πατρών. Ως το 1917 ο Καβάφης έχει ξεκαθαρίσει τις ιδέες του περί τέχνης, κατέχει τη γλώσσα και η αποδελτίωση λέξεων ατονεί.
Ορισμένες φορές η καταγραφή παραθεμάτων που αποτυπώνουν τις εννοιολογικές αποχρώσεις μιας λέξης είναι τόσο εκτενής, που καταλήγει μικρή πραγματεία, όπως στα λήμματα «άστρο» και «τελείως», όπου σημειώνει περισσότερες από είκοσι «παραθέσεις». Η ταύτισή τους και η συμπλήρωσή τους αποδείχθηκαν η μεγαλύτερη δυσκολία της έκδοσης. Ο Καβάφης δεν είναι πάντοτε σχολαστικός στις παραπομπές του. Κάποτε δίνει μονάχα τον τίτλο του εντύπου στο οποίο συνάντησε μια λέξη και το έτος κυκλοφορίας. Ομάδες φοιτητών διέτρεξαν εκατοντάδες μέτρα μικροφίλμ εφημερίδων στη Βιβλιοθήκη της Βουλής στη Λένορμαν προκειμένου να βρεθεί το κείμενο από το οποίο ο ποιητής σημειώνει μια φράση. Μόνο πέντε ή έξι παραθέματα έχουν μείνει αταύτιστα, «για τους μελλοντικούς μελετητές», λέει ο Μιχάλης Πιερής.
Αναμφίβολα η έκδοση του λεξικού αποτελεί σημαντικό απόκτημα για τις καβαφικές σπουδές και οπωσδήποτε θα συντελέσει στη βαθύτερη κατανόηση της γλωσσικής εξέλιξης και της ποιητικής του Καβάφη. Μία επιπλέον διάσταση, την «ερασιτεχνική συμβολή στη λεξικογραφία μας, η οποία συνεχίζει- ασύνειδα ίσως- την αξεπέραστη προσπάθεια της Συναγωγής του Κουμανούδη», επεσήμαινε ο Γ. Π. Σαββίδης το 1983. Από μια άλλη σκοπιά, για τον Μανόλη Σαββίδη το Λεξικό Καβάφη είναι πολλαπλά χρήσιμο, γιατί μας βοηθά επιπλέον να ανασυνθέσουμε την «ιδεατή βιβλιοθήκη Καβάφη», αποκαλύπτοντας διαβάσματα του ποιητή για τα οποία δεν απέμειναν υλικά τεκμήρια στη Βιβλιοθήκη Καβάφη. Για όλους μας, ομιλητές και γράφοντες, συνιστά μαρτυρία για μια εποχή όπου πρωταγωνιστούσε η έγνοια για τη γλώσσα, εν προκειμένω τη δημοτική, στην οποία, σύμφωνα με τα λόγια του σπουδαίου Αλεξανδρινού, επιστρέφουμε, μετά την καθαρεύουσα, ως «προσκυνηταί ευλαβείς και συγκινημένοι,που μπαίνουν μες σε τέμενος».


Ο αιματοπίνης, ο υποθεσιάρης, ο ταβλαμπάς αλλά και η ποδοσφαίρησις

Συστηματικός χρήστης λεξικών,ο Καβάφης γνωρίζει τις βασικές αρχές της λεξικογραφικής πρακτικής και τις υιοθετεί: αποδελτιώνει τα ρήματα στο πρώτο ενικό πρόσωπο και τα ονόματα στην ονομαστική ενικού.Το κριτήριο επιλογής των λέξεων είναι εντελώς προσωπικό.
Στα δελτία του απαντούν λέξεις που θεωρεί όμορφες και εκφραστικές, λέξεις άγνωστες και ιδιαίτερες.
Ανάμεσα σε αυτές και λέξεις κοινότατες,σε χρήσεις με ασυνήθιστες ιδιωματικές σημασίες: «νερό»:
πλύσιμον.«Τώκαμε ένα νερό»./ «Δεν χρειάζεται πολύ πλύσιμο.Κάμ΄ το ένα νερό και φθάνει».«κρύο»:
ταυτόσημον του κρυολόγημα.
«Του διόρισα γιατρικό,πώς έτυχε να ταρπάξει αυτό το κρύο!» (Εφταλιώτης,σ.156)
Στα καβαφικά δελτία βρίσκουμε τη λέξη «μωβ» και πολλές άλλες ξενόφερτες: «μονόκλ»,«πλαφόν»,«προφίλ»,«ρεπερτόριον»,«τραμ», «τσεκ»,«φάρσα».Κάνει υποδείξεις κιόλας για τη μεταφορά τους στα ελληνικά: «ποδοσφαίρησις»: διά FΟΟT-ΒΑLL (βλ.,π.χ., Νέον Αστυ 27.9. ΄07).Καλλίτερα όμως γράφουμε,καθώς και λέμε,Φουτ-μπωλλ.
Στο λήμμα «μπουφώνος» σχολιάζει πιο αναλυτικά,με εξαιρετική γλωσσική ευαισθησία: Η λέξις «γελωτοποιός» δεν μπορεί να αντικαταστήσει το «μπουφώνος».Λέμε,«ο γελωτοποιός του βασιλέως»,αλλά «κάμνει τον μπουφώνο».Διορθώνει μάλιστα το Glossarium ad Scriptores Μediae & Ιnfimae Graecitatis (1891)
του Du Cange,το οποίο συχνά συμβουλεύεται,ως εξής: Ο Ducange (παραθέτων στίχον παλαιού ποιήματος «όσοι κιανέτυχαν εκεί μαστόροι και μπουφούνοι») το γράφει «μπουφούνος»,αλλά νομίζω ότι η γραφή του είναι εσφαλμένη.Εν πάση περιπτώσει η προφορά «μπουφούνος» δεν είναι πλέον εν χρήσει.
Οι γνώσεις του και η εγρήγορσή του σε ζητήματα που αφορούν τη χρήση δημοτικής και καθαρεύουσας φαίνονται στο λήμμα «πλήρως»,όπου αντιγράφει τη φράση «δυνάμεθα να φωτισθώμεν πλήρως» ( Ελληνισμός, 1906, σ.516) και παρατηρεί: Το «πλήρως» αυτό μήτε της αρχαίας,μήτε της δημοτικής είναι.Η αρχαία είχεν ένα «πληρούντως» (παρά Νικομάχω Γερασηνώ).Η δημοτική λέγει συνήθως «στα γεμάτα».Ακολούθως προσθέτει: Εν τούτοις το «πλήρως» αυτό δεν είναι κακό.Αργότερα συμπληρώνει στο ίδιο δελτίο: Παρατηρώ ένα «πλέρια»: «πρώτος φανέρωσε πλέρια αυτό τ’ αδύνατο μέρος του Γκαίτε» (Ζερβός,σ. 227).

Καταγράφει νεολογισμούς,όπως το «ηλεκτρόνιο» και το «σκηνοθέτης».
Αποδελτιώνει σειρά ναυτικών όρων από διήγημα του Κ.Δ.Βρατσάνου στο χριστουγεννιάτικο φύλλο της Ακροπόλεως του 1897. Ενδιαφέρεται πολύ για διαλεκτικές λέξεις,ιδιαίτερα της Κρήτης (π.χ.,«διαταύτως»,«τίβοτσι») και της Κύπρου («διάβαν»,«δόμη»,«κωμόδρομος»,«μακρύσιν»,«σήζινος» κ.ά.), σημειώνει όμως και το αιγυπτιώτικο «οκέλλα» και το πολίτικο «κέρατσος», το σμυρναίικο «τασάκι»,το μεσσηνιακό «μουνέ».Στο λήμμα «ούζο» διευκρινίζει: Στας Αθήνας το λένε «ούζο»· στην Σμύρνη «τσίπουρο»· στην Πόλη «ντούζικο»· στην Αλεξάνδρεια «ζιμπίμπ».

Καταγράφει λέξεις από πηγές προφορικές,από δημοτικά τραγούδια και παραδόσεις,από τον Τύπο,από διάφορα λεξικά,από τη λογοτεχνία που διαβάζει: «αερικό» από τον Κοραή,«αιματοπίνης» από τον Ξηρουχάκη,«γινωμένος» από τις Μελέτες περί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού του Ν.Γ. Πολίτη,τις οποίες έχει ξεκοκαλίσει,«νεράιδος» από τον Παλαμά,«συγγραφή υποχρεώσεων» από φύλλο της Εφημερίδος του 1916, «ταβλαμπάς» από το Ελληνο-γαλλικό λεξικό του Α.Βλάχου,«υποθεσιάρης» από τον Βηλαρά.Κάποιες μάς είναι εντελώς άγνωστες,παράξενες,άλλες μάς ξαφνιάζουν με τη χυμώδη παραστατική δημοτική τους.

Αναπάντεχα βρίσκουμε στη συναγωγή λέξεων του Αλεξανδρινού δελτία που αποτελούν τη ληξιαρχική πράξη γέννησης λέξεων με ειδικό καβαφικό βάρος: το «φεγγερός» του στίχου «χωρίς ν΄ αξιωθεί καμιά/ της ηδονής μια νύχτα,ή ένα πρωί της φεγγερό» στις «Επιθυμίες» του 1905 φαίνεται πως το πρωτάκουσε στην έκφραση «φεγγερό σπίτι» από μια Κυπρία τον Οκτώβριο του 1903 και στην έκφραση «φεγγερή κάμαρη» από έναν Μυτιληναίο τον Ιανουάριο της επόμενης χρονιάς.

Και από το δίστιχο «που τον έπιασε καταχνιά,και σκοτισμός και ζάλη./ Δεν έχει πλειο του θύμησιν και δύναμιν να στέκει» του Ερωτόκριτου ξεσηκώνει τη λέξη «θύμηση»,για να τη βάλει το 1929 στους στίχους «Πετάχθηκα έξω απ΄ το φρικτό τους σπίτι,/ έφυγα γρήγορα πριν αρπαχθεί,πριν αλλοιωθεί/ απ΄ την χριστιανοσύνη τους η θύμηση του Μύρη» του περίφημου ποιήματος «Μύρης· Αλεξάνδρεια του 360 μ.Χ.».

Αρετές λεξικογράφου
Ο Καβάφης έχει επίγνωση ότι η εργασία του είναι ερασιτεχνική: «Δεν έχω την απαίτησι ότι αυτές οι λέξεις είναι πολύ σπάνιες. Δεν μπορεί να την έχω, αφού τες πήρα από βιβλία», γράφει στο σχεδίασμα εισαγωγής,«αλλά είναι λέξεις που δεν απαντούν εις τα περισσότερα λεξικά, και δεν είναι τόσο γνωστές όσο άξιζε να ήσαν». Τις αποδελτιώνει λοιπόν για το λεξικό του,δηλώνοντας και τους σκοπούς σύνταξης αυτού του λεξικού: Προορίζεται «προς χρήσιν μου και χρήσιν- αν ήθελαν- των φίλων μου».Εχει όμως άποψη περί λεξικών και φιλοδοξεί ότι το λεξικογραφικό πόνημά του διαθέτει ένα σημαντικό πλεονέκτημα:«Ενα προτέρημα έχει η συλλογή μου, και προτέρημα πολύ μεγάλο· τες “παραθέσεις”.

Λεξικό χωρίς παραθέσεις, κατ΄ εμέ δεν είναι παρά μισό (και μήτε καν μισό) Λεξικό. Δεν αρκεί μόνον η ξηρή- και κάποτε αυθαίρετηεξήγησις του λεξικογράφου διά μιαν λέξιν. Ο συγγραφεύς, ο συμβουλευόμενος λεξικά, θέλει να δει και πώς μεταχειρίσθηκαν την λέξι άλλοι λογοτέχναι πριν απ΄ αυτόν·και ποιαν δύναμιν έχει ή ποια μορφή παίρνει η λέξις μέσα στην φράσι».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ